Σχέδια «ἐθνικῆς ἰδιοκτησίας» τετραετοῦς σχεδίου μεταρρυθμίσεων, ἐπενδύσεων καί δημοσιονομικῶν μέτρων, πού θά συμφωνοῦνται χωριστά ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Ἐπιτροπή καί κάθε κυβέρνηση καί θά στοχεύουν στίς ἐτήσιες καθαρές δαπάνες ὡς βασικό λειτουργικό δείκτη, προβλέπουν οἱ νέες προτάσεις γιά τήν ἀναθεώρηση τοῦ Συμφώνου Σταθερότητος.
Οἱ προτάσεις δίνουν μεγαλύτερη εὐελιξία στίς χῶρες νά καθορίζουν μέσα ἀπό μεσοπρόθεσμα προγράμματα τήν πορεία προσαρμογῆς τοῦ χρέους τους, μέ βάση ὅμως «τεχνικές συστάσεις» πού θά δίνει ἡ ἴδια στίς χῶρες, γιά νά διασφαλίζεται ἡ μείωσις καί ἡ βιωσιμότης τοῦ χρέους αὐτοῦ. Οὐσιαστικῶς, ἡ Κομμισσιόν ἐπιθυμεῖ μέν τήν ἐπαναφορά τῶν κανόνων δημοσιονομικῆς πειθαρχίας, δίδοντας ὅμως περισσότερη εὐελιξία στά κράτη μέλη γιά νά ἐπενδύσουν σέ πράσινες καί ψηφιακές τεχνολογίες.
Ἔτσι, ἡ Κομμισσιόν δέν θέτει συγκεκριμένους ἀριθμητικούς στόχους γιά τό πόσο πρέπει νά μειωθεῖ τό χρέος, κάτι μέ τό ὁποῖο εἶχε διαφωνήσει ἡ Γερμανία. Τό σχέδιο ὑπολείπεται τῶν ἐτησίων ἀπαιτήσεων μειώσεως τοῦ δημόσιου χρέους πού ἐπιδιώκει ἡ Γερμανία. Τό Βερολῖνο ἐπιθυμεῖ οἱ ὑπερχρεωμένες χῶρες νά εἶναι ὑποχρεωμένες νά μειώνουν ἐτησίως τό χρέος σέ ποσοστό 1% τοῦ ΑΕΠ καί οἱ ὑπόλοιπες κατά 0,5%, μέχρι νά φτάσουν τόν στόχο τοῦ 60%.
Ἡ Κομμισσιόν ἀπό τήν πλευρά της θεωρεῖ ὅτι οἱ παραπάνω προτάσεις εἶναι πολύ αὐστηρές καί θά μποροῦσαν νά ἐπιφέρουν πλῆγμα στήν ἀνάπτυξη. Οἱ στόχοι γιά τήν μείωση τοῦ χρέους θά ἐνσωματώνονται στά 4ετῆ προγράμματα καί θά συμφωνοῦνται μεταξύ κάθε χώρας καί τῆς Κομμισσιόν ξεχωριστά, γιά νά ἐγκριθοῦν στήν συνέχεια ἀπό τό Συμβούλιο.
Θά ἀντικαταστήσουν τόν σημερινό κανόνα γιά μείωση τοῦ χρέους, πού ὑπερβαίνει τό 60% τοῦ ΑΕΠ κατά 5% ἐτησίως, ὁ ὁποῖος θά ἦταν ὑπερβολικά δύσκολο νά ἐπιτευχθεῖ ἀπό τήν Ἑλλάδα καί ἄλλες χῶρες μέ πολύ ὑψηλό χρέος.
Μέ βάση τήν πρόταση τῆς Κομμισσιόν, οἱ χῶρες μέ χρέος μεγαλύτερο ἀπό τό 60% τοῦ ΑΕΠ θά πρέπει νά αὐξάνουν κάθε χρόνο τίς καθαρές δαπάνες τους –πού δέν περιλαμβάνουν ἐφάπαξ μέτρα, τίς δαπάνες γιά τήν κυκλική ἀνεργία καί τίς δαπάνες γιά τόκους ἐξυπηρέτησης τοῦ δημοσίου χρέους– λιγότερο ἀπό τήν αὔξηση τοῦ ΑΕΠ τους μεσοπρόθεσμα, ὥστε νά διασφαλισθεῖ ἡ μείωσις τοῦ χρέους.
Τό δημόσιο ἔλλειμμα, ὅπως ἰσχύει καί σήμερα, θά πρέπει νά εἶναι χαμηλότερο ἀπό τό 3% τοῦ ΑΕΠ. Ἐάν ὑπερβαίνει τό ἐπίπεδο αὐτό, θά πρέπει νά μειώνεται τοὐλάχιστον κατά 0,5% τοῦ ΑΕΠ ἐτησίως ἕως ὅτου ὑποχωρήσει κάτω ἀπό τό 3%.
Ἡ μείωσις τοῦ ἐλλείμματος, ὅπως καί τοῦ χρέους, θά πρέπει νά πραγματοποιεῖται στήν 4ετῆ περίοδο καί τά μέτρα πού θά λαμβάνονται γιά τόν σκοπό αὐτό θά πρέπει νά διασφαλίζουν ὅτι ἡ μείωσίς του θά συνεχίζεται καί γιά ἄλλα δέκα χρόνια χωρίς πρόσθετα μέτρα.
Οἱ χῶρες μπορεῖ νά ἔχουν περιθώριο ἕως καί ἑπτά χρόνια γιά τήν μείωση τῶν ἐπιπέδων χρέους καί ἐλλείμματος, ἐφ’ ὅσον ἐφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις πού ἐνισχύουν τήν δημοσιονομική βιωσιμότητα, ἐνισχύουν τήν ἀνάπτυξη ἤ ἐπενδύουν σέ τομεῖς προτεραιότητος γιά τήν ΕΕ, ὅπως ἡ πράσινη καί ἡ ψηφιακή μετάβαση, τά κοινωνικά δικαιώματα ἤ στήν ἀσφάλεια καί τήν ἄμυνα.
Ἡ πρότασις τῆς Κομμισσιόν ἀποτελεῖ τήν τέταρτη ἀναθεώρηση τῶν κανόνων τοῦ Συμφώνου Σταθερότητος καί Ἀναπτύξεως. Θά πρέπει νά συζητηθεῖ μέ τίς κυβερνήσεις τῆς ΕΕ καί τό Εὐρωπαϊκό Κοινοβούλιο.