Γιατί ἡ Γαλλία ἐπιδιώκει νά ἐπανατοποθετηθεῖ ὡς ἡγεμονική δύναμη στό εὐρωπαϊκό γίγνεσθαι;
ΠΡΙΝ μία τριακονταετία, κυκλοφοροῦσε ἡ ρήση «Οἱ ΗΠΑ ἀνοίγουν τό χορό καί ἡ Εὐρώπη ἀκολουθεῖ». Μετά τήν πτώση τοῦ τείχους τοῦ Βερολίνου ὅμως ἡ κατάσταση αὐτή ἄρχισε νά ἀλλάζει. Τό γεωπολιτικό τοπίο ἀποκτοῦσε νέο περιεχόμενο καί τά ψυχροπολεμικά δεδομένα ἀνατρέπονταν. Οἱ πρώην κομμουνιστικές χῶρες τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης ἔσπευδαν νά ζητήσουν ἔνταξη στό ΝΑΤΟ καί ὅλες ἄνοιγαν τίς πόρτες τους σέ ἀμερικανικά καί γερμανικά κεφάλαια κατά κύριο λόγο. Στό πλαίσιο αὐτό ἡ Ἀμερική ἔβλεπε μέ καχυποψία τίς γερμανικές κινήσεις καί πρωτοβουλίες στήν κεντρική Εὐρώπη καί ἡ ἐπανένωση τῆς Γερμανίας δέν προκαλοῦσε ρίγη χαρᾶς στόν Λευκό Οἶκο.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἡ φιλία Μιττεράν – Κόλ δέν πολυάρεσε στούς Ἄγγλους, πού ἔβλεπαν νά ἀλλάζει καί ἡ φιλοσοφία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ γίγνεσθαι. Θυμᾶμαι Βρεταννούς καθηγητές νά μοῦ λένε ὅτι ἡ πτώση τοῦ κομμουνισμοῦ θά ἔκανε ὅλο καί πιό ἀπαραίτητη στήν ΕΕ τήν ἐκκόλαψη μιᾶς πολιτικῆς ἑνοποίησης, ἐξέλιξη πού τό Ἡνωμένο Βασίλειο δέν ἤθελε. Γιά λόγους δέ πού συνδέονται ἄμεσα μέ τή βρεταννική κοινοβουλευτική παράδοση, τό Ἡνωμένο Βασίλειο ἦταν ἀντίθετο μέ τήν πολιτική ἕνωση τῆς Εὐρώπης, τήν ὁποίαν ὅμως ἔβλεπε σάν μία δυναμική ἑνιαία ἀγορά.
Σήμερα, ἑξήντα δύο χρόνια μετά τήν ἔναρξη λειτουργίας τῆς Κοινῆς Ἀγορᾶς, τά ἕξι ἱδρυτικά μέλη ἔχουν γίνει 28 καί ἕνα ἀπό αὐτά, τό Η.Β., ἀποχωρεῖ στίς 31 Ἰανουαρίου 2020, ὕστερα ἀπό 47 χρόνια παραμονῆς!! Κατά συνέπεια, γιά τά ὑπόλοιπα μέλη τῆς Ἕνωσης τίθεται ἐπί τάπητος τό ἐρώτημα τῆς περαιτέρω ἐμβάθυνσης τοῦ ἀρχικοῦ ἐγχειρήματος ἤ τῆς ἁπλῆς παραμονῆς του σέ μιά διευρυμένη ἑνιαία ἀγορά, στήν ὁποίαν ὅμως ὁρισμένα μέλη της ἔχουν κοινό νόμισμα, χωρίς ὅμως κοινή οἰκονομική πολιτική. Σήμερα λοιπόν αὐτό εἶναι τό κρίσιμο θέμα πού ταλανίζει τήν ΕΕ καί πάνω στό ὁποῖο στηρίζεται ἡ προεδρία Τράμπ στίς ΗΠΑ γιά νά ὑπονομεύει μέ ἀπώτερο στόχο τή διάλυσή του, τό εὐάλωτο εὐρωπαϊκό οἰκοδόμημα.
Βέβαια, ἡ διάλυση τοῦ τελευταίου εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολη ὑπόθεση ἄν ὄχι ἀδύνατη, πλήν ὅμως ἡ ὑπονόμευση τῆς ὅλης προσπάθειας καί οἱ καθυστερήσεις στήν ὁλοκλήρωσή της εἶναι ἀπολύτως ἐφικτοί στόχοι. Στή σημερινή ΕΕ ἐξ ἄλλου οἱ στόχοι αὐτοί ὑποβοηθοῦνται καί ἀπό τούς ἴδιους τούς Εὐρωπαίους καί τήν ἀνάδυση ἑνός μηδενιστικοῦ λαϊκισμοῦ στούς κόλπους τους, ἰδιαίτερα δέ σέ χῶρες πού ἔχουν παράδοση στό ἐπίπεδο αὐτό.
Μέ ἀφορμή ἔτσι τήν χρηματοοικονομική κρίση τοῦ 2008, ἡ ὁποία βρῆκε τήν Εὐρωζώνη ἀπροετοίμαστη νά τήν ἀντιμετωπίσει, ἦλθαν στό προσκήνιο τά σοβαρά θεσμικά καί πολιτικά κενά τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, ἡ ὁποία μέ πολύ ἁπλά λόγια θά πρέπει νά ἀποφασίσει τί θέλει καί πῶς… Ἀπό τήν ἵδρυσή της ἕως σήμερα, ἡ ΕΕ κατάφερε νά ἐναρμονίσει τό νομοθετικό πλαίσιο τῶν χωρῶν-μελῶν της σέ ἀρκετούς τομεῖς καί μέσα ἀπό τό περίφημο κοινοτικό σύστημα διαπραγμάτευσης, ἀρκετά πεδία τῆς περίφημης ἐθνικῆς κυριαρχίας εἶναι πλέον εὐρωπαϊκά, ἰδιαίτερα δέ στήν οἰκονομία.
Στήν παροῦσα φάση ὅμως τῶν παγκοσμίων ἐξελίξεων, στό μέτρο πού νέες δυνάμεις διεκδικοῦν σημαντικά κομμάτια οἰκονομικῆς καί γεωπολιτικῆς ἐπιρροῆς, ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση πρέπει νά ἀνταποκριθεῖ μέ ἐπιτυχία σέ νέες προκλήσεις καί σέ προβλήματα πού διαφέρουν αἰσθητά ἀπό τά ἀντίστοιχα τῆς πρώτης μεταπολεμικῆς τριακονταετίας γιά παράδειγμα. Καί αὐτές τίς νέες συνθῆκες προφανῶς ἀντιμετωπίζει καί ὁ περίφημος γαλλο-γερμανικός ἄξονας, ὁ ὁποῖος γιά εὐνοήτους λόγους ὑπῆρξε καί τό θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο ἄρχισε νά οἰκοδομεῖται αὐτό τό πρωτόγνωρο πείραμα μιᾶς εὐρωπαϊκῆς κοινότητας ἐθνικῶν κρατῶν.
Ὡς φαίνεται ὅμως, στούς κόλπους αὐτῆς τῆς ἄτυπης γαλλο-γερμανικῆς συμμαχίας ὑπάρχουν σήμερα ἀρκετές καί σημαντικές διαφορές ἀπόψεων, τίς ὁποῖες τροφοδοτεῖ ἐπίσης καί ἡ προοπτική τοῦ Brexit.
Ὁ Γάλλος Πρόεδρος Ἐμμ. Μακρόν κρίνει ὅτι ἡ ΕΕ καί εἰδικώτερα ἡ Εὐρωζώνη δέν μποροῦν πλέον νά πᾶνε πιό μακρυά, χωρίς τόνωση τῆς οἰκονομικῆς ἕνωσης, πού σημαίνει μεταφορές πόρων ἐντός τῆς Ἕνωσης καί αὔξηση τοῦ κοινοτικοῦ προϋπολογισμοῦ. Ὅμως, ἡ Γερμανία ἀπό τήν πλευρά της φοβᾶται ὅτι αὔξηση τοῦ ποσοστοῦ συμμετοχῆς τῶν χωρῶν μελῶν στόν κοινοτικό προϋπολογισμό θά ἀπαιτήσει τήν δική της μεγαλύτερη συνεισφορά σ’ αὐτόν, γεγονός πού στό ἐσωτερικό της τροφοδοτεῖ λαϊκιστικές πολιτικές ἀντιδράσεις. Ἐπίσης, ἡ Γαλλία, μέ τό Brexit, γίνεται ἡ μόνη, στρατιωτική δύναμη στήν Ἕνωση καί θεωρεῖ ὅτι χωρίς πολιτική καί θεσμική ἐμβάθυνση ἡ ΕΕ θά εἶναι ἐσαεί πολιτικός νᾶνος, ἐξαρτώμενος ἀπό τήν Ἀμερική, ἡ ὁποία σήμερα ὑπονομεύει τήν εὐρωπαϊκή ὁλοκλήρωση. Γιά τήν Γερμανία ὅμως ἡ ἀντιπαράθεση μέ τίς ΗΠΑ καί ἡ ἐνδεχόμενη διάλυση τοῦ ΝΑΤΟ θά ἔχουν ὑψηλό κόστος, τό ὁποῖο ἡ ἴδια θά κληθεῖ σέ τελευταία ἀνάλυση νά πληρώσει, χωρίς αὐτό νά τῆς προσφέρει γεωπολιτική ἐπιρροή καί ἰσχύ. Σαφῶς, λοιπόν, ὁ γαλλο-γερμανικός ἄξονας βρίσκεται σέ κρίσιμο σταυροδρόμι καί οἱ ὅποιες συζητήσεις στούς κόλπους του θά ἀπαιτήσουν πολύτιμο ἀλλά καί χαμένο χρόνο ὅμως γιά τήν Εὐρώπη.
*Ἐπίτιμος Διεθνής Πρόεδρος Ἕνωσης Εὐρωπαίων Δημοσιογράφων