«Δέν ἀντέχω τήν δημοκρατία τῶν κολλητῶν – Μέ ἀνατριχιάζει τό γοῦστο τῆς πλειοψηφίας – Ἡ ἀνοικτή τηλεόραση βρωμίζει τό καθιστικό – Οἱ δημοσιογράφοι νά βγάλουν τό σκασμό – Τό Θέατρο εἶναι μόνο γιά ἔκφυλους»
ΤHN ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ἐξομολόγηση τῆς μεγάλης μας ἠθοποιοῦ Εἰρήνης Παπᾶ, ἡ ὁποία ἔφυγε χθές ἀπό τήν ζωή πλήρης ἡμερῶν σέ ἡλικία 96 ἐτῶν στήν γενέτειρά της Χιλιομόδι, φέρνει σήμερα στό φῶς ἡ «Ἑστία». Πρόκειται γιά τίς συζητήσεις καί τούς διαλόγους πού εἶχε μέ τόν δημοσιογράφο Βασίλη Καββαθᾶ, οἱ ὁποῖες ἐδημοσιεύθησαν στό ἐκτός ἐμπορίου βιβλίο του Ἡ ἀπεσταλμένη τῶν Θεῶν. Πρόκειται γιά σκέψεις ἐξαιρετικῶς ἐπίκαιρες ἀκόμη καί σήμερα καθώς ἡ μεγάλη μας στάρ μέ τήν διεθνῆ καρριέρα σχολιάζει μέ τρόπο δηκτικό, διεισδυτικό καί ἀθυρόστομο ἐνίοτε ὅλες τίς παθογένειες τῆς πατρίδος μας. Τό βιβλίο ταξιδεύει στά ἄδυτα τῆς ψυχῆς τῆς διεθνῶς καταξιωμένης Ἑλληνίδος ἠθοποιοῦ, ἡ ὁποία σέ αὐτό δήλωνε μέ θράσος ὅτι ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα «θά παίξω μπρά ντέ φέρ μέ τόν Χάρο.» Λιτή, δωρική μορφή, σύμβολο τῆς ἑλληνικῆς ὀμορφιᾶς, διάσημη ἐκπρόσωπος τοῦ μεσογειακοῦ πολιτισμοῦ στό ἐξωτερικό, χαρισματική καί δυναμική γυναῖκα, ἡ Εἰρήνη Παπᾶ ἔγινε διεθνῶς γνωστή γιά τίς ὑποκριτικές της ἱκανότητες καί τό πνεῦμα της. Στήν σταδιοδρομία της, ἀναμετρήθηκε μέ σημαντικούς γυναικείους ρόλους τοῦ θεάτρου καί τοῦ κινηματογράφου, ἐνσαρκώνοντας πλήρως τήν δύναμη τῆς ἀρχαίας τραγωδίας.
Μέσα ἀπό τίς 460 σελίδες τοῦ βιβλίου ἀποκαλύπτεται μία ἄλλη πλευρά τῆς μεγάλης ἠθοποιοῦ, ἡ ὁποία μιλᾶ χωρίς ἀναστολές γιά τόν ἑαυτό της, γιά τήν οἰκογένειά της, γιά ὅλα καί γιά ὅλους. Γιά τά «ὄχι» καί τά «ναί» της, στήν πολιτική καί τήν τέχνη. Ἀποκαλύπτει ὅτι ποτέ δέν ὑπῆρξε εὐτυχισμένη, καθώς ἔπρεπε νά κάνει κάτι γιά νά ἐπιβιώσει, νά μήν αὐτοκτονήσει. Στόν πρόλογό του ὁ συγγραφεύς ἀποκαλεῖ τήν Εἰρήνη Παπᾶ «ἀπεσταλμένη τῶν Θεῶν», «φλεγόμενη καί μή καιομένη βάτο», «ἱέρεια τοῦ ἀβάτου μου» καί τήν «βιογραφεῖ» μέ τά λόγια της καί τά λόγια του, «καταπῶς ἐγώ ξέρω…», τονίζοντας ὅτι «δέν χωράει ἡ Εἰρήνη σ’ ἕναν τόμο.» «Γυναῖκα ἀνεμοστρόβιλος μέ ἀνυπότακτη ἑλληνική καρδιά» εἶχε πεῖ γι’ αὐτήν ὁ Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, τόν ὁποῖο εἶχε σαγηνεύσει.
Οἱ ἄλλοι τήν χαρακτηρίζουν ὡς τήν «γυναῖκα χώρα», τήν προσωποποίηση τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ἡ ἴδια αὐτοχαρακτηριζόταν ὡς «κόρη τοῦ θυμοῦ», λέγοντας «ἐγώ θυμωμένη γεννήθηκα.»
Ἡ μεγάλη ἠθοποιός μιλᾶ γιά τήν ἀδυσώπητη ἑλληνική πραγματικότητα, λέγοντας ὅτι «πολύ κουραστική χώρα ἡ Ἑλλάδα, αὐτή πού ἀνακυκλώνει τή μιζέρια της καί ἀγωνιᾶ γιά τό τί θά ἀπογίνει αὐτή ἡ χώρα.» «Ἡ Ἑλλάδα μᾶς βγῆκε ἠθικοπλαστική. Ἐδῶ τῆς λείπει ἕνα πόδι κι ἐκείνη βγαίνει στίς πασαρέλες καί λέει “μιά χαρά εἶμαι”. Καί χορεύει… Κουτσαίνει ὅμως. Ὅλοι κουτσαίνουν…» ὑποστηρίζει. Ἡ ἄποψίς της γιά τήν πολιτική ἦταν ὅτι «ὁδεύει πρός τό στάρ-σύστεμ. Δέν τά καθορίζει τά πράγματα ἡ γνώση… Ἁπλά κυβερνιέται ἡ χώρα, λές καί τήν ἔχουν βάλει στόν αὐτόματο πιλότο.» Μίλησε γιά τή «δημοκρατία τῶν κολλητῶν», ὅσους μετέχουν στίς ἀλλαξοκωλιές γιά τά βραβεῖα… «Ὑπάρχει πληθωρισμός τραγουδιστῶν, δημοσιογράφων, παρουσιαστῶν, ἠθοποιῶν, συνδικαλιστῶν, κομματαρχῶν, κομματόσκυλων, ἀρχηγῶν, πολιτικῶν (πατεράδων τοῦ ἔθνους), φασιστῶν. Ζοῦμε σέ μιά χώρα πού γεννοβολάει ἴδιους ἀνθρώπους», ἐνῶ δέν ἄντεχε τό «ναί πού κρατάει χρόνια, πού δέν πραγματοποιεῖται… Μέ κούρασε τό ναί πού εἶναι ὄχι, τό ναί τό “πασοκικό”».
Ἀπογοητευμένη ἀπό τούς δημοσιογράφους καί τήν τηλεόραση, ἡ Εἰρήνη Παπᾶ μιλᾶ γιά τό «γοῦστο τῆς πλειοψηφίας», πού τῆς προκαλοῦσε ἀνατριχίλες. «Δέν συμμερίζομαι τίς ἐπιλογές της οὔτε πολιτικά, οὔτε θρησκευτικά, οὔτε κἄν ἐρωτικά» λέει. Μιλάει ἀπαξιωτικά γιά τήν τηλεόραση, τήν ὁποία θεωρεῖ «βάλτο» πού «παράγει σκουπίδια 24 ὧρες τό 24ωρο…, ἐκεῖ ὅπου τό ἀνούσιο προβάλλεται ὡς οὐσιῶδες καί τό τίποτα ἀποκτᾶ ἀξία ἀνεκτίμητη.» Ὅσο γιά τούς δημοσιογράφους, δέν τούς εἶχε σέ καμμία ὑπόληψη: «Αὐτοί πού γράφουν, ὅ,τι γράφουν τέλος πάντων, ἔχουν φόβους, διακατέχονται ἀπό σύνδρομα μή δημιουργῶν! Ἀρκοῦνται στό νά ταπεινώνουν ἀνθρώπους πού προσπαθοῦν νά κάνουν κάτι. Νικᾶνε ἔτσι πρόσκαιρα καί παίζουνε ἕνα παιγνίδι βρώμικο. Ἐρήμην μου χειροτονοῦνται ἀρχισυντάκτες, κριτικοί…». «Βαρέθηκα ν’ ἀκούω τούς νταλκάδες τους» ἀναφωνεῖ καί θέλει νά τούς πεῖ «Σκάστε ἐπί τέλους!… Οἱ δημοσιογράφοι πρέπει νά βγάλουν τό σκασμό!». «Μερικές φορές ξεχνάω τήν τηλεόραση ἀνοιχτή καί μετά, ἄγνωστο γιατί, μέ πιάνει μιά μανία καθαριότητας, σάν κάτι νά μοῦ ἔχει βρωμίσει τό καθιστικό…» λέει. Ἐπίσης, πίστευε ὅτι πέθανε τό Θέατρο: «Εἶναι μόνο γιά τούς διεστραμμένους, τούς ἔκφυλους. Εἶναι διαστροφή αὐτό πού βλέπω. Εἶναι ἐκφυλισμένο». Ἀντιθέτως, θαύμαζε τήν ἑλληνική γραμματεία, τήν ὁποία θεωροῦσε κεφάλαιο τῆς χώρας, τή «βαριά βιομηχανία μας». Ἀθυρόστομη, σχολίαζε γιά τίς γυναῖκες τοῦ Κολωνακίου· «κάποιες μπέζ γυναῖκες τοῦ Κολωνακίου μέ μπέζ δέρμα καί μπέζ φούστα, ἕνα χρῶμα πού ταιριάζει σέ φτωχοπουτάνες, αὐτές πού ἐσύ ἀποκαλεῖς “μαχαιρωμένες”, ἀλληλομαχαιρωμένες ἐρωμένες, γιατί ἡ καθεμιά ἀπ’ αὐτές ἤθελε, λέει, ἕναν Σαίξπηρ γιά ὑπηρέτη-διασκεδαστή της! Ἤ ἔστω ἕναν σκύλο “σέξ πῦρ”, ὅπως ἔλεγε ὁ Βασίλης Βασιλικός, ὁ φίλος μας». Ἐπίσης, ἀσκοῦσε κριτική στόν Χατζιδάκι, τόν Θεοδωράκη, τόν Σαββόπουλο, γιά ὅλα τά ἐξωμουσικά ζητήματα πού τούς ὠθοῦσαν σέ προκλήσεις, δέν συμπαθοῦσε τήν «Σίβυλλα» καί δέν μποροῦσε νά καταλάβει πῶς τήν ἀνεχόταν ὁ Λαμπράκης. Μεγάλο σεβασμό καί ἀγάπη ἔτρεφε ἡ Εἰρήνη Παπᾶ γιά τόν Μιχάλη Κακογιάννη, ὁ ὁποῖος τῆς εἶχε ἀνοίξει τόν καλλιτεχνικό ὁρίζοντα στά διεθνῆ ὅριά του καί τῆς συμπαραστεκόταν πάντοτε σέ κάθε δυσκολία. Τό 1962 ἡ «Ἠλέκτρα» κέρδισε 24 βραβεῖα καί τιμητικές διακρίσεις, ἀνάμεσά τους καί τά βραβεῖα καλύτερης κινηματογραφικῆς μεταφορᾶς καί ἠχητικῆς ἐπενδύσεως στό Φεστιβάλ τῶν Καννῶν.
Πολιτικοποιημένο ἄτομο ἡ Εἰρήνη Παπᾶ γινόταν προσπάθεια νά τήν προσεταιρισθοῦν δεξιοί καί ἀριστεροί. Ἐπί ΠΑΣΟΚ τῆς εἶχε προταθεῖ νά πολιτευθεῖ, ἀλλά ἀρνήθηκε. Μεταπολιτευτικά, ἔγινε μέλος τοῦ ΚΚΕ. Ἡ παρουσία της στά πολιτιστικά δρώμενα τῆς Ἑλλάδος ἦταν ἔντονη, ὅταν ἦταν ὑπουργός Πολιτισμοῦ ἡ Μελίνα Μερκούρη καί ἤθελε νά φέρει τά Γλυπτά τοῦ Παρθενῶνος πίσω. Γιά ἐκείνους πού ξέρουν, πίσω ἀπό τήν Μελίνα ὑπῆρχε ἡ Εἰρήνη Παπᾶ, αὐτή ἦταν τότε ἡ πραγματική ὑπουργός Πολιτισμοῦ.
Τό μεγάλο ὅραμά της ἦταν ἡ δημιουργία τοῦ «Σχολείου». Ἤθελε νά δημιουργήσει ἕναν χῶρο γιά νά στεγάσει ἐργαστήρια γιά τούς νέους ἠθοποιούς, «νά καλέσω ἕναν κόσμο πού περιπλανιέται, πού ψάχνει νά βρεῖ μιά στέγη νά στεγάσει τό ὄνειρό του.» Ἐπί πλέον, ἕνα ἄλλο στοιχεῖο της, πού ἀποκαλύπτεται στό βιβλίο, εἶναι αὐτό τῆς ποιήτριας, καθώς ἔγραφε ποιήματα, τά ὁποῖα ποτέ δέν ἐξέδωσε. Ὅσο γιά τούς ρόλους πού εἶχε ἐνσαρκώσει, αὐτός πού τήν εἶχε συναρπάσει ἦταν ἡ Θεοδώρα.
Τό πραγματικό ὄνομα τῆς Εἰρήνης Παπᾶ ἦταν Εἰρήνη Λελέκου, γεννήθηκε στό Χιλιομόδι Κορινθίας στίς 3 Σεπτεμβρίου 1926 ἀπό γονεῖς δασκάλους καί ἦταν τό τέταρτο κορίτσι. Παρηκολούθησε μαθήματα ὑποκριτικῆς στήν Ἐθνική Σχολή Κλασσικοῦ Θεάτρου καί στά 15 της χρόνια ἐργαζόταν ὡς ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια καί χορεύτρια. Σέ ἡλικία 18 χρόνων παντρεύτηκε τόν συγγραφέα Ἄλκη Παπᾶ, καί παρ’ ὅλο πού ὁ γάμος τους δέν κράτησε πολύ, ἡ ἠθοποιός διετήρησε τό ἐπίθετο μέ τό ὁποῖο ἔγινε παγκοσμίως γνωστή.
Στά πρῶτα της βήματα στό θεατρικό σανίδι συμμετέχει σέ παραγωγές τοῦ Ἐθνικοῦ Θεάτρου. Τό ντεμποῦτο της στόν κινηματογράφο ἔγινε τό 1948 στήν ταινία «Χαμένοι Ἄγγελοι» σέ σκηνοθεσία Νίκου Τσιφόρου. Τό 1951 ἔρχεται ἡ «Νεκρή Πολιτεία» τοῦ Φρίξου Ἠλιάδη, ἡ ὁποία συμμετέχει στό Φεστιβάλ Καννῶν, καί ὅλοι ἀναγνωρίζουν αὐτό τό νέο πρόσωπο ὡς κάτοχο μίας μοναδικότητος. Εἶχε συμμετάσχει σέ περισσότερες ἀπό 80 ταινίες, μέ γυρίσματα σέ ὅλον τόν κόσμο ἔχοντας στό πλευρό της συμπρωταγωνιστές, μεταξύ ἄλλων τούς Μάρλον Μπράντο, Ὕβ Μοντάν, Γκρέγκορυ Πέκ, Ἄντονυ Κουήν, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Τζάν Μαρία Βολοντέ, Τζαίημς Κάγκνεϊ. Ἐκτός ἀπό τίς ἐπιτυχημένες μεταφορές τῶν τραγωδιῶν, οἱ πιό γνωστές ταινίες της εἶναι «Τά κανόνια τοῦ Ναβαρόνε», ὁ «Ἀλέξης Ζορμπᾶς» καί τό «Ζ».
Τό θεατρικό ντεμποῦτο της στήν σκηνή τοῦ Μπρόντγουαίη πραγματοποιεῖται τό 1967 μέ τό ἔργο «Ἐκεῖνο τό καλοκαίρι, ἐκεῖνο τό φθινόπωρο» στό πλευρό τοῦ Γιόν Βόιντ, ἐνῶ ἀργότερα πρωταγωνίστησε στίς «Τρωάδες» (1972) καί στήν «Ἰφιγένεια» (1977) τοῦ Κακογιάννη. Ἡ Εἰρήνη Παπᾶ συνεργάσθηκε καί μέ τόν Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ἡ προσφορά της στήν τέχνη ἔχει ἀναγνωρισθεῖ πολλές φορές τόσο ἐντός ὅσο καί ἐκτός Ἑλλάδος, μέσα ἀπό τίς ἀμέτρητες διακρίσεις πού ἔχει λάβει.
Συλλυπητήρια μηνύματα γιά τόν θάνατό της ἔστειλαν ἡ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ὁ Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ἡ ὑπουργός Πολιτισμοῦ Λίνα Μενδώνη, ἐκπρόσωποι τοῦ πολιτικοῦ καί καλλιτεχνικοῦ κόσμου, ἐνῶ τά γαλλικά καί ἰταλικά μέσα ἐνημερώσεως ἀναφέρονται ἐκτενῶς σέ αὐτόν.