Γιά νά μήν δυσαρεστηθεῖ ἡ κυβέρνησις Ράμα – Τό χρέος τιμῆς τῆς ἑλληνικῆς Πολιτείας
ΣΕ ΜΙΑ πρωτοφανῆ προσβολή εἰς βάρος τῆς μνήμης ἑκατοντάδων ἡρώων Ἑλλήνων στρατιωτικῶν πού ἔπεσαν στά βουνά τῆς Ἀλβανίας τό 1940-41 προχώρησαν ἡ κυβέρνησις Ράμα καί ἡ Κυβέρνησις Τσίπρα. Συνέπραξαν στήν ταφή τῶν ὀστῶν τους, στήν ὁποία μετά κόπου συνεφώνησε ἡ ἀλβανική κυβέρνησις χωρίς νά ἔχει προηγηθεῖ ἡ διαδικασία ἀναγνωρίσεως τοῦ DNA (ὅπως ἔγινε μέ τούς Ἕλληνες πού ἔπεσαν στήν Κύπρο) καί χωρίς νά εἰδοποιηθοῦν κἄν οἱ συγγενεῖς τους, προκειμένου νά παραστοῦν στήν κηδεία τῶν «Ἀγνώστων Στρατιωτῶν».
Τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τήν παραίτηση Κοτζιᾶ, ἀπαντώντας στόν πρώην ὑπουργό καί πρόεδρο τῆς «Ἑνώσεως Τέκνων, Συγγενῶν & Φίλων Πεσόντων κατά τό Ἔπος 1940-41» Γιῶργο Σούρλα –ὁ ὁποῖος ἔδωσε μάχη γιά τήν κανονική ταφή τῶν νεκρῶν, δικαιολογήθηκε μέ «non paper», ἐνῶ γιά νά «χρυσώσει τό χάπι» στούς συγγενεῖς διοργανώνει τελετές μνήμης αὔριο στά στρατιωτικά νεκροταφεῖα Βουλιαρατῶν καί Κλεισούρας, ὅπου 673 Ἕλληνες νεκροί τοῦ ἀλβανικοῦ ἔπους ἐτάφησαν ὅπως-ὅπως καί χωρίς τήν παρουσία συγγενῶν.
«Ὁ κ. Σούρλας προσπαθεῖ νά δημιουργήσει θέματα ἐκ τοῦ μή ὄντος» ἀνέφερε τό ἐνημερωτικό σημείωμα τοῦ Ὑπουργείου. Ἡ ἀπάντησις ὅμως ἦταν καταλυτική: «Ἄν ἡ πολιτική ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν δέν θεωρεῖ σημαντικό θέμα τήν συμμετοχή ἤ ἔστω τήν ἐνημέρωση τῶν συγγενῶν σέ τελετές ἐνταφιασμοῦ, ὅπως στήν προκειμένη περίπτωση, τότε πρόκειται περί διαφορετικῶν ἀντιλήψεων περί ἀρχῶν καί θεσμῶν ἀνθρωπιστικῆς σημασίας». Ὅπως καί νά ἔχει, ὀλίγοι μόνον «ἐπίσημοι», ἐκπρόσωποι ὡς ἐπί τό πλεῖστον τῆς πρεσβείας μας στά Τίρανα καί στρατιωτικοί πού ἐπόπτευαν τά συνεργεῖα ἐντοπισμοῦ καί ταξινομήσεως τῶν ὀστῶν τῶν ἡρώων μας, ἦσαν παρόντες στόν ἐνταφιασμό τους. Δέν ἤθελε ἡ ἑλληνική πλευρά νά «ἐνοχλήσει» τήν Ἀλβανία καί προχώρησε τίς διαδικασίες ἐν κρυπτῶ. Εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ γῆ αὐτή στήν ὁποία ἔπεσαν εἶναι ἡ Βόρειος Ἤπειρος. Δέν ἀρέσει στούς Ἀλβανούς νά προβάλλεται ἡ ἑλληνικότης της, ἄν καί ἡ Στρατιωτική Συμφωνία πού ἔχουν ὑπογράψει τούς ὑποχρεώνει νά συνεργάζονται. Ἐναπόκειται ὅμως στήν Ἑλλάδα νά ἐπιμένει στήν πιστή τήρησή της, διότι μόνον τότε καί ἡ ἄλλη πλευρά γίνεται συνεργάσιμη. Αὐτό τουλάχιστον ἀποκαλύπτει ἡ ἐνδελεχής μελέτη τῶν ἐξελίξεων.
Συμφώνως πρός τά ἐπίσημα στοιχεῖα, 7.976 εἶναι οἱ Ἕλληνες στρατιωτικοί πού πότισαν μέ τό αἷμα τους τήν γῆ τῆς Βορείου Ἠπείρου τό 1940-41. Ἀπό αὐτούς μέχρι στιγμῆς ἔχουν ἐνταφιασθεῖ οἱ 673. Οἱ πρῶτοι 100 στούς Βουλιαράτες (13-7-2018) καί οἱ 573 στό στρατιωτικό κοιμητήριο τῆς Κλεισούρας (12-10-2018).
Τό χειρότερο εἶναι ὅτι οἱ τάφοι αὐτοί παραμένουν ἀνώνυμοι. Στά δάκτυλα τοῦ ἑνός χεριοῦ μετρῶνται τά ὀστᾶ στά ὁποῖα ὑπάρχει μιά ἔνδειξις ὀνόματος πού ἔχουν ἀφήσει οἱ Ἰταλοί, οἱ ὁποῖοι κατά τήν δεκαετία τοῦ ’60 προέβησαν σέ ἀνάλογες ἐνέργειες ἀναζητήσεως τῶν δικῶν τους νεκρῶν. Πολλά ὀστᾶ πεσόντων εὑρέθησαν ταξινομημένα ἀπό αὐτούς, ἀλλά στά περισσότερα ἡ ἔνδειξις ἦταν ἁπλῶς «Ἄγνωστος Ἕλληνας». Δείγματα DNA ἔχουν ληφθεῖ καί ταξινομηθεῖ ἀπό τά συνεργεῖα τοῦ Στρατοῦ πού ἀκολουθοῦσαν τίς ἐργασίες ἀνασκαφῆς τῶν προχείρων κοιμητηρίων, σχεδόν στό ἴδιο τό πεδίο τῆς μάχης, στήν ὁποία οἱ πεσόντες εἶχαν βρεῖ ἡρωικό θάνατο. Ὅλα ἔχουν σταλεῖ στήν Ἀθήνα. Ἐν ἀναμονῆ. Εἶναι ἡ δεύτερη ἀναμονή στά γρανάζια τῆς γραφειοκρατίας καί τοῦ κυκεῶνος τῶν «κωδικῶν» τῶν πιστώσεων τοῦ Δημοσίου. Στίς 100.000 εὐρώ ὑπολογίζεται τό κόστος γιά τά ἀντιδραστήρια πού ἀπαιτοῦνται γιά νά γίνει ἡ ἐπεξεργασία τοῦ DNA καί ἡ ταυτοποίησις τῶν νεκρῶν. Καί ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται οὐδείς ἔχει ἀσχοληθεῖ μέ τήν ἔγκριση αὐτῆς τῆς δαπάνης, πού ἀποτελεῖ χρέος τιμῆς γιά τό ἑλληνικό Κράτος. Τό συνειδητοποιοῦν ἄραγε αὐτό οἱ «συναρμόδιοι» τῶν ὑπηρεσιῶν πού ἐμπλέκονται;
Ἡ ἐκκρεμότης αὐτή σκιάζει τό θετικό βῆμα τῆς ἐνάρξεως τῆς διαδικασίας ἐνταφιασμοῦ τῶν Ἑλλήνων πεσόντων τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ ἔπους. Μπορεῖ νά μήν εἶχαν οἱ νεκροί ταυτοποιηθεῖ, ὅμως οἱ συγγενεῖς ὅλων τῶν πεσόντων τοῦ ’40 αἰσθάνονται ὅτι ὁ κάθε ἕνας Ἄγνωστος Στρατιώτης εἶναι ὁ δικός τους ἄνθρωπος. Δέν εἶναι λίγοι αὐτοί πού θά ἤθελαν νά εἶναι παρόντες στήν ταφή τῶν πρώτων νεκρῶν τῆς Ἀλβανίας. Ἀπόδειξις εἶναι ἡ μεγάλη κινητοποίησις γιά συμμετοχή στίς αὐριανές τελετές μνήμης στά δύο νεκροταφεῖα, στούς Βουλιαράτες καί τήν Κλεισούρα, γιά τίς ὁποῖες ἔχουν ξεκινήσει ἀπό τήν Ἀθήνα καί τίς μεγάλες πόλεις τῆς Ἑλλάδος δεκάδες λεωφορεῖα μέ Ἕλληνες πού θέλουν νά μετάσχουν στίς πάνδημες αὐτές ἐκδηλώσεις.
Στήν πρωτοπορία εἶναι βεβαίως ἡ «Ἕνωσις Τέκνων, Συγγενῶν & Φίλων Πεσόντων κατά τό Ἔπος 1940-41», ὁ πρόεδρος τῆς ὁποίας, πρώην ὑπουργός καί πρώην ἀντιπρόεδρος τῆς Βουλῆς, Γιῶργος Σούρλας, βλέπει ἤδη καλύτερες ἡμέρες συνεργασίας μέ τίς ἑλληνικές ἀρχές στήν ἐκπλήρωση τοῦ ἱστορικοῦ χρέους πρός τούς νεκρούς ἔπους τοῦ ’40.
Στόν ἀπόηχο τῶν ἀλγεινῶν ἐντυπώσεων πού εἶχαν δημιουργηθεῖ γιά τήν ἀπόφαση οἱ ἥρωες τῆς Βορείου Ἠπείρου νά ἐνταφιασθοῦν ἐν κρυπτῶ, τά πράγματα φαίνεται νά βελτιώνονται. «Πιστεύω δέν θά ὑπάρξει ἄλλος ἐνταφιασμός χωρίς τήν παρουσία συγγενῶν» δηλώνει ὁ κ. Σούρλας, ὁ ὁποῖος καταλογίζει εὐθύνες στόν ἀπελθόντα ὑπουργό Νῖκο Κοτζιᾶ, ἐπισημαίνοντας ὅτι μετά τήν ἀποχώρησή του τό κλῖμα ἄλλαξε ἄρδην.
Καί χαρακτηριστικά συνεχίζει: «Δυσκολεύομαι νά δώσω ἄλλη ἐξήγηση. Μετά βασανιστική ἀναζήτηση ἡ ἐκτίμησή μας δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλη παρά μόνο τό ὅτι ὁ κ. Κοτζιᾶς ἤθελε νά μονοπωλήσει τό ἱστορικῆς σημασίας ζήτημα τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἐκκρεμότητας 8.000 ἀτάφων ἤ πρόσκαιρα θαμμένων ἐπί 78 χρόνια. Τό γεγονός δέν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐκμεταλλεύσεως. Εἶναι ἱερή ὑποθήκη. Εἶναι ἱστορική παρακαταθήκη. Εἶναι ἡ προσταγή τῶν πεσόντων πρός τίς νεώτερες γενιές. Ἄλλωστε ἐκεῖνοι ἔπεσαν στά πεδία τῶν μαχῶν γιά μιά πατρίδα ἐλεύθερη καί ὑπερήφανη, ἐμεῖς ὀφείλουμε νά ἀνταποκριθοῦμε στίς προσδοκίες τους». Τά σκληρά λόγια καί οἱ ἀνακοινώσεις πού εἶχαν ἀνταλλαγεῖ μέ τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν φαίνεται ὅτι ἀνήκουν πλέον στό παρελθόν. Ὁ κ. Σούρλας ἀναφέρει ὅτι ἔχουν δοθεῖ ἐξηγήσεις καί δηλώνει πεπεισμένος ὅτι ἐφεξῆς ἡ συνεργασία μέ τήν ἑλληνική πρεσβεία στά Τίρανα θά ὁδηγήσει σέ εὐόδωση τῶν προσπαθειῶν. Ἄλλωστε ὑπάρχουν ἀκόμη πολλά νά γίνουν.
Τό γεγονός ὅτι οἱ αὐριανές τελετές ὀργανώνονται μέ τήν συνεργασία τῶν ἀλβανικῶν ἀρχῶν εἶναι ἐπίσης εὐοίωνο. Ναί μέν εἶναι κάτι πού προβλέπεται ἀπό τήν Διμερῆ Συμφωνία Στρατιωτικῆς Συνεργασίας Ἑλλάδος – Ἀλβανίας, ἀλλά μέχρι πρίν ἀπό λίγες ἑβδομάδες ἡ ἀντιμετώπισις ἀπό τά Τίρανα ἦταν ἀδιάφορη, ἄν μή καί ἀρνητική.
Τό ἱστορικό χρέος πρέπει ὅμως νά ἐκπληρωθεῖ καί στήν Ἀθήνα. Ὅσο οἱ ἐργασίες θά συνεχίζονται γιά τόν κανονικό ἐνταφιασμό τῶν νεκρῶν στήν Ἀλβανία, πρέπει παραλλήλως νά προχωρεῖ καί ἡ διαδικασία ταυτοποιήσεως. Δέν μπορεῖ αὐτή νά καθυστερεῖ ἐπειδή κάποιοι καρεκλοκένταυροι δέν ἐγκρίνουν τίς δαπάνες τῶν ἀπαραιτήτων ἐργαστηριακῶν διαδικασιῶν. Τό χρέος τιμῆς τῆς ἑλληνικῆς Πολιτείας δέν ἐξαντλεῖται μέ τούς ἐνταφιασμούς.