Τόν δίσκο τόν ἔφερε ὁ ἀδελφός μου ἀπό τήν Ἀγγλία, τό καλοκαίρι τοῦ 1967
Τήν προηγούμενη χρονιά (ἐρχόταν κάθε καλοκαίρι ἀπό τήν Ἀγγλία, ὅπου σπούδαζε) μοῦ εἶχε φέρει μιά ἠλεκτρική κιθάρα “Hofner”, τήν ἴδια μάρκα κιθάρας πού χρησιμοποιοῦσε ὁ Πώλ Μακάρτνεϋ. Ἡ κιθάρα ἐκείνη ἦταν ἡ ἀφορμή γιά νά σκαρώσουμε, μέ τέσσερεις φίλους, τό πρῶτο μας πόπ-ρόκ συγκρότημα…
Ὅταν ἔβαλα τόν δίσκο στό πίκ-ἄπ, μαγεύτηκα! Ὁ τίτλος τοῦ τραγουδιοῦ, “A whiter shade of pale”, μέ προβλημάτισε. Δέν μποροῦσα νά καταλάβω τί ἤθελε νά πεῖ τό «Μιά λευκότερη ἀπόδοση τῆς χλωμάδας». Τό ὄνομα τοῦ συγκροτήματος “Procol Harum” ἦταν ἡ δεύτερη ἀπορία. «Λατινικό» σκέφτηκα καί βάλθηκα νά ψάχνω τά λεξικά. Τελικά, ἀργότερα, ἔμαθα ὅτι ἦταν τό ὄνομα μιᾶς σιαμέζικης γάτας καί «δέν σήμαινε τίποτε»..! Μέ τό πού ἄκουσα τήν εἰσαγωγή, μέσα μου εἶπα «Μπάχ». Καί, πράγματι, δέν χρειάστηκε πολύ γιά νά ψιθυρίσω τήν μελωδία τοῦ “air on a string”, τοῦ μεγάλου πατέρα τῆς μουσικῆς. Κι ἔτσι, κάθισα στό πιάνο καί σέ δύο μέρες, εἶχα ὁλοκληρώσει τήν μελέτη τοῦ τραγουδιοῦ πού μέ εἶχε συνεπάρει…
Τό “A whiter shade of pale” ἔγινε ὁ ὕμνος τῆς μουσικῆς ψυχεδέλειας καί παραμένει ὥς σήμερα σύμβολο. Καί προχθές ἔφυγε ἀπό τήν ζωή σέ ἡλικία 76 ἐτῶν ὁ Γκάρυ Μπροῦκερ, ὁ ἄνθρωπος πού ὑπέγραψε τήν μουσική καί τραγούδησε τά κομμάτια τοῦ σπουδαίου ἐκείνου συγκροτήματος.
Ἀπό προχθές, ἡ μορφή τοῦ Μπροῦκερ ἔχει καταλάβει ἀπό τό διαδίκτυο ὅλη τήν γῆ. Ἕνα τραγούδι, μιά μελέτη ἐπάνω σέ κάποιες συγχορδίες τοῦ Μπάχ κι ἕνας «ἀκαταλαβίστικος» στίχος τοῦ Κήθ Ρήντ, τοῦ στιχουργοῦ τοῦ συγκροτήματος (Ἦταν τό μοναδικό συγκρότημα πού περιέλαβε στήν σύνθεσή του μόνιμο στιχουργό) ἦταν ἀρκετό γιά νά κατακτήσουν οἱ πέντε φίλοι ἀπό τήν Ἀγγλία τόν κόσμο ὁλόκληρο. Θυμᾶμαι, πού παίξαμε τό τραγούδι σέ ἕνα κινηματογράφο τῆς Πειραιῶς, σέ κάποιο ἀπό τά «Μουσικά πρωινά», πού τότε διοργανώνονταν κάθε Κυριακή πρωί στίς συνοικίες καί τό κέντρο. Μέ τό πού ἄρχισα νά παίζω τήν εἰσαγωγή στό μικρό μου δίσκαλο ὄργανο “Livingston” (ἀργότερα, στά σαράντα μου ἀπέκτησα Hammond), ἡ νεολαία στό κατάμεστο σινεμά σώπασε καί ἁπλώθηκε στόν χῶρο μιά κατανυκτική ἡσυχία. «Τελικά ὁ Μπάχ εἶναι ὁ πατέρας μας» σκέφθηκα. Ἦταν ἡ πρώτη φορά πού τό κοινό μᾶς ζήτησε νά ξαναπαίξουμε ἕνα κομμάτι! Καί ἤμασταν στήν σκηνή πέντε δεκαεφτάρηδες, τό 1967! Ἦταν ὁ καιρός πού ἡ μουσική συνόδευε τό βιβλίο καί ἡ ψυχεδέλεια ὁδηγοῦσε σέ ἀναζητήσεις…
Ποτέ μου δέν κατόρθωσα νά ἀποκρυπτογραφήσω τούς στίχους. «Χορέψαμε (;) τό ἐλαφρύ φαντάνγκο» λέει στήν ἀρχή τό τραγούδι. Τό “We skipped the light fandango”, ὅμως, εἶναι κάτι διαφορετικό. Δέν ἔχει ἑρμηνεία. Ἦταν ἕνας καθαρά ψυχεδελικός στίχος, δηλαδή ὁ δημιουργός του ἐξέφραζε ἁπλῶς ἐκεῖνο πού αἰσθανόταν, προσπαθῶντας νά τό ἀποδώσει μέ λέξεις οἱ ὁποῖες μπορεῖ νά μήν συνδέονταν ἐντελῶς μεταξύ τους! Ὅσο κι ἄν προσπαθήσει κανείς, δέν θά καταφέρει νά μάθει «τί ἤθελε νά πεῖ ὁ ποιητής». Μιά ὁλόκληρη γενιά δέν ἤξερε τί ἀκριβῶς ἤθελε νά πεῖ. Ἀλλά φώναξε δυνατά τίς ἀπορίες της. Καί ἀκόμη περιμένει ἀπάντηση!