Μιά σημαντική ἀναρριχώμενη τριανταφυλλιά

Σηκώθηκα ἀξημέρωτα. Εἶχα ἀποβραδίς κόψει ἕνα μεγάλο τριαντάφυλλο ἀπό τήν ἀναρριχώμενη τριανταφυλλιά μας.

Εἶχε ὁ ἀδελφός μου ἕνα κατάστημα, τό πούλησε προσφάτως, δέν ἄντεχε νά πληρώνει φόρους χωρίς νά εἰσπράττει ἐνοίκια. Ἡ ἐνοικιάστρια, ἀνθοπῶλις, εἶχε σταματήσει νά καταβάλλει ἀπό καιρό τό ἐνοίκιο! Κάτι τά μνημόνια, κάτι ἡ ἑλληνική πονηριά, κάτι ὅτι ὁ ἀδελφός μου διαμένει μονίμως στήν Ἀγγλία, κάτι πού οἱ διαδικασίες στήν Ἑλλάδα δέν φημίζονται γιά τήν ταχύτητά τους, πέρασα κι ἐγώ μιά μέρα νά τῆς πῶ «ξέρετε, δέν εἶναι σωστό αὐτό πού κάνετε»…

Μοῦ εἶπε τήν ἱστορία τῆς ζωῆς της, γιά τό «τί συνέβη στήν κόρη της», γιά τό πῶς «οἱ ἐλιές στό χωριό δέν κάνουν λάδι τά τελευταῖα χρόνια», κάτι γιά ἕνα δάνειο «πού εἶχε πάρει καί πληρώνει δυσβάστακτους τόκους», ἕνα σωρό δικαιολογίες, πού δέν χρειαζόταν, γιά νά λέμε τήν ἀλήθεια, ἀφοῦ μέ τό πού ἄρχισε νά μοῦ μιλᾶ μέ τήν φωνή σπασμένη, εἶχα καταλάβει ὅτι «ἐγώ δέν κάνω γιά τέτοια», καί χαιρετοῦσα γιά νά φύγω…

«Σᾶς παρακαλῶ, μπορεῖ νά μήν μέ πιστεύετε, ἀλλά νά σᾶς δώσω δύο γλαστροῦλες. Ἔτσι, στή μνήμη τῆς μανούλας σας», μοῦ λέει… Ἡ ἐνοικιάστρια γνώριζε τήν μητέρα μου, ἡ ὁποία ἄφησε τόν μάταιο ἐτοῦτο κόσμο στόν τρίτο ὄροφο τῆς πολυκατοικίας, στήν ὁποία στεγαζόταν καί τό κατάστημα τῆς ἀνθοπώλιδος… Μοῦ ἔδωσε –σχεδόν μέ τό ζόρι– δύο πλαστικές γλάστρες μέ δύο τριανταφυλλιές. Τίς φύτεψα στήν αὐλή καί θέριεψαν! Καί ὅποτε σταματήσω στήν «Ἀνάσταση», ὅπου καί ὁ «οἰκογενειακός», τόπος ἀναπαύσεως πλέον τῆς μαμᾶς, θά ἀφήσω ἕνα τριαντάφυλλο…

Στήν «Γιορτή τῆς μητέρας», ὅμως, θά πάω κάθε χρόνο, ἀνελλιπῶς. Συνήθως πρωί-πρωί, στόν δρόμο πρός τό Πέραμα, ἀπ’ ὅπου θά πάρω τό πορθμεῖο γιά τήν Σαλαμῖνα… Δέν θά ἔμεινα περισσότερο ἀπό πέντε λεπτά ἐμπρός στό κιβοῦρι. Καί μέσα σέ αὐτόν τόν ἐλάχιστο χρόνο, πέρασε σάν ταινία ἡ ζωή μου, μέ τήν μητέρα. Μέσα σέ ἐλάχιστο χρόνο, ἀποφάνθηκα ὅτι «μπορεῖ νά ἦταν μιά αὐστηρή Μανιάτισσα δασκάλα, ἀλλά εἶχε περισσότερες τρυφερές στιγμές ἀπ’ ὅ,τι ἔκρυβε τό αὐστηρό ὕφος.» Μέσα στόν ἴδιο, ἐλάχιστο, χρόνο, σκέφθηκα «μά, πῶς εἶναι δυνατόν, καί τά πέντε παιδιά νά εἴμαστε καλλίφωνοι, νά παίζουμε ὅλοι κάποιο μουσικό ὄργανο, τενόρος ὁ μπαμπᾶς καί ἡ μαμά νά μήν μπορεῖ νά βγάλει μιά σωστή νότα;»! Ἦταν, σᾶς βεβαιῶ, ἡ ἐπιτομή τῆς παραφωνίας!

Κι ὕστερα, μέσα στά πέντε αὐτά λεπτά, θυμήθηκα τόν θεῖο μου τόν Σπῦρο, τόν ἀδελφό της, πού μοῦ ἔλεγε ὅτι ἡ μαμά ἦταν «βαμμένη παναθηναϊκιά» μέσα στόν Πειραιᾶ καί μάλιστα κυκλοφοροῦσε ἔχοντας κρεμασμένο στόν λαιμό της ἕνα χρυσό τριφύλλι, τό ὁποῖο ἐπεδείκνυε στούς οἰκογενειακούς φίλους ἀδελφούς Ἀνδριανόπουλους, συνιδρυτές τοῦ «Ὀλυμπιακοῦ». Μᾶς πείραζε καί τῆς λέγαμε «ἄν δέν ἤσουν κορίτσι, θά στίς εἴχαμε βρέξει», μοῦ ἔλεγε ὁ Λεωνίδας Ἀνδριανόπουλος, φίλος ἀξέχαστος, τοῦ ὁποίου τόν βίο συνέγραψα καί ἐξέδωσε ὁ οἶκος Καστανιώτη! «Γιά τή μάνα σου τό κάνω, πού εἶχε τσαγανό» μοῦ εἶπε ὁ Λεωνίδας, ὅταν συμφωνήσαμε γιά τήν συγγραφή τοῦ βιβλίου. Ἄφησα τό τριαντάφυλλο καί θυμήθηκα τά λόγια τοῦ πατέρα μας. «Τή μάνα σας καί τά μάτια σας»…

Απόψεις

Τουρκική πρόκλησις μέ προβολεῖς πάνω ἀπό τό Φαρμακονήσι

Εφημερίς Εστία
Πῶς ἐναέρια πτητικά μέσα τῆς γείτονος πέταξαν πάνω ἀπό τό ἀκριτικό νησί καί παρενόχλησαν μέ ἐκτυφλωτικά φῶτα κλιμάκια τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων πού κατεσκεύαζαν ἔργα ἐνεργειακῆς αὐτονομίας μέ ἀνεμογεννήτριες – Τώρα μέ δημοσιεύματα τῆς Sözcü θέτουν ζήτημα κυριαρχίας

Οἱ εὐθῦνες τῶν 156 βουλευτῶν τῆς ΝΔ τό 2025

Μανώλης Κοττάκης
«ΚΛΕΒΩ» χρόνο αὐτές τίς μέρες μεταξύ τῶν ὑποχρεώσεων γιά τήν ἔκδοση τῆς «Ἑστίας», τῆς «Ἑστίας τῆς Κυριακῆς», τοῦ «Ἑστιάζω» καί τῆς «Θεσσαλονίκης», καί διαβάζω ἐκ παραλλήλου δύο ἔξοχα βιβλία τά ὁποῖα σᾶς προτρέπω νά δωρίσετε σέ οἰκεῖα σας πρόσωπα:

Πυκνώνουν τά σύννεφα πάνω ἀπό τήν εὐρωπαϊκή οἰκονομία

Εφημερίς Εστία
ΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ἁπλώνονται πάνω ἀπό τήν οἰκονομία τῆς Εὐρωζώνης, μέ τούς περισσότερους ἀναλυτές νά βλέπουν ὅτι ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξις θά εἶναι σέ χαμηλά ἐπίπεδα μικρότερη ἀπό ὅ,τι προεβλέπετο προηγουμένως.

Ντέ Γκρές, ὅπως Κόμης καί Δούκας

Δημήτρης Καπράνος
Προσωπικῶς, δέν μοῦ πολυάρεσε αὐτό τό «Ντέ Γκρές».

Πέμπτη, 24 Δεκεμβρίου 1964

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΛΕΠΡΟΥΣ