Καθόμουν στήν σειρά ἐννέα, μέ τόν Ἠλία Ἀσβεστόπουλο…
… τόν Πασχάλη καί τόν μάνατζερ Κώστα Ἀρβανίτη. Φίλοι παλιοί –ἐν μουσικῆ– καί καλοί, βρεθήκαμε, προσκεκλημένοι, στήν συναυλία τοῦ Σταύρου Ξαρχάκου, στό Δημοτικό Θέατρο Πειραιῶς.
Κάποια στιγμή, σιγοψιθυρίζαμε «Τά τραῖνα πού φύγαν’», καί εἴχαμε φτιάξει ἕνα ὄμορφο τρίο, καθώς ὁ ἀειθαλής δημιουργός διηύθυνε τήν ὀρχήστρα μέ τόν γνωστό –ἐξουθενωτικό– τρόπο, ἀπολαμβάνοντας κάθε νότα καί τονίζοντας κάθε σημεῖο, πότε ἁπλώνοντας τά χέρια καί πότε ἱπτάμενος, μέ ἐκεῖνα τά μικρά ἅλματα στά φινάλε…
Τόν Ξαρχάκο τόν θαυμάζω ἀπό παιδί. Μέ ἄγγιζαν πάντα οἱ μελωδίες του, λάτρεψα τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μεταχειρίσθηκε τό μπουζούκι, αὐτό τό ὑπέροχο ὄργανο, τό ὁποῖο ἡ σημερινή ἠλιθιότης τείνει νά παραμερίσει ἀπό τήν ἑλληνική μουσική πραγματικότητα.
Θυμᾶμαι ἀκόμη ἐκεῖνον τόν δίσκο, μέ τίτλο Χρώματα, πού ἔφερε στό σπίτι ὁ μεγάλος μου ἀδελφός. Εἶχα μαγευθεῖ ἀπό τήν δύναμη τῆς μουσικῆς, καθώς ὁ Ξαρχάκος χρησιμοποιοῦσε μεγάλη ὀρχήστρα, βγάζοντας μπροστά τά μπουζούκια καί τά πνευστά, ἀλλά καί μέ ἐκρήξεις στά ἔγχορδα. Μοναδική ἡ ὀρχηστρική ἀπόδοση τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ τραγουδιοῦ «Ἀφοῦ μιλᾶς γιά χωρισμό». Ἀγάπησα ἐπίσης πολύ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο χειρίσθηκε τήν μεγάλη φωνή τοῦ Γρηγόρη Μπιθικώτση, τήν μοναδική φωνή τῆς Μοσχολιοῦ ἀλλά καί τήν τρυφερότητα τοῦ τραβαδούρου Σταμάτη Κόκοτα!
Μέ τό πού θά καθίσω στό πιάνο, μέ μιά καλή συντροφιά, τά δάχτυλα θά τρέξουν μόνα τους στήν εἰσαγωγή ἀπό τό Ἕνα μεσημέρι, ἐκεῖνο τό ὑπέροχο τραγούδι πού ἔγραψε σέ ποίηση τοῦ μεγάλου δασκάλου μας Νίκου Γκάτσου, στό ἄλμπουμ ὑπό τόν τίτλο «Στοῦ Ὄθωνα τά χρόνια». Κι ὕστερα θά τραγουδήσουμε ὅλοι μαζί τήν «Ἄπονη ζωή», τήν «Φτωχολογιά», τό «Ἄσπρη μέρα καί γιά μᾶς», τό τραγούδι πού λάτρευε ὁ Τζώρτζης Ἀθανασιάδης καί πού τό τραγουδούσαμε ὅποτε βρισκόμασταν σέ δημοσιογραφική συντροφιά…
Ἔκλεισα, λοιπόν, τά μάτια, ἀδιαφόρησα γιά τούς ἀφελεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἀντί νά ἀπολαύσουν τήν μουσική, προσπαθοῦν νά γράψουν στά κινητά τους τήν συναυλία, καί ἀφέθηκα στήν ἀπόλαυση τῶν μουσικῶν διαμαντιῶν τοῦ Ξαρχάκου, στήν ἐκδήλωση πού διοργάνωσε τό Κανάλι Ἕνα, τό Δημοτικό Ραδιόφωνο τοῦ Πειραιῶς, τό ὁποῖο δημιούργησε ὁ (παρών χθές) Ἀνδρέας Ἀνδριανόπουλος, μέ μιά δυνατή ὁμάδα (Μάριος Νότας, Ἀλέξανδρος Βέλιος, Νῖκος Χρυσαφόπουλος, Νῖκος Χάλαρης, ἡ ταπεινότης μου, καί ὁ Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ἀντιδήμαρχος Πολιτισμοῦ τότε, μέ τόν Ξαρχάκο νά κατέχει τήν ἴδια θέση στόν Δῆμο Ἀθηναίων, μέ δήμαρχο τόν ἀλησμόνητο Μιλτιάδη Ἔβερτ…
Τό Κανάλι Ἕνα, λοιπόν, στοῦ ὁποίου τήν διεύθυνση βρέθηκα γιά δεκατέσσερα χρόνια, ἔκλεισε χθές τά 35 του χρόνια. Καί παραμένει ἕνας ζωντανός ὀργανισμός (ἔπαινος στούς δημάρχους πού διατηροῦν τά δημοτικά ραδιόφωνα, φωνές ἀδέσμευτες καί μέ μουσικούς παραγωγούς χωρίς λίστες τῶν ἑταιρειῶν) καί συγχαρητήρια στήν παροῦσα διοίκηση, πού εἶχε τήν ἰδέα νά καλέσει τόν Σταῦρο Ξαρχάκο, τόν ὁποῖο συνόδευσε καί ἡ ὀρχήστρα νέων τοῦ Δημοτικοῦ Ὠδείου Πειραιῶς μέ τήν ἐπιμέλεια τῆς Σταυρούλας Μέντη.
Ἦταν μιά ἐξαιρετική βραδυά, μέ τίς φωνές τῆς Ἡρῶς Σαΐα καί τοῦ Ζαχαρία Καρούνη (ἔκπληξη), μέ τήν μουσική πού μᾶς λείπει, μέ τραγούδια καί μελωδίες τῆς ἐποχῆς κατά τήν ὁποία τό ἑλληνικό τραγούδι ἀπογειώθηκε χάρη στούς μεγάλους δημιουργούς.
Καί ὁ Σταῦρος Ξαρχάκος, ὁ Ἑρμῆς τῆς τσέπης, ὅπως τόν ἀποκαλοῦσαν τά κορίτσια τῆς νιότης μας, μᾶς θύμισε ὅτι ἡ ποιότητα ὑπάρχει ἀκόμη. Εὐχαριστοῦμε!