Στίς ἑπτά Ἰανουαρίου, ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, τοῦ 1972, ἔφυγε ἀπό τήν ζωή, στά 79 της χρόνια, ἡ σπουδαία λαϊκή ποιήτρια Εὐτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Θυμᾶμαι ἀκόμη τόν πατέρα μου νά τραγουδᾶ «Ὅλα εἶναι ἕνα ψέμα, μιά ἀνάσα, μιά πνοή/σάν λουλούδι κάποιο χέρι θά μᾶς κόψει μιάν αὐγή». Ἦταν τό μοναδικό τραγούδι μέ τήν φωνή τοῦ Στέλιου Καζαντζίδη πού «ἔμπαινε στό σπίτι μας», καθ᾽ ὅτι ἦταν «βαρύ λαϊκό», ἀλλά εἶχε «βαθύτατα φιλοσοφημένο στίχο», ὅπως ἔλεγε ὁ γιατρός. Κι, ἔτσι, γνώρισα καί ἀργότερα μελέτησα τήν μεγάλη αὐτή στιχουργό. Στήν μνήμη της , καταγράφουμε μερικά δικά της λόγια.
«Γράφω τραγούδια καί τά πουλῶ σέ ἀρκετούς, γιατί ἔχω ἀνάγκη τά χρήματα.. Μόλις τά παραδώσω, ὑπογράφω καί μία δήλωση παραιτήσεως ἀπό διάφορα δικαιώματα, ἄς ποῦμε ἀπαρνοῦμαι τά πνευματικά μου τέκνα γιά 200-250 δραχμές. Ἡ ἑταιρεία δίσκων πού ἀνήκω, μοῦ ἀπαγορεύει νά συνεργασθῶ μέ ἄλλη ἑταιρεία. Αὐτοί μᾶς ὑψώνουν καί οἱ ἴδιοι μᾶς ρίχνουν στά τάρταρα τῆς ἀνυπαρξίας. Εἶμαι 75 χρονῶν. Εἶμαι ἄρρωστη καί ἀνήμπορη νά τά βάλω μαζί τους, μά ἕνα μονάχα τούς λέω: Τό πνεῦμα δέν φυλακίζεται. Δέν δεσμεύεται».
Ἡ ἐπιτυχία καί ἡ ἀπήχηση τῶν τραγουδιῶν μου ὀφείλεται στήν εἰλικρίνεια καί στή φυσικότητα μέ τήν ὁποία τά ἔγραψα. Συνήθως ἕνα τραγούδι τό γράφω σέ μία μέρα. Γράφω ὅταν μέ πνίγει μία θύμηση, ὅταν μέ βαραίνει ὁ πόνος. Τό γράψιμο εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά ξεφύγω ἀπό τοῦτο τό θλιβερό περιβάλλον. Στήν ἡλικία μου, ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέ τίς ἀναμνήσεις του. Καί οἱ δικές μου εἶναι πικρές. Ἀγνοήθηκα. Παραγκωνίσθηκα. Ἀδικήθηκα. Μοίρασα ἁπλόχερα τήν τέχνη μου, μά δέν ἀξιοποιήθηκα». «Νύχτα πέρασε τό τραῖνο καί τό χάσαμε, κάπου θέλαμε νά πᾶμε, μά δέν φτάσαμε»…
Στό κρεββάτι τοῦ νοσοκομείου, λίγο πρίν φύγει ἀπό τήν ζωή, ζήτησε νά ἀκούσει τήν «Ἅμαξα μέσ’ τή βροχή». Ὅπως ἔλεγε, τό εἶχε πού τό ’χε χαρίσει στόν Χαράλαμπο Βασιλειάδη, στιχουργό ἐπίσης, τόν γνωστό ὡς «Μπάμπης, ὁ τσάντας» καί τοῦ ἔβαλε νότες ὁ Ἀπόστολος Χατζηχρῆστος. Τό θεωροῦσε «δικό της παιδί». Ἑκατοντάδες ἄλλα, δικά της, κυκλοφόρησαν μέ ἄλλες ὑπογραφές.
Παραθέτω μερικά ἀθάνατα, πραγματικά «λαϊκά» τραγούδια. «Στοῦ γιαλοῦ τά βοτσαλάκια», «Τί ἔχει καί κλαίει τό παιδί», «Στ’ Ἀποστόλη τό κουτούκι», «Εἴμαστε ἀλάνια», «Πετραδάκι, πετραδάκι», «Ἡ ἄστατη», «Δέν φταῖς ἐσύ, ἡ φαντασία μου τά φταίει», «Ἡλιοβασιλέματα», «Περασμένες μου ἀγάπες», «Εἶσαι ἡ ζωή μου, ἡ ἀναπνοή μου», «Δύο πόρτες ἔχει ἡ ζωή», «Ὄνειρο ἀπατηλό», «Πῆρα ἀπ’ τή νιότη χρώματα» καί τό ὑπέρτατο ζεϊμπέκικο «Εἶμαι ἀητός χωρίς φτερά», πού ἔδωσε στόν Μάνο Χατζιδάκι.
Ἄν δέν ἔχετε δεῖ τήν ταινία «Εὐτυχία» τοῦ Ἀγγέλου Φραντζῆ, μέ πρωταγωνίστρια, στόν ρόλο (καί στό «πετσί») τῆς Εὐτυχίας Παπαγιαννοπούλου, τήν Καρυοφυλλιά Καραμπέτη καί τόν Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη καί τόν Θᾶνο Τοκάκη στούς κυρίους ἀνδρικούς ρόλους, ἀναζητῆστε την. Ἀναπαριστᾶ μέ πιστότητα μία ἐποχή κατά τήν ὁποία ὑπῆρξε δημιουργική ἔκρηξη στό ἀληθινό ἑλληνικό λαϊκό τραγούδι. Καί ἡ Εὐτυχία Παπαγιαννοπούλου ὑπῆρξε ἡ μοῦσα του!