Διεύρυνσις σέ νέες περιοχές ὅπως τόν Θερμαϊκό καί τήν Βορειοδυτική Πελοπόννησο
ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ δυνατότητες στήν ἀνάπτυξη τοῦ κλάδου τῶν ὑδρογονανθράκων καί τήν διενέργεια στοχευμένων ἐρευνῶν ἀπό τίς ἐνδιαφερόμενες ἑταιρεῖες «βλέπει» τό Ἰνστιτοῦτο Ἐνέργειας Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης ὑπογραμμίζοντας ὅτι ἀπό τά δεδομένα πού ἔχουν συλλεγεῖ μέχρι στιγμῆς, προκύπτει ὅτι τά κοιτάσματα τῆς Ἑλλάδος, τῆς Κύπρου καί τοῦ Ἰσραήλ μπορεῖ νά καλύψουν ἕως καί τό 20% τῶν ἀναγκῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως σέ φυσικό ἀέριο. Ταυτοχρόνως προτείνει τήν ἐπέκταση τῶν ἐρευνῶν σέ νέες περιοχές ὅπως ἡ θαλάσσια περιοχή νοτίως τῆς Κρήτης, ὁ Θερμαϊκός καί ἡ Βορειοδυτική Πελοπόννησος. «Εἶναι πολύ θετικό τό γεγονός ὅτι ὁ Πρωθυπουργός ἀνακοίνωσε τήν ἐντατικοποίηση τῶν ἐρευνῶν γιά ὑδρογονάνθρακες» τόνισε ὁ γενικός διευθυντής τοῦ ΙΕΝΕ Κωστῆς Σταμπολῆς, σημειώνοντας ὅτι ἡ χώρα πλήρωσε πέρυσι 8 δισ. εὐρώ γιά ὑδρογονάνθρακες, ποσόν πού ἐφέτος ἀναμένεται νά αὐξηθεῖ στά 10 δισ.
Μετά ἐνδελεχῆ ἀνασκόπηση τόσο τῆς ἕως τώρα ἐρευνητικῆς καί παραγωγικῆς ἐμπειρίας στήν Ἑλλάδα ὅσο καί τῶν ἐνεργειακῶν ἀναγκῶν τῆς χώρας, ἡ Ἔκθεσις τοῦ ΙΕΝΕ πού ἐπαρουσιάσθη χθές συμπεραίνει μεταξύ ἄλλων ὅτι:
– Παρά τίς διαχρονικές προσπάθειες τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου καί τῶν κοινοπρακτικῶν σχημάτων δημοσίων καί ἰδιωτικῶν ἑταιρειῶν ἑλληνικῶν καί ξένων, ἡ ἑλληνική βιομηχανία ὑδρογονανθράκων, πέρα τῆς δραστηριότητος στόν Πρῖνο, δέν κατώρθωσε νά ἀναπτυχθεῖ μέχρι σήμερα.
– Τόσο τό ἐπενδυτικό ρίσκο ὅσο καί τό ὑψηλό κόστος τῶν ἐρευνῶν δέν ἐπιβαρύνει καθόλου τόν ἐθνικό κρατικό προϋπολογισμό, ἀλλά ἀποκλειστικά τά ἀνάδοχα κοινοπρακτικά σχήματα.
– Τό μέγεθος καί ἡ οἰκονομική ἀξία τῶν δυνητικῶν ἀποθεμάτων ὑδρογονανθράκων δέν ἔχει ἀκόμη προσδιορισθεῖ μέ ἀκρίβεια, λόγῳ ἐλλιπῶν, πρός τό παρόν, ἐρευνητικῶν δεδομένων. Ὡστόσο, οἱ ἐκτιμήσεις τῆς ὑπάρξεως ἐγχώριων ὑδρογονανθράκων ἦταν καί ἐξακολουθοῦν νά εἶναι αἰσιόδοξες. Βάσει τῶν σημερινῶν στοιχείων αὐτές ὑπολογίζονται σέ 2.0-2.5 τρισεκατομμύρια κυβ. μέτρα ἀερίου.
– Ἡ παρουσία ἐνεργειακῶν ὁμίλων, ὅπως τῆς γαλλικῆς TotalEnergies καί τῆς ἀμερικανικῆς ExxonMobil, τῶν ἑλληνικῶν ΕΛ.ΠΕ. καί Energean, ἀλλά καί τό ἐκδηλωμένο ἐνδιαφέρον καί ἄλλων σημαντικῶν ἑταιρειῶν, ἐνισχύουν τήν προοπτική γιά ὕπαρξη πολύ σημαντικῶν ἀποθεμάτων ὑδρογονανθράκων, ἰδιαίτερα στή θαλάσσια περιοχή Ἰονίου καί δυτικά καί νοτιοδυτικά τῆς Κρήτης.
– Ἡ παρουσία τοῦ ἀγωγοῦ TAP, ὁ ὁποῖος εἶναι ἤδη ἐν λειτουργίᾳ, τοῦ διασυνδετήριου ἀγωγοῦ Ἑλλάδος-Βουλγαρίας (IGB), ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται ὑπό κατασκευή, τοῦ σχεδιαζόμενου EastMed καί τῶν τεσσάρων νέων FSRUs (δύο στήν Ἀλεξανδρούπολη, ἕνα στούς Ἁγίους Θεοδώρους Κορίνθου καί ἕνα στόν Βόλο), ἐνισχύουν τή γεωπολιτική καί γεωστρατηγική ἀξία τῆς χώρας μας καί τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῶν Βαλκανίων καί τῆς Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης.
– Ἡ σταδιακή ἐξασθένισις τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ διεθνῶς θά ὁδηγήσει σέ σταδιακή αὔξηση τῆς ζητήσεως καί παραγωγῆς τῶν ὑδρογονανθράκων. Ὅσο θά παραμένει μειωμένη ἡ προσφορά τόσο θά παραμένει ηὐξημένο τό ἐνεργειακό κόστος τῶν ὑδρογονανθράκων.