ΣΥΚΡΑΤΗΜΕΝΗ ἀνησυχία ἐπικρατεῖ στά εὐρωπαϊκά κέντρα ἀποφάσεων ἀπό τίς ἐπιπτώσεις τῆς χρεοκοπίας τῶν δύο ἀμερικανικῶν τραπεζῶν Silicon Valley Bank καί Signature Bank, παρά τίς διαβεβαιώσεις γιά τήν σταθερότητα τῶν εὐρωπαϊκῶν τραπεζῶν.
Ἄν καί οἱ ἀναλυτές ἐκτιμοῦν ὅτι ἡ ἰσχυρή ρευστότης και ἡ δομή τῶν ἰσολογισμῶν στήν Εὐρώπη θά ἐπιτρέψουν στίς εὐρωπαϊκές τράπεζες νά ἀποφύγουν ὁποιαδήποτε ἀναγκαστική ρευστοποίηση τῶν χαρτοφυλακίων ὁμολόγων, δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού θεωροῦν ὅτι μελλοντικῶς μπορεῖ νά ὑπάρξει ἕνα ντόμινο ἐπιπτώσεων κυρίως λόγῳ τῶν συνεπειῶν τῆς αὐξήσεως τῶν ἐπιτοκίων στά ὁμόλογα. Οἱ εὐρωπαϊκές τράπεζες εἶναι καλά χρηματοδοτημένες καί ἔχουν προχωρήσει στήν μεταφορά τῶν ὁμολόγων τους σέ χαρτοφυλάκια πού θά κρατήσουν ἕως τήν ὡρίμανσή τους, κάτι πού σημαίνει ὅτι δέν εἶναι ἀναγκασμένες νά καταγράφουν ζημιές ἀπό τήν μείωση τῶν τιμῶν τους λόγῳ τῆς αὐξήσεως τῶν ἐπιτοκίων. Ὡστόσο, πηγές τῆς ΕΚΤ ἐκτιμοῦν ὅτι τά πράγματα μπορεῖ νά ἀλλάξουν ἐάν ὁ ἀντίκτυπος στίς ΗΠΑ ἐπεκταθεῖ σέ μεγαλύτερες τράπεζες, αὐξάνοντας τόν κίνδυνο ντόμινο.
«Ὑπάρχει ἡ πιθανότητα ἔμμεσης μετάστασης, ἀλλά αὐτή τή στιγμή δέν τό βλέπουμε αὐτό ὡς ἕναν ἁπτό κίνδυνο» τόνισε ὁ Εὐρωπαῖος ἐπίτροπος Οἰκονομικῶν Ὑποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι, ἐνῷ ὁ ἐκπρόσωπος τῆς Κομμισσιόν ἀνέφερε ὅτι «στό ἐπίπεδο τῆς ΕΕ, ὑπάρχει πολύ περιορισμένη παρουσία τῆς Silicon Valley Bank στήν ΕΕ καί εἴμεθα σέ ἐπαφή μέ τίς σχετικές ἁρμόδιες ἀρχές.»
Ὅσον ἀφορᾶ στίς ἑλληνικές τράπεζες, εἶναι προστατευμένες ἔναντι τέτοιων ἀκραίων σεναρίων, καθώς διαθέτουν ἐξαιρετικά ὑψηλούς δεῖκτες ρευστότητος, πού τούς δίδουν ἀρκετά σημαντικά περιθώρια ἐκροῆς καταθέσεων, πρίν φθάσουν στό σημεῖο νά ἀντλήσουν ρευστότητα μέ πωλήσεις ὁμολόγων.
Ἀναλυτές τῆς Deutsche Bank καί τῆς Citigroup ἐμφανίζονται ἀπολύτως καθησυχαστικοί, λέγοντας ὅτι ἡ κατάρρευσις τῆς ἀμερικανικῆς τραπέζης δέν ἀποτελεῖ προάγγελο γιά ἀντίστοιχα προβλήματα στίς εὐρωπαϊκές τράπεζες, οἱ ὁποῖες ἐξακολουθοῦν νά προσελκύουν ἐπενδυτές στό περιβάλλον ὑψηλῶν ἐπιτοκίων. Ὅπως ἐπισημαίνουν οἱ εὐρωπαϊκές τράπεζες, ἔχουν διαφοροποιημένες πηγές χρηματοδοτήσεως, συνεχίζουν νά προσελκύουν καί νά διατηροῦν καταθέτες καί ἔχουν ἰσχυρότερη κεφαλαιακή ἐπάρκεια ἔναντι τῶν ἀμερικανικῶν.
Ἐπίσης, ὑπάρχει μικρότερος κίνδυνος γιά τήν ρευστότητα στήν περίπτωση ζημίας μετά ἀπό πώληση τίτλων. Σέ ἀντίθεση μέ τίς ΗΠΑ, οἱ κεντρικές τράπεζες στόν ὑπόλοιπο κόσμο ἀκολουθοῦν ἠπιώτερη πολιτική συσφίγξως τῆς νομισματικῆς πολιτικῆς, μέ ἀποτέλεσμα οἱ τράπεζες ἀκόμη νά εὐνοοῦνται ἀπό τά ὀφέλη τοῦ φθηνοῦ χρήματος. Παράλληλα, στήριξη προσφέρει καί ἡ νομοθεσία, καθώς οἱ εὐρωπαϊκές τράπεζες ὀφείλουν νά διακρατοῦν περιουσιακά στοιχεῖα μεγαλύτερης ἀξίας καί ὑψηλῆς ποιότητος, ὥστε νά μποροῦν νά ἀντέχουν σέ περίπτωση ἐντάσεως 30 ἡμερῶν.
Μέσα σέ αὐτό τό σκηνικό, συμφώνως πρός τό Bloomberg, οἱ ἀγορές χρήματος παρατηροῦν νά μειώνονται οἱ πιθανότητες νά αὐξηθοῦν τά ἐπιτόκια κατά 50 μονάδες βάσεως τήν Πέμπτη ἀπό σχεδόν βεβαιότητα πού εἶχαν προηγουμένως, καθώς ἡ πρόεδρος τῆς ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ εἶχε προαναγγείλει μία τέτοια κίνηση. Καί αὐτό, διότι, ὅπως ἐπισημαίνουν οἰκονομολόγοι, «ἡ χρεοκοπία τῆς ἀμερικανικῆς τραπέζης ὑπενθυμίζει ὅτι ὅταν τά ἐπιτόκια αὐξάνονται γρήγορα, τά πράγματα μπορεῖ νά “στραβώσουν”.»