Οἱ δισταγμοί Κανελλόπουλου νά ἀναλάβει τήν ἐξουσία, τό σχέδιο ἀνατροπῆς τῆς δικτατορίας ἀπό τήν «Ἕνωση Ἐθνικῆς Σωτηρίας», ἡ συναίνεσις Γκιζίκη καί ὁ ἄγνωστος ρόλος τοῦ νομικοῦ Σπύρου Νικολάου
τοῦ Τίτου Ἰω. Ἀθανασιάδη
ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς στήν Κύπρο, ἡμέρα Παρασκευή, 19 Ἰουλίου 1974, λίγο μετά τό μεσημέρι, μιά ἀντιστασιακή ὁμάδα μέ τήν ἐπωνυμία «Ἕνωση Ἐθνικῆς Σωτηρίας» (ΕΕΣ), ἀπό γενναίους ἀπότακτους ἀπό τή δικτατορία ἀξιωματικούς καί τολμηρούς πολῖτες ἀποτελουμένη, ἀποφάσισε ν’ ἀναλάβει πρωτοβουλία γιά τήν ἀνατροπή τῆς χούντας καί τήν περιέλευση τῆς ἐξουσίας στόν κυριότερο ἐκπρόσωπο τοῦ ἐν Ἑλλάδι, ἐκεῖνες τίς κρίσιμες ὧρες, εὑρισκομένου πολιτικοῦ κόσμου, τελευταίου πρωθυπουργοῦ Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Ἡ πολιτειακή καί πολιτική μεταβολή τήν ὁποία εὐχόταν καί προσδοκοῦσε ὁ ἑλληνικός λαός ἐπί ἑπταετία θά γινόταν μέ εἰρηνικό τρόπο, μετά ἀπό συναίνεση τοῦ κορυφαίου ἐκπροσώπου τῆς δικτατορίας, Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, στρατηγοῦ Φαίδωνα Γκιζίκη, ὁ ὁποῖος βρισκόταν στό γραφεῖο του στά Παλαιά Ἀνάκτορα (σημερινή Βουλή), ζαλισμένος ἀπό τή φουρτούνα στήν ὁποία εἶχε ἐμπλακεῖ τό Ἔθνος μετά τό ἄφρον πραξικόπημα τῆς χούντας, ὑπό τόν ἀόρατο δικτάτορα, ταξίαρχο Δημ. Ἰωαννίδη, ἐναντίον τοῦ Κυπρίου προέδρου Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου. Γιά τό πραξικόπημα αὐτό, ἔφερε καί ὁ ἴδιος (ὁ Γκιζίκης) εὐθύνη, ὡς τυπικός ἔστω ἡγέτης τῆς δικτατορίας.
Τώρα, μέ τήν Τουρκία ν’ ἀπειλεῖ ἀπόβαση στήν Κύπρο καί πόλεμο κατά τῆς Ἑλλάδας στό Αἰγαῖο, οἱ εὐθῦνες τοῦ στρατηγοῦ Γκιζίκη ἦταν δυσβάστακτες. Ξεπερνοῦσαν τίς δυνάμεις του, πολύ περισσότερο πού αὐτός πού κινοῦσε τούς μηχανισμούς τῆς δικτατορίας, ταξίαρχος Δημ. Ἰωαννίδης, εἶχε λουφάξει σέ κάποιο γραφεῖο τοῦ Ἐπιτελείου καί οἱ πραιτωριανοί τοῦ τελευταίου παρά τήν παράνοια τῶν χειρισμῶν τοῦ ἀόρατου δικτάτορα, εἶχαν ἀπομονώσει τόν «Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας» ἀποκλείοντάς του κάθε ἐπαφή μέ τρίτο πρόσωπο.
Ὁ μόνος πολίτης πού μποροῦσε νά δεῖ τόν Γκιζίκη, νά συνομιλήσει μαζί του καί νά τοῦ παράσχει μιά ἄλλη γνώμη, ἦταν ὁ ἀποσπασμένος σ’ αὐτόν ἀπό τό Συμβούλιο Ἐπικρατείας, πάρεδρος τοῦ Συμβουλίου, Σπῦρος Νικολάου.
Καί ὁ Σπῦρος Νικολάου ἦταν κρυφό μέλος τῆς μυστικῆς ἀντιστασιακῆς ὀργάνωσης ΕΕΣ, μέ τή συγκατάθεση ἄλλωστε τῆς ὁποίας ἀνέλαβε τό πόστο τοῦ νομικοῦ συμβούλου, ἀρχικά (Αὔγουστος τοῦ 1973) τοῦ Γ. Παπαδόπουλου καί μετά τήν ἀνατροπή τοῦ τελευταίου, τήν 25 Νοεμβρίου 1973, τοῦ Φ. Γκιζίκη.
Ἔχοντας κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη, ἴσως καί τήν φιλία τοῦ Γκιζίκη, ὁ Σπῦρος Νικολάου ὑπεδείκνυε σ’ αὐτόν τούς κινδύνους πού ἐγκυμονοῦσε γιά τό Ἔθνος μιά καταστροφή στήν Κύπρο, τῆς ἴδιας βαρύτητας ἴσως μέ τήν καταστροφή τοῦ Ἑλληνισμοῦ στή Μικρά Ἀσία. Καί τίς εὐθῦνες, τίς προσωπικές, πού θά εἶχε ὁ ἴδιος ἔναντι τῆς Ἱστορίας ἀπό μιά τέτοια καταστροφή.
Τό ἀπόγευμα, λοιπόν, τῆς 19 Ἰουλίου 1974, ὁ Νικολάου θά προσπαθοῦσε νά πείσει τόν Γκιζίκη νά παραδώσει τήν ἐξουσία στόν πολιτικό κόσμο καλῶντας γι’ αὐτό στό γραφεῖο του τόν Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Τήν ἴδια ὥρα, τά δύο κύρια ἡγετικά στελέχη τῆς ὀργάνωσης ΕΕΣ, οἱ ἀδελφοί Ἄγγελος καί Κώστας Πνευματικός, ταγματάρχης ὁ πρῶτος (ἐπίτιμος ἀντιστράτηγος σήμερα) καί λοχαγός (ἐπίτιμος συνταγματάρχης μετά τή δικτατορία) ὁ δεύτερος, θά μετέβαιναν στό γραφεῖο τοῦ τέως πρωθυπουργοῦ Παναγιώτη Κανελλόπουλου γιά νά τόν ἐνημερώσουν γιά τίς ἐνέργειες τοῦ Νικολάου καί νά τόν παρακινήσουν νά ζητήσει συνάντηση μέ τόν Γκιζίκη.
Περί τό δειλινό τῆς Παρασκευῆς καί ἐνῶ οἱ πληροφορίες περί ἐπικείμενης ἀπόβασης τῶν Τούρκων στήν Κύπρο μεταδίδονταν ἡ μία κατόπιν τῆς ἄλλης ἀπό τά διεθνῆ πρακτορεῖα εἰδήσεων, ὁ Σπῦρος Νικολάου καί οἱ ἀδελφοί Πνευματικοί συμφώνησαν ὅτι ὁ Γκιζίκης ἦταν «ὥριμος» νά πεῖ τό «ναί» στούς πολιτικούς.
Ὁ Ἄγγελος καί ὁ Κώστας Πνευματικός ἀνέλαβαν τότε νά ἐνημερώσουν καί νά παροτρύνουν τόν Παν. Κανελλόπουλο, μέ τόν ὁποῖο συνδέονταν ἀπό καιρό λόγῳ τῆς δράσης τους. Μετέβησαν γι’ αὐτό στό γραφεῖο του στήν ὁδό Ἀκαδημίας 33, ὅπου ἐκείνη τήν ὥρα βρίσκονταν οἱ πολιτικοί Παν. Παπαληγούρας καί Γ. Σταμάτης, ὅπως καί ὁ ἀνηψιός του Διον. Λιβανός.
Στόν Παν. Κανελλόπουλο ἀνέλαβε νά μιλήσει ὁ Ἄγγελος Πνευματικός, ὁ ὁποῖος περιέγραψε τή δυσχερῆ θέση στήν ὁποία εἶχε περιέλθει ὁ Φ. Γκιζίκης καί τό χάος στό ὁποῖο εὑρίσκετο τό σύνολο τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ, ἐνῶ ἡ κυβέρνηση Ἀνδρουτσοπούλου εἶχε ἐξαφανιστεῖ καί κατόπιν αὐτοῦ ἐπεβάλλετο ἡ παρέμβαση τοῦ πολιτικοῦ κόσμου ὑπό τήν ἡγεσία του. Κάνοντας χρήση τῶν ἀνεκδότων ἀπομνημονευμάτων τοῦ Ἀγγέλου Πνευματικοῦ θά δημοσιεύσουμε σέ προσεχῆ σημειώματά μας τήν ἔκκληση τοῦ κορυφαίου ἀντιστασιακοῦ ἀξιωματικοῦ πρός τόν κορυφαῖο πολιτικό ἀντιστασιακό γιά ἄμεση δράση, μέ τή φράση «στά χέρια σας εἶναι, κύριε Πρόεδρε, ἡ Ἑλλάδα καί ἡ Δημοκρατία».
Δυστυχῶς ὁ Ἄγγελος Πνευματικός τό μόνο πού πέτυχε ἦταν ὑπόσχεση τοῦ Παν. Κανελλόπουλου, ὅτι θά τηλεφωνοῦσε στήν Προεδρία τῆς Δημοκρατίας τήν ἑπομένη γιά μιά συνάντηση μέ τόν Φ. Γκιζίκη.
Τήν ἑπομένη τό πρωί ὅμως (ὥρα 5) εἶχε ἀρχίσει ἡ ἐπιχείρηση τῆς ἀπόβασης τῶν Τούρκων στήν Κύπρο καί λίγο μετά, ὅταν ὁ Παν. Κανελλόπουλος τηλεφώνησε στόν Γκιζίκη, μετά τηλεφωνική προτροπή καί τοῦ Σπ. Νικολάου ὁ Πρόεδρος εἶχε κληθεῖ σέ σύσκεψη στό Πεντάγωνο.
Εἶναι προφανές ὅτι ὁ ἀείμνηστος, κορυφαῖος πολιτικός Παν. Κανελλόπουλος, ἐπιθυμοῦσε νά ἔχει λίγο χρόνο γιά νά σκεφτεῖ τά περί τῆς ἐνεργείας του. Θά τό ἔκανε κατά τή διάρκεια τῆς νυκτός. Γι’ αὐτό εἶπε στόν Πνευματικκό ὅτι θά τηλεφωνοῦσε στόν Γκιζίκη τό πρωί καί ἀφοῦ συνεννοοῦνταν μέ τόν Γ. Μαῦρο.
Δέν ἀποκλείεται νά πέρασε τότε ἀπό τό μυαλό τοῦ Ἀχαιοῦ πολιτικοῦ ἡ ἱστορία τοῦ θείου του (ἀδελφοῦ τῆς μητέρας του) Δημ. Γούναρη καί ἡ τραγική κατάληξή της μετά τή Μικρασιατική καταστροφή. Ἤ ἀκόμη καί τό λάθος πού ἔκανε ἐνεργῶντας ἐναντίον τῆς ΕΚ ἀρχές Ἀπριλίου 1967, πού ἐκμεταλλεύτηκε κατόπιν ἡ χούντα γιά νά καταλάβει τήν ἐξουσία.
Οἱ κρίσιμες ὅμως αὐτές ὧρες ἀποδείχθηκαν μοιραῖες γιά τήν Κύπρο.
Εἶναι πολύ πιθανόν, ἐάν ὁ Παν. Κανελλόπουλος ἄκουγε τόν Ἄγγ. Πνευματικό καί πήγαινε στόν «ὥριμο» νά παραδώσει τή ἐξουσία Γκιζίκη –λόγῳ τῆς ἐργασίας πού εἶχε κάνει γι’ αὐτό ὁ Σπ. Νικολάου– ἡ τουρκική ἐπιχείρηση στήν Κύπρο νά μήν εἶχε τήν ἔκταση τήν ὁποία ἔλαβε ἤ ἀκόμη καί νά ματαιώνονταν.
Διότι τήν συμφωνία Κανελλόπουλου-Γκιζίκη θά ἀκολουθοῦσε ἀσφαλῶς δήλωση τοῦ πρώτου ὅτι ἀποκαθίσταται ἀμέσως ἡ συνταγματική νομιμότητα στήν Κύπρο, ὁπότε οἱ Τοῦρκοι δέν θά εἶχαν νομικό ἔρεισμα (ἄν μπορεῖ νά σταθεῖ τέτοιο ἔρεισμα, διεθνῶς) γιά νά ὑποστηρίξουν, πρᾶγμα πού ἔκαναν τίς ἑπόμενες ἡμέρες στόν ΟΗΕ, ὅτι δηλαδή εἰσέβαλαν στήν Κύπρο γιά ν’ ἀποκαταστήσουν τή συνταγματική τάξη.
Ἐνῶ ἡ παράδοση τῆς ἐξουσίας στούς πολιτικούς θά προκαλοῦσε κάποια εὐφορία στή Δύση πού θά ἔσπευδε νά στηρίξει τήν ἀλλαγή καί νά ἐναντιωθεῖ ζωηρά, παρεμβαίνοντας γι’ αὐτό ἄμεσα κατά πάσης στρατιωτικῆς τουρκικῆς ἐνεργείας στήν Κύπρο.
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ὁ χειρισμός τῆς Κυπριακῆς ὑπόθεσης ἀπό πολιτική Κυβέρνηση θά ἦταν διαφορετικός ἀπό τόν ἀποτυχημένο χειρισμό ἐκ μέρους τῆς χούντας. Ἐνῶ καί ἄν ἀκόμη ἄρχιζε ἡ τουρκική ἀπόβαση, ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα νά μήν συνεχιζόταν λαμβανομένων ὑπ’ ὄψη καί τῶν σοβαρῶν ἀπωλειῶν πού εἶχαν οἱ Τοῦρκοι τά πρῶτα εἰκοσιτετράωρα.
Πέραν αὐτῶν ἄλλο ἦταν νά ἔπεφτε ἡ χούντα μέ παρέμβαση τῶν πολιτικῶν καί ἄλλο μετά ἀπό παράδοση τῆς ἐξουσίας ἀπό τήν ἴδια.
Σέ ἑπόμενα σημειώματά μας θά ἀναφερθοῦμε μέ πρόσθετα στοιχεῖα στό ἱστορικό τῶν 10 ἡμερῶν (15-24 Ἰουλίου 1974).