Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 31 Ὀκτωβρίου 1918
Ξαναεῖδα χθές τόν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν ἀπόλυτον πίστιν εἰς τήν νίκην τῆς Γερμανίας. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός, πρίν πιστεύσῃ εἰς τήν Γερμανίαν καί τόν Κάϊζερ, εἶχε πιστεύσει εἰς διάφορα ἄλλα εἴδωλα. Εἶχε πιστεύσει εἰς διάφορα ἄλλα εἴδωλα. Εἰς τούς ἀριθμούς, εἰς τήν ἐπιστήμην, εἰς τό σύστημα, εἰς τήν μέθοδον, εἰς τήν ὀργάνωσιν καί κυρίως εἰς κάθε τι, ποῦ ὀνομάζεται μηχανή. Τόσοι ἵπποι, τόσα βόλτ, τόση ἀντίστασις τῆς ὕλης, τόση τριβή, τόσαι στροφαί τό δευτερολεπτόν, Α+Β+Γ-Δ=Ε. Ἔβαζε κάτω τούς ἀριθμούς, ἔβαζε κάτω τούς χάρτας, περιέφερεν ἐπάνω εἰς γεωμετρικά σχήματα τά σκέλη τοῦ διαβήτου, ἔκαμνε κατόπιν μερικάς μαθηματικάς ἐξισώσεις, συνεβουλεύετο τούς λογαριθμικούς πίνακας τοῦ Καλέττου καί ἀπεφαίνετο!
– Ἡ νίκη τῆς Γερμανίας εἶνε μαθηματική ἀλήθεια. Εἶνε ἐξαγόμενον μαθηματικοῦ ὑπολογισμοῦ. Δύο καί δύο κάμνουν πάντα τέσσερα καί ποτέ πέντε. Καί προβλέπομεν τήν νίκην τῆς Γερμανίας, ὅπως προβλέπομεν, μέ τό λεπτόν καί τό δευτερόλεπτον, μίαν ἔκλειψιν Ἡλίου ἤ μίαν ἔκλειψιν Σελήνης. Οἱ χαζοί καί οἱ ἐμβρόντητοι ἄνοιγαν διάπλατα τό στόμα ἐνώπιόν του εἰς τό καφενεῖον, ὅπου ἠγόρευε συνήθως.
– Ἐδῶ, ἀδελφέ, ὁμιλεῖ ἡ Ἐπιστήμη. Δέν εἶνε ἀστεῖα!
Ἦτο ἡ ἰδία μεταφυσική Θεότης, ἐν ὀνόματι τῆς ὁποίας ὡμιλοῦσαν πρός τούς πιστούς των καί πρός τούς χαζούς των καί ὁ ἀείμνηστος Ντῖνος καί τό Ἐπιτελεῖον καί οἱ Σωτῆρες.
– Ἀλλά, ἄνθρωπέ μου! τοῦ εἶχε παρατηρήσει τότε δειλά κἄποιος. Ὑπάρχουν καί μερικαί ἄλλαι δυνάμεις εἰς τόν κόσμον, αἱ ὁποῖαι δέν μετροῦνται οὔτε ὑπολογίζονται μέ τόν διαβήτην. Ὑπάρχει ἡ ἠθική, ἡ τιμιότης, ἡ ἀρετή. Ὑπάρχει ἡ Ψυχή καί ἡ Ἰδέα. Ὑπάρχει ὁ Δαυΐδ ἀπέναντι τοῦ Γολιάθ. Ὑπάρχουν οἱ Τρακόσιοι τῶν Θερμοπυλῶν. Ὑπάρχει ἡ φούχτα τοῦ 21, ποῦ τά ἔβαλε μέ μίαν Αὐτοκρατορίαν καί μᾶς ἔδωκε τό θαῦμα τῆς Ἐπαναστάσεως. Θά μοῦ πῆτε τό Ναυαρῖνον, τόν Φιλελληνισμόν. Ἀλλά τό Ναυαρῖνον, ἀλλά ὁ Φιλελληνισμός ὑπῆρξαν Ἰδέα. Καί ἡ Ἑλληνική Ἐπανάστασις ὑπῆρξεν ἐπίσης Ἰδέα. Καί ἡ Ἰδέα ἦλθε πρός τήν Ἰδέαν. Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο. Διότι πάντοτε ὁ Λόγος γίνεται σάρξ. Δέν πιστεύετε λοιπόν εἰς καμμίαν ἀπό τάς δυνάμεις αὐτάς; Ὁ ἄνθρωπος, ποῦ εἶχε γνωρίσει τόν Δούσμανην, ἀπήντησεν:
– Εἰς αὐτά πιστεύει ὁ Βενιζέλος σας, ὁ ὁποῖος εἶνε ἕνας παράφρων.
Ὅταν ξαναεῖδα χθές τόν θετικόν ἄνθρωπον κάτω ἀπό ἕνα ἀνεμιζόμενον σύμπλεγμα Συμμαχικῶν σημαιῶν, τόν ἐρώτησα εὐλαβῶς:
– Τί φρονεῖτε τώρα, κύριέ μου;
– Τί θέλετε νά φρονῶ; μοῦ εἶπεν. Ἐάν δέν ἔμπαινε στή μέση ἡ Ἀγγλία, ἐάν δέν ἔμπαινε στή μέση ἡ Ἀμερική, ἐάν τό Βέλγιον… Καί εἶχε τήν διάθεσιν νά παρατάξῃ ἄλλα διάφορα «ἐάν».
– Αὐτά τά «ἐάν», τόν διέκοψα, δέν τά προέβλεψεν ἡ Ἐπιστήμη σας;
– Ἡ Ἐπιστήμη δέν προφητεύει! ἀπεφάνθη. Προϋπολογίζει ἁπλῶς.
– Ἄρα ἡ Ἐπιστήμη, ἐτόλμησα νά τοῦ παρατηρήσω, δέν εἶνε ἱκανή δι’ ὅλα τά πράγματα. Καί ἆρα ἡ πίστις πρός τήν Ἐπιστήμην δέν εἶνε ἡ πρώτη Πίστις. Εἶνε καί κἄποια ἄλλη. Εἶνε ἡ Πίστις πρός τήν Ἰδέαν. Τό Βέλγιον, ἡ Ἀγγλία, ἡ Ἀμερική εἰς τόν πόλεμον αὐτόν ὑπῆρξαν ἡ Ἰδέα, ἡ ὁποία ἔγεινε Δύναμις. Εἰς αὐτήν ἐπιστεύσαμεν ἠμεῖς οἱ ἄλλοι. Βλέπετε λοιπόν, κύριέ μου, ὅτι μέ τά μαθηματικά σας ἠμπορεῖτε κάλλιστα νά προβλέψετε καί νά προσδιορίσετε μίαν ἔκλειψιν Ἡλίου ἤ μίαν ἔκλειψιν σελήνης. Ἐκεῖ ἡ ψυχή δέν ἐπεμβαίνει καθόλου. Καί οἱ νόμοι ἀκολουθοῦν τήν κανονικήν τους ἐφαρμογήν. Ἀλλά ἡ ψυχή διατάσσει κἄποτε τόν Ἥλιον νά σταθῇ κατά Γαβαών καί τήν Σελήνην κατά φάραγγα ἑλῶν καί στέκονται. Ἰδού λοιπόν ὅτι μέ τά μαθηματικά σας, ἐνῷ προβλέπετε τήν ἔκλειψιν τοῦ Ἡλίου, δέν ἠμπορέσατε νά προβλέψετε τήν ὁλικήν ἔκλειψιν τοῦ Κάϊζερ. Καί ὁ ἥλιός σας ἐσκοτίσθη ἔξαφνα ἐπάνωθέν σας, ἐνῷ τά μαθηματικά σας δέν σᾶς εἶχαν δώσει τήν παραμικροτέραν προειδοποίησιν. Τί λέγετε τώρα διά τήν Πίστιν τήν ἰδικήν σας καί τήν Πίστιν τήν ἰδικήν μας;
Ὁ ἄνθρωπος, ποῦ εἶχε γνωρίσει τόν Δούσμανην, δέν μοῦ ἀπήντησε καθόλου. Ἡ σιωπή του ὅμως δέν πρέπει κατ’ οὐδένα λόγον νά θεωρηθῇ ὡς κατάφασις. Κάθε ἄλλο. Εἶχε τήν Πίστιν του καί ἐξακολουθεῖ νά τήν ἔχῃ. Ὑποθέτω ὅτι κανείς δέν θά λάβῃ τόν κόπον νά τοῦ τήν ἀλλάξῃ.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ