ΑΠΤΟΗΤΗ ἡ ΕΚΤ, παρά τόν κίνδυνο μεταδόσεως τῆς κρίσεως στήν Credit Suisse καί σέ ἄλλα χρηματοπιστωτικά ἱδρύματα, προχώρησε χθές στήν προαναγγελθεῖσα αὔξηση ἐπιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσεως, ἀναθεωρῶντας στό 3,5% τό βασικό ἐπιτόκιο.
Ἐν μέσῳ παγκόσμιας ἀναταραχῆς πού ἔχει προκληθεῖ ἀπό τόν κλυδωνισμό τῆς δεύτερης μεγαλύτερης ἑλβετικῆς τραπέζης, ἀπεφάσισε νά συνεχίσει τήν μάχη μέ τόν πληθωρισμό, καθώς ἐξετίμησε ὅτι θά παραμείνει σέ πολύ ὑψηλά ἐπίπεδα πάνω ἀπό τόν στόχο τοῦ 2%, μέχρι τό 2025, παρά τό γεγονός ὅτι ὁ Ἱσπανός ἀντιπρόεδρος τῆς ΕΚΤ, Λούις ντέ Γκουίντος, ἀνέφερε ὅτι ὑπάρχουν τράπεζες στήν Εὐρωζώνη, οἱ ὁποῖες ἔχουν δυσκολίες μέ τά ηὐξημένα ἐπιτόκια. Οἱ τραπεζῖτες δέν ἔκαναν πίσω ἐν ὀνόματι διατηρήσεως τῆς ἀξιοπιστίας τῆς νομισματικῆς πολιτικῆς, ἀλλά ἡ ἐπί κεφαλῆς τῆς ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ διεμήνυσε ὅτι παρακολουθεῖ προσεκτικά τίς πιέσεις στίς ἀγορές καί θά παρέμβει ἐφ’ ὅσον χρειασθεῖ. «Παρακολουθοῦμε τίς τρέχουσες πιέσεις στίς ἀγορές καί εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀντιδράσουμε μέ τόν δέοντα τρόπο γιά νά διατηρήσουμε τή σταθερότητα τῶν τιμῶν καί τήν χρηματοοικονομική σταθερότητα στήν Εὐρωζώνη. Ὁ τραπεζικός τομέας τῆς Εὐρωζώνης εἶναι ἀνθεκτικός, μέ ἰσχυρή κεφαλαιοποίηση καί ρευστότητα. Σέ κάθε περίπτωση, ἡ ἐργαλειοθήκη μας εἶναι πλήρως ἐξοπλισμένη γιά νά παράσχει ρευστότητα στό χρηματοοικονομικό σύστημα ἄν χρειαστεῖ καί νά διατηρήσει τήν ὁμαλή μετάδοση τῆς νομισματικῆς πολιτικῆς» ἀνέφερε.
Ἄν καί οἱ ἀπανωτές αὐξήσεις τῶν ἐπιτοκίων δέν ἔχουν μεγάλη σχέση μέ τά προβλήματα στήν Credit Suisse, ὡστόσο ἡ νέα αὔξησις θά πέσει σέ ἕνα ἤδη «ἀσταθές» περιβάλλον.
Σέ μία ἄνευ προηγουμένου κίνηση, ἡ Ἑλβετική Κεντρική Τράπεζα πέταξε «σωσίβιο» ρευστότητος 50,6 δισ. εὐρώ (50 δισ. ἑλβετικά φράγκα) στήν ἐμβληματική Credit Suisse, καθώς οἱ μετοχές τῆς τραπέζης κατεκρημνίσθησαν τήν περασμένη Τετάρτη φτάνοντας νά ὑποχωροῦν ἀκόμη καί πάνω ἀπό τό 30%. Εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ἀνακοινώνεται ἡ χορήγησις τόσης ρευστότητος σέ μεγάλη τράπεζα σέ παγκόσμια κλίμακα ἀπό τήν τραπεζική κρίση τοῦ 2008. Ἡ …κατρακύλα ἄρχισε ἔπειτα ἀπό δηλώσεις τοῦ προέδρου τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης τῆς Σαουδικῆς Ἀραβίας, τοῦ σημαντικότερου μετόχου τῆς Credit Suisse, ὅτι δέν σχεδιάζει νά κάνει νέες ἐνέσεις ρευστότητος στήν Credit Suisse, κυρίως γιά ρυθμιστικούς λόγους. Ἡ τράπεζα ἀντιμετωπίζει σειρά προβλημάτων μετά τήν κατάρρευση τῆς βρεταννικῆς χρηματοοικονομικῆς ἑταιρείας Greensill καί μίας σειρᾶς σκανδάλων πού τήν ἔχουν φέρει σέ δύσκολη θέση. Ἀπό τόν Μάρτιο τοῦ 2021, ἡ μετοχή της ἔχει ἀπολέσει τό 83% τῆς ἀξίας της. Καθησυχαστικός εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τόν ἀντίκτυπο τῆς τραπεζικῆς ἀναταραχῆς στήν Ἑλλάδα ἐνεφανίσθη ὁ ὑπουργός Οἰκονομικῶν Χρῆστος Σταϊκούρας στήν Βουλή, ὑπογραμμίζοντας ὅτι τό ἑλληνικό τραπεζικό σύστημα εἶναι σήμερα σαφῶς σέ καλύτερη θέση, ἀλλά δέν χρειάζεται ἐφησυχασμός.
Οἱ τράπεζες μεταξύ ἄλλων ἔχουν ἐξυγιάνει τούς ἰσολογισμούς τους, μέ τήν χρήση τοῦ προγράμματος «Ἡρακλῆς», ἔχουν ἐνισχύσει σημαντικά τήν ρευστότητά τους, μέσῳ αὐξήσεως τῶν καταθέσεων, διατηροῦν δεῖκτες κεφαλαιακῆς ἐπάρκειας ἀρκετά ἄνω τοῦ ἐλάχιστου ὁρίου (17,5% τόν Δεκέμβριο τοῦ 2022).
Πάντως δεδομένου ὅτι ἡ κεφαλαιακή θέσις τῆς Credit Suisse δέν εἶναι πρόβλημα, ἀλλά αὐτό τῆς ἐμπιστοσύνης τῆς ἀγορᾶς, τό πιθανώτερο σενάριο εἶναι ἡ ἐξαγορά ἀπό τήν UBS, ἡ ὁποία πιθανῶς θά ὁδηγήσει σέ μιά διάσπαση μεταξύ τῶν διεθνῶν καί τῶν ἑλβετικῶν δραστηριοτήτων, μέ τίς δεύτερες νά ἐκτιμῶνται σέ 10 δισ. δολλάρια.