Τό Ἔθνος δέν ξεχνᾶ τήν θυσία τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄

Ἡ σημερινή ἐπέτειος τῶν 200 χρόνων ἀπό τόν ἀπαγχονισμό του στήν Κωνσταντινούπολη

ΣΗΜΕΡΑ συμπληρώνονται διακόσια χρόνια ἀπό τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ στήν Κωνσταντινούπολη. Τοῦ υἱοῦ τοῦ βοσκοῦ Γεωργίου Ἀγγελόπουλου καί τῆς Ἀσημίνας, τοῦ ἐκ Δημητσάνης καταγομένου. Ἡ Ἑλλάς δέν ξεχνᾶ τήν θυσία τοῦ ἐθνομάρτυρος Ἁγίου Πατριάρχου. Μπορεῖ ἡ παρακμιακή πολιτική ἐλίτ τῶν Ἀθηνῶν εὑρισκομένη ἐν πλήρει ἀφασία νά μήν τιμᾶ τούς ἥρωές μας, μπορεῖ νά ἔχει στό μυαλό της πῶς θά παραλληλίσει ἀνοήτως τήν ἐθνικοαπελευθερωτική ἑλληνική ἐπανάσταση μέ τήν ταξική γαλλική, μπορεῖ «πολλά», ὡστόσο τό Ἔθνος εἰς πεῖσμα τῶν λωτοφάγων δέν λησμονεῖ τήν θυσία τοῦ Πατριάρχου. Ἔδρασε σέ καιρούς ρευστούς καί δύσκολους, ἔκανε ἑλιγμούς γιά τούς ὁποίους κατηγορήθηκε, ἀλλά στό μυαλό του μία ἦταν ἡ σκέψις πού κυριαρχοῦσε. Πῶς θά προστατέψει τόν ἑλληνικό πληθυσμό τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τήν σφαγή μετά τό ξέσπασμα τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ἀκόμη καί μέ θυσία τῆς ζωῆς του. Ἡ «Ἑστία» θεωρεῖ χρέος της νά ἀφιερώσει σήμερα στήν μνήμη του τό πρῶτο θέμα της, τό ὁποῖο ἔχει συγγράψει ὁ ἐξαίρετος συνεργάτης μας δικηγόρος Διονύσιος Καραχάλιος. Ἡ «Ἑστία» συγχαίρει ἐπίσης τόν Βυζαντινό Χορό «Τρόπος»-Κέντρο Ψαλτικῆς Τέχνης πού ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Κωνσταντίνου Ἀγγελίδη κυκλοφορεῖ σέ CD ἐπετειακή ἔκδοση βυζαντινῶν ὕμνων ἀφιερωμένη στόν μαρτυρικό Πατριάρχη στήν ὁποία συμμετέχει ὁ διδάκτωρ Ἐθνομουσικολογίας τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Cambridge, Ἰωάννης Πλεμμένος. Ἀξίζει νά τήν ἀναζητήσετε. Ἀκολουθεῖ τό κείμενο τοῦ Διονυσίου Καραχάλιου γιά τόν Ἐθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο τόν Ε΄:

Τό συνεχιζόμενο μαρτύριο τοῦ Πατριάρχου

10 Ἀπριλίου 1821, Κυριακή τοῦ Πάσχα, Κωνσταντινούπολη. Ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ ἀπαγχονίζεται ἀπό τόν μανιασμένο ὄχλο στήν πύλη τοῦ Πατριαρχείου. Ὅμως, οἱ ἐμπαθεῖς ὅσο καί ἀνιστόρητοι «διανοούμενοι» πού κοσμοῦν τίς τάξεις τῆς ἀριστερᾶς ἐπιμένουν νά συνεχίζουν τό μαρτύριό Του μέχρι σήμερα. Οἱ ἐγχώριοι θαυμαστές τοῦ ροβεσπιερικοῦ ἀθεϊσμοῦ διακινοῦν συστηματικά τό γνωστό «ἀντικληρικαλικό» ἐπιχείρημα γιά τόν ἀφορισμό τῆς Ἐπανάστασης καί τοῦ Ἀλέξανδρου Ὑψηλάντη ἀπό τόν Πατριάρχη, τόν ὁποῖο ἐμφανίζουν εὐθυγραμμιζόμενο πλήρως μέ τήν ὀθωμανική ἐξουσία. Καί ὅλα αὐτά, ἐνῶ ὁ ἐκ τῶν ἱδρυτῶν τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας Ἐμμανουήλ Ξάνθος μᾶς προσφέρει τήν γραπτή μαρτυρία του (Ἀπομνημονεύματα περί τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας, ΒΙΠΕΡ 61, σελ. 40-41), ὅτι ὁ Ἰωάννης Φαρμάκης, ὡς ἀπεσταλμένος της, πέρασε ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος καί κατήχησε τόν Γρηγόριο πού ἦταν ἐκεῖ ἐξόριστος. Ὁ Γρηγόριος «ἔδειξε εὐθύς ζωηρότατον ἐνθουσιασμόν ὑπέρ τοῦ πνεύματος αὐτῆς» καί «ηὐχήθη ἀπό καρδίας» ὑπέρ τῆς ἐπιτυχίας τοῦ σκοποῦ της. Ὅταν ὁ Φαρμάκης τοῦ ἐζήτησε νά ὁρκισθεῖ καί νά ὑπογράψει ἀφιερωτικόν γράμμα, τότε ὁ Γρηγόριος ἀρνήθηκε λέγοντας: «Ἐμένα ἔχετε πού μ’ ἔχετε» καί παρετήρησε, ὅπως γράφει ὁ Ἰωάννης Φιλήμων (Δοκίμιον Ἱστορικόν περί τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ΝΕΒ, σελ. 316): «Ἄν ἀποκαλυφθῇ ποτέ εἰς τά βιβλία τῆς Ἑταιρείας τό ὄνομά του, θέλει διακινδυνεύσει ὁλόκληρον τό Ἔθνος, τοῦ ὁποίου προεῖχε πάντοτε, ἀπό τήν τύραννον ἐξουσίαν». Ὁ Φιλήμων ἐπίσης ἐπισημαίνει (σελ. 353) ὅτι ὁ Παπαφλέσσας κινεῖται στήν Πελοπόννησο ἐφοδιασμένος μέ ἔγγραφο τοῦ Γρηγορίου Ε΄, πού τόν ὁρίζει Πατριαρχικόν Ἔξαρχον, προκειμένου νά διευκολύνει τά σχέδια τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας.
Ἄς δοῦμε, ὅμως, γιατί ὁδηγήθηκε ὁ ἀοίδιμος Πατριάρχης στήν ὀθωμανική ἀγχόνη:

Στίς 3 Μαρτίου 1821 ὁ Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ ἀπέστειλε στό Πατριαρχεῖο φερμάνι, στό ὁποῖο ἀναφερόταν ὅτι «ἡ Ὑψηλή Πύλη, ἀφοῦ ἔμαθε σχετικά μέ τήν ἐξέγερση ὁρισμένων ἀπονενοημένων στή Μολδαβία, τούς λυπᾶται καί παρακινεῖ τή Μεγάλη Ἐκκλησία νά συμβουλεύσει τούς πιστούς ὑπηκόους τῆς κραταιᾶς Αὐτοκρατορίας, ὑπό τήν ποιμαντορία της, νά μήν ἀποπλανηθοῦν καί περιπέσουν στή δίκαια καί ἀδυσώπητη ἀγανάκτηση αὐτῆς…». Ταυτόχρονα διατυπώθηκε προφορικά ἡ ἐπιθυμία τῆς Πύλης νά ἀποκηρυχθεῖ ἡ Ἐπανάσταση ἀπό τό Πατριαρχεῖο, ὥστε νά ἐνισχυθεῖ τό φερμάνι τοῦ Σουλτάνου. Τήν Κυριακή 6 Μαρτίου καί ἐνῶ ἡ τρομοκρατία πού ἀσκοῦσε ὁ ὀθωμανικός ὄχλος ἐναντίον τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου τῆς Πόλης προσλάμβανε διαστάσεις ὑστερίας, μέ καθημερινές βιαιοπραγίες καί δολοφονίες, ὁ Γρηγόριος Ε΄, κλήθηκε στήν Πύλη, ὅπου τοῦ τονίσθηκε ἡ ὑποχρέωσή του νά ἐξασφαλίζει τήν ὑποταγή τοῦ ποιμνίου του πρός τόν Σουλτάνο. Σέ σύσκεψη προκρίτων πού συνεκάλεσε ἀμέσως ὁ Πατριάρχης, ἀποφασίσθηκε νά ὑποβληθεῖ ἀναφορά στή Πύλη, μέ τήν ὁποία νά δηλώνεται ὅτι ὅλοι οἱ πρόκριτοι τοῦ Γένους ἐγγυῶνται ὑπέρ ἀλλήλων γιά τή διαμονή τους στήν Κωνσταντινούπολη, ὡς πιστῶν ὑπηκόων τοῦ Σουλτάνου, ὅτι τό Γένος δέν ἔχει γνώση γιά τήν ὕπαρξη ἐπαναστατικῆς ἑταιρείας καί ὅτι ἀποδοκιμάζουν τό κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη. Ἡ ἀναφορά συντάχθηκε στήν τουρκική γλῶσσα ἀπό τόν Σκαρλάτο Καλλιμάχη καί συνυπογράφηκε ἀπό τούς 49 κληρικούς καί λαϊκούς πού ἔλαβαν μέρος στή σύσκεψη. Ὅμως οἱ πληροφορίες τοῦ Σουλτάνου τόν εἶχαν πείσει ὅτι ἡ μόνη λύση θά ἦταν ἡ γενική σφαγή τῶν ραγιάδων. Ὁ Σεϊχουλισλάμης Χατζῆ Χαλίλ ἀρνήθηκε νά ἐκδώσει τόν φετβᾶ πού τοῦ ζήτησε ὁ Σουλτάνος, μέ τόν ὁποῖο νά κηρύσσεται ἡ γενική σφαγή τῶν Ἑλλήνων, χωρίς νά γίνεται διάκριση μεταξύ ἐνόχων καί ἀθώων, ἐνῶ ἀντίστοιχες ἀντιρρήσεις εἶχε καί ὁ Μέγας Βεζίρης. Ὁ Σεϊχουλισλάμης, ἀφοῦ ἀκολούθησε γιά ἕνα διάστημα παρελκυστική τακτική, τελικά δέν ἐξέδωσε τόν φετβᾶ καί πλήρωσε μέ τήν ζωή του τήν θαρραλέα καί ἔντιμη στάση του. Ἐπίσης παύθηκε καί ἔχασε τό κεφάλι του ὁ Μέγας Βεζίρης Ἀλί Μπεντερλί Πασᾶ, πού τόν ἀντικατέστησε ὁ Σαλίχ Πασᾶ, ἀποφασισμένος νά τηρήσει σκληρή στάση ἔναντι τῶν Ἑλλήνων. Στίς 20 Μαρτίου, ἡ Πύλη παρέδωσε στόν διερμηνέα Κ. Μουρούζη γιά μετάφραση τό διάταγμα περί ἀμνηστίας, ὑπό τόν ὅρο, νά ἀποβάλουν οἱ Ἕλληνες τοῦ λοιποῦ κάθε ἐπαναστατική ἰδέα καί νά παραμείνουν στό καθεστώς τοῦ ραγιᾶ. Συγχρόνως, ζητήθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη ἡ ἔκδοση ἀφορισμοῦ κατά τοῦ Ὑψηλάντη, τοῦ Μιχαήλ Σούτσου καί τῶν ἐξεγερμένων Ἑλλήνων πέρα ἀπό τόν Δούναβη, προσθέτοντας ὅτι, μόνον ὁ ἀφορισμός αὐτός θά μποροῦσε νά παρέχει κάποια ἐλπίδα ἀναβολῆς «στό ξίφος τοῦ Σουλτάνου πού ἐπικρεμόταν ἐπί τῶν κεφαλῶν των».

Τό ἐπιτακτικό δίλημμα ἦταν προφανές: προσχηματικός ἔγγραφος ἀφορισμός ἤ ἀπόρριψη τῆς σουλτανικῆς ἐπιθυμίας καί ἔκθεση τοῦ Ἑλληνισμοῦ στόν ἄμεσο κίνδυνο γενικῆς σφαγῆς, ἐν ὄψει καί τῶν βιαιοτήτων, πού, ἤδη, ἐκτυλίσσονταν καθημερινά στούς δρόμους τῆς Πόλης; Ἐδῶ, λοιπόν, τίθεται τό ἑξῆς ἁπλό ἐρώτημα: Ἄν ὁ Κοραῆς, πού τοποθετοῦσε τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης πενῆντα χρόνια ἀργότερα, ἐπειδή θεωροῦσε ὡς ἀναγκαία προϋπόθεσή της τήν ἀπόκτηση παιδείας ἀπό τό Γένος καί ἄν ὁ Καποδίστριας, πού, λόγω τῆς ἐμπειρίας του περί τήν διεθνῆ διπλωματία τῆς ἐποχῆς, ἔκρινε ἀνώριμες τίς συνθῆκες γιά τόν ξεσηκωμό, δικαιολογοῦνται πλήρως γιά τόν εὔλογο προβληματισμό τους καί τήν σωφροσύνη τους, γιατί θεωρεῖται «προδότης» ὁ μαρτυρικός Πατριάρχης, πού ἦταν ὑποχρεωμένος νά προστατεύσει τό ποίμνιό του καί νά ἀναζητήσει τρόπο ἀποφυγῆς τῆς ἐπαπειλούμενης γενικῆς σφαγῆς τῶν Ἑλλήνων, στήν Πόλη;

Τίς πραγματικές προθέσεις τοῦ Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ ἀναδεικνύει ἡ προκήρυξη γιά τόν ἀπαγχονισμό του, πού ἐξέδωσε ἡ Ὑψηλή Πύλη, στίς 9 Ἀπριλίου 1821 (βλ. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἀθήνα, 1976, τ. ΙΒ΄, σελ. 134): «Ὁ δόλιος Ἕλλην Πατριάρχης, καίτοι κατά τό παρελθόν εἶχε δώσει πλαστά δείγματα ἀφοσιώσεως, ὅμως κατά τήν περίπτωσιν ταύτην, μή δυνάμενος νά ἀγνοῇ τήν συνωμοσίαν τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ ἔθνους του […], ὅμως ἕνεκα τῆς ἐμφύτου διαφθορᾶς τῆς καρδίας του, οὐ μόνον δέν εἰδοποίησε, οὐδέ ἐπετίμησε τούς ἀφελεῖς […], ἀλλά, κατά τά φαινόμενα, αὐτός ὁ ἴδιος, ὄπισθεν τῶν παρασκηνίων, ἕδρα κρυφίως, ὡς ἀρχηγός τῆς ἐπαναστάσεως. […] Ἀλλ’ ὁ δόλιος, ἀντί νά μετανοήσῃ καί ἐπανέλθῃ πρῶτος εἰς τό καθῆκόν του, ἀντιθέτως αὐτός ὁ ἴδιος περισσότερον ἀπό τούς ἄλλους ὑπῆρξεν ἡ ἀπόλυτος αἰτία ὅλων τῶν ταραχῶν, αἵτινες ἐξέθεσαν μέχρι τοῦδε εἰς κίνδυνον τήν δημοσίαν τάξιν καί γαλήνη. Ἐβεβαιώθη ὅτι, Πελοποννήσιος ὁ ἴδιος ἐκ καταγωγῆς, συμμετέσχεν εἰς τάς ταραχάς τῆς Πελοποννήσου καί εἰς ὅλα τά αἴσχη τά ὁποῖα ἐσημειώθησαν εἰς τήν ἐπαρχίαν Καλαβρύτων ἀπό ἄτομα διεφθαρμένα καί ἀποπλανηθέντα. Ὁ ἴδιος εἶναι ἡ αἰτία τοῦ ὀλέθρου καί τῆς καταστροφῆς, ἥτις –μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ– θά τούς πλήξει. Διαπιστωθείσης ὅθεν ἀπό πᾶσαν ἄποψιν τῆς προδοσίας, οὐ μόνον κατά τῆς Ὑψηλῆς Πύλης, ἀλλ’ εὐθέως καί κατά τοῦ ἰδίου αὐτῶν ἔθνους, ἦτο ἀναγκαῖον ἡ ρυπαρά ὕπαρξίς του νά ἐκλείψει ἀπό τῆς γῆς, διό ἀπηγχονίσθη, ἵνα χρησιμεύσει πρός παραδειγματισμόν τῶν ἄλλων.» Ἄς σημειωθεῖ ὅτι, τό κείμενο τῆς προκήρυξης αὐτῆς, στήν τουρκική γλῶσσα, ἀναρτήθηκε στό στῆθος τοῦ νεκροῦ Πατριάρχη…

Ἀλλά τό μέγεθος τῆς θυσίας τοῦ Γρηγορίου Ε΄ ἀποκαθιστᾶ, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη, ἡ μαρτυρία τοῦ, ἐπί πολλά ἔτη, διερμηνέα, ἐν συνεχεία γραμματέα καί ἀργότερα ἐπιτετραμμένου τῆς Ὁλλανδίας στήν Πόλη, Gaspard Testa, μᾶλλον φίλα προσκειμένου πρός τήν ὀθωμανική ἐξουσία, ὁ ὁποῖος, σέ σχετική ἔκθεσή του (βλ. Γεωργίου Ζώρα, Ὁ Ἀπαγχονισμός τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄ εἰς τήν ἔκθεση τοῦ Ὁλλανδοῦ Ἐπιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Ἀθήνα 1976, σελ. 13-14), πού ἀπέστειλε πρός τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῆς χώρας του, τήν ἑπομένη τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ Πατριάρχη, ἐπισημαίνει, μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «…Τήν ἑπομένην, ἡμέραν τοῦ Πάσχα, ὁ πληθυσμός ὅστις κατείχετο ἤδη ἀπό βαθυτάτην θλῖψιν καί τρόμον, ᾐσθάνθη νά αὐξάνῃ ἡ κατήφειά του, ὅτε ἐπληροφορήθη ἀπροσδοκήτως ὅτι ὁ Ἕλλην Πατριάρχης εἶχε μόλις ἀπαγχονισθῇ, εἰς τήν συνοικίαν Φανάρ, εἰς τό ἐσωτερικόν τῆς πύλης τοῦ μεγάρου του καί ὅτι μερικοί μητροπολῖται, οἵτινες ἀπό πολλῶν ἡμερῶν εὑρίσκοντο εἰς εἱρκτήν, μεταξύ δέ τούτων ὁ Ἐφέσου, ὁ Νικομηδείας καί ὁ Βοσπόρου κ.λπ. εἶχον ὑποστῇ ἐπίσης τήν αὐτήν τύχην. Ὁ ἀρχηγός οὗτος τῆς Ἐκκλησίας, ὀνόματι Γρηγόριος, εἶχε ἐξελεγχθῇ ὡς συνένοχος καί κύριος ὑποκινητής τῆς συνωμοσίας τῶν Ἑλλήνων. Γεννηθείς εἰς Πελοπόννησον καί ἐπιθυμῶν κατά καλύτερον τρόπον νά ἀποκρύψει τό “παιγνίδι” του ἀπό τούς ὀφθαλμούς τῆς Κυβερνήσεως, εἶχε καταστεῖ, λέγουν, ἐγγυητής ὑπέρ τοῦ μητροπολίτου Πατρῶν (ἐννοεῖται ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός), ὑποκινητοῦ τῆς ἐπαναστάσεως τῆς Πελοποννήσου. Πιστοποιηθείσης τῆς συμμετοχῆς του διά σαφῶν ἀποδείξεων καί ἐγγράφων, ὁ σουλτάνος τοῦ ἐπέβαλε τήν ποινήν τήν ὁποίαν ἐπέσυρε τό κακούργημά του. Ἡ συνημμένη προκήρυξις, ἀναρτηθεῖσα ἐπί τοῦ νεκροῦ, θά πληροφορήσῃ τήν Ὑμετέρα Ἐξοχότητα περί τῶν κατηγοριῶν αἵτινες τόν ὁδήγησαν εἰς τήν ἀγχόνη. Χθές ἀργά τό πτῶμα τοῦ Ἱερωμένου τούτου ἐσύρθη ὑπό Ἑβραίων ἀπό τοῦ Πατριαρχείου μέχρι τῆς ἀκτῆς καί ἐρρίφθη ἐπονειδίστως εἰς τήν θάλασσαν…».

Ἡ γαλλόφωνη ἐφημερίδα τῆς Σμύρνης «Le Spectateur Oriental», διακείμενη φιλικά πρός τόν Σουλτάνο, στό φύλλο τῆς 12ης Μαΐου 1821 καί σέ ἀνταπόκρισή της ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη ἔγραψε, μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «…Στίς 8 Ἀπριλίου οἱ Τοῦρκοι σφάζουν ὅποιον Ἕλληνα βλέπουν νά περπατᾶ στούς δρόμους… Φονεύουν καί ἄτομα διαφόρων ἐθνικοτήτων πού συνάντησαν στίς ὄχθες τοῦ καναλιοῦ… Τήν Κυριακή 10 Ἀπριλίου ἀνήμερα τοῦ Πάσχα ὁ Ἕλληνας Πατριάρχης κατηγορήθηκε γιά συνεννόηση μέ τούς ἐπαναστάτες καί κρεμάστηκε δημόσια μαζί μέ τρεῖς ἐπισκόπους καί ὀκτώ παπάδες… Τό σῶμα τοῦ Πατριάρχη ἔμεινε κρεμασμένο στήν ἀγχόνη τρεῖς ἡμέρες. Μετά τό σῶμα του ἔσυραν Ἑβραῖοι μέσα ἀπό ὅλους τούς δρόμους τῆς πόλης καί τό πέταξαν στή θάλασσα…». Ἀξίζει, ἐπίσης, νά ὑπενθυμίσουμε στούς ἀναιδεῖς ἀναθεωρητές τῆς Ἱστορίας μας ὅτι ὅ ἴδιος ὁ «ἀφορισμένος» ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης, ἤδη ἀπό τίς 29 Ἰανουαρίου 1821, ἔγραφε πρός τόν Κολοκοτρώνη τά ἑξῆς: «…Ὁ Πατριάρχης, βιαζόμενος παρά τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφοριστικά… ἐσεῖς ὅμως νά θεωρῆτε πάντα ταῦτα ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μέ βίαν καί ἄνευ θελήσεως…». Καί μετά τή μάχη τοῦ Δραγατσανίου, στήν τελευταία του ἡμερήσια διαταγή (8 Ἰουνίου 1821), πρίν συλληφθεῖ ἀπό τούς Αὐστριακούς, ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης καταγγέλλει ὅσους δέν τόν βοήθησαν στό ἀγῶνα του νά ἐκδικηθεῖ «τό ἱερόν αἷμα τῶν κατασφαγέντων ἀπανθρώπως κορυφαίων ὑπουργῶν τῆς θρησκείας Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων καί μυρίων ἄλλων ἀθώων ἀδελφῶν»…
Τέλος, ἄς σημειωθεῖ ὅτι, λίγες ἡμέρες νωρίτερα (4 Ἀπριλίου), εἶχε καρατομηθεῖ ὁ Μέγας Διερμηνέας τῆς Πύλης Κωνσταντῖνος Μουρούζης ἐνῶ τήν ἀγχόνη τοῦ Πατριάρχη ἀκολούθησε, στίς 6 Μαΐου, ἡ δολοφονία τοῦ Νικολάου Μουρούζη, δραγουμάνου τοῦ στόλου. Στή συνέχεια ἀπαγχονίστηκαν ὁ Ἐφέσου Διονύσιος, ὁ Ἀγχιάλου Εὐγένιος, ὁ Τυρνόβου Ἰωαννίκιος, ὁ Ἀδριανουπόλεως Δωρόθεος, ὁ Θεσσαλονίκης Ἰωσήφ, ὁ Δέρκων Γρηγόριος, ἐνῶ ὁ Νικομήδειας Ἀθανάσιος πέθανε ἀπό τίς κακουχίες τῆς φυλακίσεώς του καί τά βασανιστήρια. Συνολικά δέ, τά θύματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης στήν Πόλη, ὑπολογίζονται σέ δέκα χιλιάδες…

Αὐτή εἶναι ἡ ἀδιαμφισβήτητη ἱστορική πραγματικότητα. Τήν ἐπιβεβαιώνουν ὄχι «ἀπό καθέδρας», ἀναπαυτικά καθήμενοι καί ἀνοήτως διαλογιζόμενοι, ἀλλά ἀπό τά αἱματοβαμμένα πεδία τοῦ Ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ μας Ἀγῶνα, ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης καί ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Δηλαδή αὐτοί πού ἔκαναν τήν Ἐπανάσταση καί ὄχι οἱ ἀπόλεμοι σημερινοί κιβδηλοποιοί καί παραχαράκτες.


Κεντρικό θέμα