Γεγονός ἀναμφισβήτητο
Ἡ σύγχρονη Ἑλλάς δέν ἔχει ἰδιαίτερη ἐκτίμηση στά ἀγάλματα καί τά γλυπτά, γενικῶς. Ἡ Ἀθήνα, ἡ ὁποία θά ἔπρεπε νά εἶναι γεμάτη ἀγάλματα καί προτομές, εἶναι ἡ πτωχότερη πόλη τῆς Εὐρώπης σέ μνημεῖα καί γλυπτά.
Καί μήν ἀκούσουμε πάλι τίς ἐλαφρότητες τοῦ εἴδους «ὅταν ἔχεις τόν Παρθενῶνα, τόν ναό τοῦ Ἐπικουρείου Ἀπόλλωνος, τόν ναό τῆς Ἀφαίας Ἀθηνᾶς, τούς στύλους τοῦ Ὀλυμπίου Διός, τόν ναό τοῦ Ποσειδῶνος στό Σούνιο, τό Δίον, τούς Δελφούς, τήν Βεργίνα, τί νά τά κάνεις τά ἀγάλματα;» διότι ὅλα αὐτά εἶναι «ἄλλα λόγια ν’ ἀγαπιόμαστε»…
Περπατᾶς στούς δρόμους τῆς Πράγας, τῆς Βουδαπέστης, τῆς Βιέννης, τῆς Ρώμης, τῶν Παρισίων, τοῦ Λονδίνου, καί κάθε τόσο σταματᾶς γιά νά διαβάσεις σέ ποιόν ἀνήκει τό ἄγαλμα ἤ ποιός εἶναι ὁ δημιουργός μιᾶς γλυπτικῆς συνθέσεως, ἡ ὁποία ἐκτίθεται σέ δημόσια θέα.
Ποιά εἶναι τά γλυπτά στά ὁποῖα μπορεῖ νά σταματήσει ὁ τουρίστας στήν Ἀθήνα; Δέν θά ἔπρεπε στόν ὡραῖο πεζόδρομο Ἀποστόλου Παύλου νά ἔχουν φιλοτεχνηθεῖ ἀπό Ἕλληνες γλύπτες τά ἀγάλματα τοῦ Σοφοκλέους, τοῦ Εὐριπίδη, τοῦ Αἰσχύλου καί τοῦ Ἀριστοφάνους; Δέν θά ἔπρεπε ἐκεῖ, στούς «Ἀέρηδες», νά ὑπάρχει καί ἕνα ἄγαλμα τοῦ Διογένους; Δέν θά ἔπρεπε νά ὑπάρχουν στήν Ἀθήνα τά ἀγάλματα καί τῶν Δώδεκα Θεῶν τοῦ Ὀλύμπου; Γιατί νά μήν ὑπάρχει ἕνας ἐπιβλητικός Θησεύς στό Θησεῖο; Γιατί νά μήν ὑπάρχουν τά ἀγάλματα τῶν Μουσῶν στόν ὁμώνυμο λόφο; Ποῦ εἶναι ὁ Θεμιστοκλῆς, ὁ Μιλτιάδης, ὁ Κίμων, ὁ Ὅμηρος, ὁ Ξενοφῶν, ὁ Παυσανίας, ὁ Ἡρόδοτος, ὁ Ἱπποκράτης, ὁ Θαλῆς καί οἱ ἄλλοι τῶν Ἑπτά Σοφῶν;
Πόσο θά κόστιζε στόν Δῆμο Ἀθηναίων καί στό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ νά διαθέτουν χρήματα καί κάθε χρόνο νά ἔχουμε καί κάποια νέα σημεῖα ἀναφορᾶς; Ὅσο γιά τήν τεχνοτροπία, δέν λέω, καλή εἶναι καί στή σύγχρονη ἀντίληψη περί τέχνης. Ἀλλά στήν Ἀθήνα, τήν πρωτεύουσα τοῦ κλασικοῦ, θά ἔπρεπε νά ἔχουν θέση γλυπτά πού θά παραπέμπουν στόν χαρακτῆρα τῆς πόλεως. Στήν διεθνῆ τουριστική ἀγορά εἴμαστε γνωστοί γιά τόν Παρθενῶνα, τό Θησεῖο, τήν Πνύκα, τό Σούνιο, τούς Δελφούς. Καλῶς ἤ κακῶς, τά λεφούσια πού ξεχύνονται ἀπό τά κρουαζιερόπλοια καί μπαίνουν στά πούλμαν, δέν σταματοῦν στήν Συγγροῦ γιά νά ἐπισκεφθοῦν τό Ἐθνικό Μουσεῖο Σύγχρονης Τέχνης, ἀλλά κατευθύνονται πρός Ἀκρόπολη ἤ Σούνιο! Καί ἐπειδή χρησιμοποιῶ καθημερινῶς τό «μετρό», οἱ συρμοί ἀδειάζουν σχεδόν στόν σταθμό «Ἀκρόπολις» καί ὄχι στόν σταθμό «Συγγροῦ-Φίξ», πού ἀπέχει μόλις δύο λεπτά! Θά μποροῦσα νά μιλήσω καί γιά τήν πόλη μου, τόν Πειραιᾶ, ὅπου ἔχουμε ἕναν Βενιζέλο καί ἕναν Θεμιστοκλῆ, πού εἶναι προσωρινῶς καί οἱ δύο «ἀποσπασμένοι» σέ ἄλλα σημεῖα λόγω τῶν ἔργων τοῦ «μετρό», ἕναν Καραϊσκάκη στό λιμάνι καί ἕναν Κολοκοτρώνη, παραχωμένο ἀνάμεσα σέ καταστήματα καί καφετέριες! Δυστυχῶς, ἡ χώρα πού γέννησε τήν γλυπτική, πού ἀνάθρεψε τόν Φειδία, τόν Ἀλκαμένη, τόν Πολύκλειτο, τόν Κηφισόδοτο καί τόσους ἐξαίρετους γλύπτες, ἔχει πάρει διαζύγιο ἀπό τήν αἰσθητική. Τελευταῖο δεῖγμα, τό «χρυσό» ἄγαλμα τῆς Μαρίας Κάλλας, πού στήθηκε, χωρίς νά ἔχει σχέση μέ τόν χῶρο ἀλλά καί μέ τήν μεγάλη μας «ντίβα», στόν πρό τοῦ Ἡρωδείου χῶρο! Τί νά πεῖ κανείς…