Από τό ἀπόγευμα τῆς περασμένης Πέμπτης, τό κλῖμα στό Μέγαρο Μαξίμου ἦταν πανηγυρικό.
Ἡ δήλωση Κατρούγκαλου γιά τήν αὔξηση τῶν εἰσφορῶν ἀπεδείχθη τελικῶς κομβικῆς σημασίας γιά τό τελικό ἀποτέλεσμα, ὄχι μόνο γιατί δυσαρέστησε συγκεκριμένες κοινωνικές ὁμάδες ἀλλά γιατί πυροδότησε θρυαλλίδα ἀντιδράσεων, πού διαπέρασε ὁλόκληρο τό ἐκλογικό σῶμα. Ἦταν ἡ πλέον πειστική ἀφορμή, γιά νά πληρώσει ὁ ΣΥΡΙΖΑ ὀκτώ ὁλόκληρα χρόνια μετά, ἀναδρομικά καί μέ τόκο, τό καλοκαίρι τοῦ 2015, κάτι πού γιά κάποιο περίεργο λόγο εἶχε γλυτώσει στίς ἐκλογές τοῦ 2019. Τό θυμικό τῶν ψηφοφόρων δέν πρέπει νά ὑποτιμᾶται ποτέ.
Ὡστόσο, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε σοβαροί, οἱ βαθύτερες αἰτίες τῆς εὐρείας νίκης πού κατέγραψε ὁ κύριος Μητσοτάκης στίς κάλπες καί τῆς βαρειᾶς ἥττας πού ὑπέστη ὁ ΣΥΡΙΖΑ σέ αὐτές, εἶναι ἄλλες. Τρεῖς, κατά τήν ἄποψή μας. Ἡ πρώτη: Ἡ ΝΔ, ἀφοῦ κατάφερε νά ἀπενεργοποιήσει τό ἀντισυστημικό κομμάτι τῆς κοινωνίας πού κινεῖτο πρός τά δεξιά της καί ἔφθανε συνολικά τό 20% (μέ τρόπους πού γνωρίζουμε καί δέν ἀπαιτεῖται νά ἐπανέλθουμε), ἀπευθύνθηκε ἔπειτα στό μεγάλο συστημικό κομμάτι τῆς κοινωνίας· τό ὁποῖο ὁ κ. Μητσοτάκης κατενόησε καλύτερα. Μετά ἀπό 13 χρόνια οἰκονομικῆς κρίσεως καί τρία χρόνια πανδημίας, οἱ Ἕλληνες προτιμοῦν νά «ἀγοράζουν», γιατί τό ἔχουν ἀνάγκη, τό ἀφήγημα γιά τό «εὖ ζῆν» καί τίς «καλύτερες μέρες» παρά τήν μιζέρια καί τό μοιρολόϊ, πού τῆς εἰσηγεῖται διαρκῶς ἡ Ἀριστερά. Κυνικά, γιατί ὁ κυνισμός εἶναι ἡ ἰδεολογία τῆς ἐποχῆς, οἱ Ἕλληνες ἀπαιτοῦν, πρῶτον, νά τούς ἐπιστραφεῖ ἕνα τμῆμα τῆς ζωῆς πού δέν ἔζησαν τό 2008 καί, δεύτερον, νά αἰσθάνονται ἀσφάλεια γιά τά σύνορα καί τήν ἄμυνά τους. Ἡ καλοσπουδαγμένη, πλήρως ἐκδυτικισμένη ἑλληνική νεολαία, μάλιστα, δέν δείχνει διάθεση γιά ἐπαναστάσεις, συλλαλητήρια καί γυμναστική δρόμου, πλήν ἀκραίων καταστάσεων, ὅπως τά Τέμπη. Γιά αὐτήν τήν κατηγορία πολιτῶν λοιπόν, τό ὄνειρο δέν εἶναι νά καταγγέλλουν τό σύστημα ἀλλά νά μποῦν στόν κόλπο καί αὐτοί, καί νά ἀπολαύσουν τά εὐεργετήματα τοῦ συστήματος. Ἄν τό ἀντισυστημικό 20% μποροῦσε νά ἐκφραστεῖ ἑνιαῖα, ὁ συσχετισμός θά ἦταν βεβαιότατα διαφορετικός, ἀλλά μέ «ἄν» δέν γράφεται ἱστορία. Ὁ πρωθυπουργός, λοιπόν, φαίνεται ὅτι κατάλαβε τό mood, τήν κοινωνική διάθεση τῶν πλειοψηφιῶν καί τήν ἐξέφρασε. Σέ ἀντίθεση μέ τόν ΣΥΡΙΖΑ, πού κατέθετε τροπολογίες γιά τόν φράκτη, διακήρυσσε ὅτι ἡ ἄμυνα δέν εἶναι αὐτοσκοπός καί χλεύαζε τά pass καί τά ἐπιδόματα, πού ἔκαναν τελικῶς μιά χαρά τήν δουλειά τους.
Οἱ δύο ἄλλοι λόγοι πού θά μᾶς βοηθήσουν νά καταλάβουμε τό ἀποτέλεσμα, ἀφοροῦν τήν Ἀριστερά· ἡ ὁποία, ἐνῷ διατηρεῖ ἀπευθείας σχέση μέ τό State Department, δέν μπόρεσε νά καταλάβει τήν δυτικόστροφη κίνηση ἰσχυροῦ τμήματος τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας γιά νά τήν παρακολουθήσει στοιχειωδῶς. Τά συνθήματά της, οἱ λέξεις της, οἱ κώδικές της, τά πρόσωπα πού τήν ἐκπροσωποῦσαν στά πάνελ, ἀκόμη καί τά ντυσίματά της, εἶναι ξένα πρός τήν ἐποχή. Ὁ δέ Ἀλέξης Τσίπρας βαρέθηκε. Μετά ἀπό 16 χρόνια στήν ἀρχηγία τοῦ ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ περιέπεσε στήν παραπλανητική ἀδράνεια τῆς μονιμότητας καί ἐπέδειξε μνημειώδη ἀτολμία. Ἀτολμία καί νά καταλάβει πρός τά ποῦ κινεῖται ἡ κοινωνία ἀλλά καί νά ἀποστρατεύσει ἀπό τό κόμμα του τούς γέροντες-μάπετ σόου, πού τόν μισοῦν. Διότι ὁ ΣΥΡΙΖΑ, ἐν τέλει, σέ μικρογραφία εἶναι αὐτός. Ἀπό τήν μία, ἕνας ἀρχηγός πού σέ κάθε ἐπέτειο πού καλεῖται νά παραστεῖ, μονολογεῖ βαριεστημένα «ξέρεις πόσες φορές ἔχω ξαναπάει σέ αὐτό;» καί διστάζει νά διαγράψει τούς ἀρχηγεύοντες καί, ἀπό τήν ἄλλη, κορυφαῖα στελέχη τῆς ναφθαλίνης, πού κάνουν ὅ,τι περνᾶ ἀπό τό χέρι τους, γιά νά πλήξουν ἕναν ἀρχηγό πού τούς προέκυψε ἀπό τό πουθενά. Ἕνα τέτοιο σχῆμα ἔχει μετά βεβαιότητος ἡμερομηνία λήξεως.
Τέλος, ὑπάρχει καί ἡ ἁπλῆ ἀναλογική. Ὁ ΣΥΡΙΖΑ δέν κατανόησε ὅτι αὐτό τό ἐκλογικό σύστημα προκάλεσε τήν κλιμάκωση τῆς ἱστορικῆς ἀντιπάθειας πού τρέφουν γιά τήν Κουμουνδούρου τό ΠΑΣΟΚ καί τό ΚΚΕ. Ἡ αἰφνίδια ἄνοδος τῆς Ἀριστερᾶς τό 2010 ἀνέτρεψε πολιτική ἐπετηρίδα δεκαετιῶν στό κέντρο καί τά ἀριστερά τοῦ πολιτικοῦ μας συστήματος. Τό «περίπτερο» τοῦ 3% ἐκτόπισε τά «σοῦπερ μάρκετ» καί τά «μονοπώλια». Ἐκτόπισε τό ΠΑΣΟΚ ἀπό τόν χῶρο τῆς σοσιαλδημοκρατίας καί τό ΚΚΕ ἀπό τό βάθρο τῆς ἡγεμονικῆς δυνάμεως τῆς Ἀριστερᾶς. Τά κόμματα αὐτά, πού ποτέ δέν συμβιβάστηκαν μέ τήν ἀλλαγή αὐτή, ξεσπάθωσαν μέσα στήν καμπάνια κατά τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ὁ ὁποῖος τούς ἔδωσε τό ὅπλο νά τόν πυροβολήσουν: Τό ἐκλογικό σύστημα, μέ τό ὁποῖο τόν λεηλάτησαν.
Δέν χρειαζόταν νά κάνει καί πολλά πράγματα ὁ Κυριάκος Μητσοτάκης. Ἀπολάμβανε ἁπλῶς τό «ξύλο» πού ἔριχναν στόν Ἀλέξη Τσίπρα, μέσα στήν καμπάνια, ὁ Δημήτρης Κουτσούμπας καί ὁ Νῖκος Ἀνδρουλάκης. Ὁ πρῶτος εἰδικά ἔδωσε ρεσιτάλ. Στήν συγκέντρωση τοῦ ΚΚΕ στό Σύνταγμα ἐπιτέθηκε ὀνομαστικά τρίς στόν Τσίπρα ἔναντι οὐδεμίας στόν Μητσοτάκη.
Τελευταῖο ἀλλά ὄχι ἔλασσον: Ἡ διάλυση τοῦ ΣΥΡΙΖΑ ἔγινε μέ τήν ἄδεια, ἄν ὄχι καί συμμετοχή, ἐκείνων πού συνέβαλαν καθοριστικά στήν γέννησή του ὡς δυνάμεως τοῦ δικομματισμοῦ στήν πάνω πλατεῖα τό 2011.
Ἡ αὐριανή πλειοψηφία τοῦ Πρωθυπουργοῦ στό Κοινοβούλιο θά εἶναι ἕνας ἰσχυρότατος μηχανισμός λήψεως ἀποφάσεων γιά πᾶσα χρήση… Γιά ἐμᾶς ἀλλά ὄχι μόνο γιά ἐμᾶς.