Ἱστορική ἀναδρομή τῆς «Ἑστίας» γιά τόν προσδιορισμό τοῦ αἰγιαλοῦ καί τῆς παραλίας ἀπό τήν νεώτερη Ἑλλάδα – Πῶς κράτος καί ἰδιῶτες κατέλαβαν αὐθαιρέτως ὁλόκληρες ἀκτογραμμές μέσα στούς αἰῶνες
– ΚΥΡΙΕ, τό ξέρετε ὅτι αὐτό πού κάνετε λέγεται καταπάτηση παραλίας καί αἰγιαλοῦ; Εἶστε δηλαδή καταπατητής!
– Καλέ, τί μᾶς λές; Ἐσένα τί σέ νοιάζει;
– Μά στερεῖς ἀπό τούς συνανθρώπους σου τήν δυνατότητα νά πᾶνε στήν θάλασσα. Εἶναι παράνομο αὐτό πού κάνεις. Θά σοῦ γκρεμίσουν τόν φράχτη…
– Σιγά. Αὐτό, ἄνθρωπέ μου, δέν πρόκειται νά κατεδαφιστεῖ ποτέ.
– Δηλαδή, ἐσύ τί εἶσαι τώρα; Ξύπνιος καί οἱ ἄλλοι βλᾶκες;
– Ἀφοῦ δέν κάνουν τό ἴδιο, βλᾶκες εἶναι…
Ὁ διάλογος εἶναι αὐθεντικός, καί διημείφθη πρίν ἀπό σαράντα χρόνια (1983) σέ παραλία τῆς Ραφήνας.
- Τοῦ Ἐλευθερίου Γ. Σκιαδᾶ
Ὁ καταπατητής δέν εἶχε καταλάβει πώς μιλοῦσε μέ τόν ὑπουργό Χωροταξίας, Οἰκισμοῦ καί Περιβάλλοντος ἀείμνηστο Ἀντώνη Τρίτση, πού πραγματοποιοῦσε αὐτοψίες γιά τίς περιοχές πού ἐνετάσσοντο στόν νέο οἰκιστικό νόμο. Ἐκλήθη ἡ Χωροφυλακή, ἐπελήφθη τῆς ὑποθέσεως, ἀλλά τό γεγονός ἀπησχόλησε ἰδιαίτερα τόν ὑπουργό.
Ἀπό τό 1837
Ἀπό τότε πού συνεστάθη τό ἑλληνικό κράτος τό ζήτημα τῶν αἰγιαλῶν καί τῶν παραλιῶν ἀπησχόλησε τίς ἐπίσημες Ἀρχές, οἱ ὁποῖες ὄχι μόνον φρόντισαν, ἐκείνη τήν ἐποχή, νά προσδιορίσουν τό περιεχόμενο τοῦ ὅρου αἰγιαλός, ἀλλά καί νά λάβουν μέτρα γιά τήν προστασία τῶν αἰγιαλῶν. Εὐκαιρίας δοθείσης ἀπό τίς συζητήσεις περί αἰγιαλῶν καί τοῦ «Κινήματος τῆς Πετσέτας», ἀποκαλύπτουμε πῶς ὁ πρῶτος ὁρισμός τῆς ἔννοιας τοῦ αἰγιαλοῦ καί ἡ λῆψις μέτρων γιά τήν προστασία του ἔγινε μέ νόμο τοῦ 1837! Δηλαδή πρίν ἀπό 186 χρόνια.
Συγκεκριμένα, σέ νόμο πού ἐξεδόθη τότε μέ τόν τίτλο «Περί διακρίσεως κτημάτων» ὁρίζετο ὅτι «ὄχθαι καί αἰγιαλοί, εἶναι ἡ περιστοιχοῦσα τήν θάλασσαν ἤ τούς ποταμούς γῆ, καθ’ ὅσον μέρος βρέχεται ἀπό τάς μεγίστας, πλήν συνήθεις ἀναβάσεις τῶν ὑδάτων, ἀλλ’ ὄχι καί ἀπό τάς ἐκτάκτους πλημμύρας.» Προσέθετε δέ πώς «…οἱ αἰγιαλοί, οἱ λιμένες, οἱ ὅρμοι … δέν δύναται νά γενῶσιν ἰδιοκτησία ἰδιωτική, θεωροῦνται ὡς κτήματα δημόσια.» Ἔτσι τό κράτος, ἀπό τά πρῶτα βήματά του, φρόντιζε νά διατηρεῖ ἐλεύθερους καί προσβάσιμους τούς αἰγιαλούς.
Μεσοπόλεμος – 4η Αὐγούστου
Οἱ δεκαετίες πού ἠκολούθησαν ἦσαν περιπετειώδεις καί πλῆθος οἱ προσπάθειες πού κατεβάλλοντο γιά τήν καταπάτηση τῶν αἰγιαλῶν. Παρά τό γεγονός ὅτι τήν δεκαετία 1880 ἔγιναν πολλά καί θά ἄξιζαν νά ἱστορηθοῦν, μποροῦμε νά ἰσχυρισθοῦμε ὅτι τό πρῶτο νομοθέτημα ἄντεξε στόν χρόνο. Τήν τετραετία 1919-1923 ἔγιναν προσπάθειες γιά τήν κατοχύρωση τεχνικῶν λεπτομερειῶν μέ σκοπό τήν προστασία τῆς ζώνης χειμερίου κύματος, ἐνῷ πέρασε ἕνας ὁλόκληρος αἰῶνας ὥσπου νά καταβληθεῖ ἡ ἑπόμενη καί ἰδιαίτερα σημαντική προσπάθεια προστασίας τῶν αἰγιαλῶν.
Τό καθεστώς τῆς 4ης Αὐγούστου ἦταν ἐκεῖνο πού προσπάθησε νά θωρακίσει τίς παραλίες λαμβάνοντας νομοθετικά μέτρα. Πρῶτον (1938) συνέστησε «Ἐπιτροπή τῶν ὁρίων καθορισμοῦ τοῦ αἰγιαλοῦ» καί ἐν συνεχείᾳ ἐξέδωσε (1940) τόν θεμελιώδη νόμο «Περί αἰγιαλοῦ καί παραλίας». Μέ ἁπλό καί ξεκάθαρο τρόπο τά πράγματα μπῆκαν στήν θέση τους: «Ὁ αἰγιαλός, ἤτοι ἡ περιστοιχοῦσα τήν θάλασσαν χερσαία ζώνη, ἡ βρεχομένη ἀπό τάς μεγίστας πλήν συνήθεις ἀναβάσεις τῶν κυμάτων, εἶναι κτῆμα κοινόχρηστον, ἀνήκει ὡς τοιοῦτον εἰς τό Δημόσιον καί προστατεύεται καί διαχειρίζεται ὑπ’ αὐτοῦ». Μέ τά ἄρθρα πού ἀκολουθοῦσαν ἐθωρακίζετο ἡ διαδικασία χαρτογραφήσεως καί προστασίας τόσο τοῦ αἰγιαλοῦ ὅσο καί τῆς παραλίας.
Προσβάσεις μέσῳ διαδρόμων
Δέν μποροῦσε λοιπόν νά περιφραχθεῖ ἤ νά ἀποκλεισθεῖ ἤ νά καταστεῖ ἀνέφικτη καθ’ οἱονδήποτε τρόπο ἡ χρῆσις ἀπό τό κοινό τῆς παραλίας καί τοῦ αἰγιαλοῦ, σέ ἀπόσταση τριάντα μέτρων ἀπό τόν τελευταῖο.
Παρά ταῦτα, δέν ἄργησε ἡ ἐποχή κατά τήν ὁποία τό σύνολο τῶν αἰγιαλῶν τοῦ θαλασσίου μετώπου τῶν Ἀθηνῶν εἶχε ἀποκλεισθεῖ γιά τό κοινό. Εἶναι ἐνδεικτικό τό γεγονός ὅτι τό ἑπταετές στρατιωτικό καθεστώς, τό ὁποῖο ἐξήγγειλε πολλάκις τήν ἀπελευθέρωση τῶν παραλιῶν, ὄχι μόνον δέν τά κατάφερε, ἀλλά ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἀπεκλείσθησαν καί ὅσες προσβάσεις εἶχαν μείνει ἐλεύθερες. Ἔφθασε στό σημεῖο, μέ νομοθετικό διάταγμα (1970), νά ὁρίζει τήν προστασία τοῦ αἰγιαλοῦ καί τῆς παραλίας εἰς βάθος τριάντα μέτρων, ἐξαιρῶντας ὅμως βιομηχανίες, ξενοδοχεῖα, τουριστικές ἐπιχειρήσεις ἀλλά καί ἔργα τοῦ Δημοσίου, τῶν Λιμενικῶν Ταμείων καί τοῦ Ἑλληνικοῦ Ὀργανισμοῦ Τουρισμοῦ. Ἀρκοῦσε μιά Ὑπουργική Ἀπόφασις. Ὅσα ἠκολούθησαν δέν περιγράφονται. Ἐκεῖ πού ὑποτίθεται θά ἔμεναν ἐλεύθερες οἱ παραλίες, τρία χρόνια ἀργότερα, τό 1973, τό στρατιωτικό καθεστώς ἠναγκάζετο νά λάβει μέτρα ὥστε νά ἀφεθοῦν τοὐλάχιστον διάδρομοι γιά νά ἔχει πρόσβαση τό κοινό στήν θάλασσα.
Συγκλονιστικό τεκμήριο
Ἀπόρρητη ἔκθεσις τοῦ 1977, συντεταγμένη ἀπό φιλότιμους δημοσίους ὑπαλλήλους τῶν ἁρμοδίων ὑπηρεσιῶν, ἀπεκάλυψε τί πραγματικά εἶχε συμβεῖ τά προηγούμενα 140 χρόνια, δηλαδή ἀπό τότε πού εἶχε ἐκδοθεῖ ὁ πρῶτος νόμος ἐπί Ὄθωνος. Ἑπτακόσιες πενῆντα παράνομες περιφράξεις καί αὐθαίρετα κτίσματα ἰδιωτῶν εἶχαν ἁπλωθεῖ κατά μῆκος τῶν ἀκτῶν ἀπό τόν Ἰσθμό τῆς Κορίνθου ἕως τό Σούνιο καί ἀπό ἐκεῖ ἕως τήν Νέα Μάκρη.
Πιό συγκεκριμένα, ἀπό τό Δέλτα Φαλήρου ἕως τό 41ο χιλιόμετρο τῆς λεωφόρου Ἀθηνῶν – Σουνίου (Λαγονῆσι), ἐσημειώνοντο οἱ περισσότερες καταλήψεις χώρων τοῦ αἰγιαλοῦ, περιφράξεις μέ κιγκλιδώματα, περιμανδρώσεις μέ τσιμεντόλιθους, διαμορφώσεις τοῦ αἰγιαλοῦ σέ στάθμες, ἐπιχωματώσεις τῆς παραλίας, ἐπιστρώσεις τοῦ αἰγιαλοῦ μέ γκρό-μπετόν, προβλῆτες, πλατφόρμες, τοιχοποιίες ἀντιστηρίξεως ἀπόκρημνων ἀκτῶν, κλιμακοστάσια πρός τήν θάλασσα, πισίνες, διαμορφώσεις τοῦ αἰγιαλοῦ σέ κήπους καί παρτέρια ἰδιωτικῆς χρήσεως.
Παραβάτης τό κράτος
Πρῶτος καί σημαντικώτερος παραβάτης τῶν νόμων καί τῶν ἀναλυτικῶν προβλέψεων ἦταν ἕνας κρατικός ὀργανισμός, ὁ Ἑλληνικός Ὀργανισμός Τουρισμοῦ (ΕΟΤ). Ἡ δικτατορία τοῦ παρεχώρησε, τό 1968, ἐκτός τῶν ἄλλων περιοχῶν καί ὁλόκληρη σχεδόν τήν παραλιακή ζώνη ἀπό τό Δέλτα Φαλήρου ἕως τήν Βάρκιζα γιά τουριστική ἀξιοποίηση καί ἐκμετάλλευση. Καί τί ἔκανε ὁ ΕΟΤ; Ἐξετέλεσε ἔργα χωρίς νά τηρήσει τήν νόμιμη διαδικασία καί περιέφραξε τό μεγαλύτερο μέρος τῶν κοινόχρηστων χώρων ἀποκλείοντας τήν πρόσβαση τοῦ κοινοῦ.
Ἐπίσης, ὁ ΕΟΤ, ἐπέτρεψε –κατά παράβασιν τῆς νομοθεσίας– σέ ξενοδοχειακές μονάδες καί ἄλλες ἐπιχειρήσεις νά περιφράξουν σημαντικές ἐκτάσεις τοῦ αἰγιαλοῦ. Ἀλλά καί ἡ Γενική Γραμματεία Ἀθλητισμοῦ ὑπῆρξε «πρωταθλήτρια» στήν δημιουργία παράνομων ἐγκαταστάσεων. Ὡς γνωστόν, τῆς παρεχωρήθη, τό 1959, ὁλόκληρος ὁ χῶρος ἀπό τόν Ἅλιμο μέχρι τό Ἑλληνικό γιά τήν δημιουργία «Ἀθλητικοῦ Κέντρου». Ἐνδεικτικό ἐπίσης τῆς καταστάσεως πού ἐπεκράτησε εἶναι ὅτι στόν χῶρο πού εἶχε διατεθεῖ γιά «Ἀθλητικό Κέντρο» ἀνηγέρθησαν κατά καιρούς «Κέντρα Διασκεδάσεως» (Φαντασία, Στόρκ, Κύρ Ἀντώνης, 13 κ.ἄ.)!
Κέντρα καί βίλλες
Εὔκολα, λοιπόν, ἀντιλαμβάνεται ὁ ἀναγνώστης τί μποροῦσαν νά κάνουν οἱ ἰδιῶτες ὅταν ὁ σημαντικώτερος παραβάτης ἦταν τό Ἑλληνικό Δημόσιο. Ὁ ἐπιχειρηματίας πού εἶχε ἀναλάβει τόν «Φλοῖσβο» κατεσκεύασε προβλῆτα «ἐπί τοῦ χειμερίου κύματος» στήν ὁποία τοποθέτησε τραπέζια, καθίσματα καί σκιάδες γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν πελατῶν του.
Ἡ περίφημη στήν ἐποχή της «Ψαρόβαρκα» εἶχε στρώσει μέ γκρό-μπετόν τμῆμα τοῦ αἰγιαλοῦ, ἐννοεῖται χωρίς ἄδεια. Τεράστιες ἐκτάσεις ἐκηρύχθησαν «δημόσια τουριστικά κτήματα» καί ἐδημιουργήθησαν «ὀργανωμένες πλάζ» (Ἀστέρια, Βούλα κ.ἄ.), κέντρα διασκεδάσεως (Σμαράγδι, Παλλίρροια, Ἀντύπας, Ἀναμπέλλα, Παμέλα, Κυανῆ Ἀκτή κ.ἄ.), ξενοδοχεῖα (Πανόραμα, Βούλα, Καστέλλο, Πάιν Χίλλ κ.ἄ.) καί βίλλες.
Ἄτυχη Ὑπουργική Ἀπόφασις
Θά ἀρκοῦσε ἴσως ἡ ἁπλή ἀναφορά τῶν ὀνοματεπωνύμων τῶν ἰδιοκτητῶν πού ἀνήγειραν βίλλες σέ ὅλο τό παραλιακό μέτωπο ἀπό τό Φάληρο ἕως τό Λαγονῆσι καί τά ὁποῖα περιελαμβάνοντο στήν ἀπόρρητη ἔκθεση τοῦ 1977 γιά νά ἀντιληφθοῦμε τήν τοὐλάχιστον περίεργη καί διαχρονική ἀνοχή στίς παρανομίες. Ἀνοχή πού κατέληξε στόν ἀποκλεισμό γιά τό κοινό, ἄλλοτε ἐντελῶς αὐθαίρετα καί ἄλλοτε νομότυπα, ὁλοκλήρου σχεδόν τοῦ παραλιακοῦ χώρου τοῦ Σαρωνικοῦ.
Βεβαίως τό μέγα θέμα πού ταλανίζει πολιτεία καί κοινωνία ἐπί δύο περίπου αἰῶνες δέν μπορεῖ νά καλυφθεῖ σέ ἕνα ἱστορικό σημείωμα. Κλείνουμε πρός τό παρόν ἀναφέροντας ἕνα ἀκόμη περιστατικό μέ πρωταγωνιστή τόν Ἀντώνη Τρίτση. Ἀφοῦ μελέτησε τά πράγματα καί ἐξέδωσε τόν Οἰκιστικό Νόμο τό 1983, ὑπέγραψε Ὑπουργική Ἀπόφαση μέ τήν ὁποία ἔπρεπε νά περιέλθουν στούς δήμους καί τίς κοινότητες οἱ βίλλες πού εἶχαν ἀνεγερθεῖ στούς αἰγιαλούς καί τίς παραλίες. Οὐδεμία τέτοια περίπτωσις κατεγράφη στίς δέλτους τῆς σύγχρονης ἱστορίας μας.