Δέν ὑπάρχει περίπτωση νά βρεθεῖ ἕνας μουσικός πλάι σέ ἕνα ὄργανο τοῦ ὁποίου γνωρίζει τήν χρήση καί νά μήν ἐπιχειρήσει –ἄν αὐτό εἶναι ἐπιτρεπτό– νά τό «περιεργασθεῖ»…
Μέ τήν συντροφιά μας, παλαιοδημοσιογραφική-καλλιτεχνική, μαζευόμαστε πολλές φορές σέ κάποια ἀπό τά «στέκια» μας στόν Πειραιᾶ. Πολλά πρωινά, ἀπολαμβάνουμε τόν καφέ καί τήν κουβέντα μας, κυρίως συζήτηση περί τά ἀθλητικά καί τά πολιτικά, ἀλλά καί τά πειράγματα μεταξύ μας.
Στό «Ἀντέσο», στόν σχεδόν πεζόδρομο τῆς ὁδοῦ Καραΐσκου, ἕνα καφέ μέ ἔντονο χρῶμα δεκαετίας ’60-’70, ἀνταμώνουμε συχνά, ἡ παρέα. Ὁ Γιάννης Πετρόπουλος, ὁ «ὄμορφος» τῆς συντροφιᾶς, μεγάλη δόξα τοῦ ἑλληνικοῦ τραγουδιοῦ, ὁ Ἠλίας Ἀσβεστόπουλος, ἡ «ψυχή» τῶν 2002GR, ὁ Γιῶργος Χατζηγεωργίου, «πρόεδρος τῆς καρδιᾶς μας», ἐπί χρόνια πρόεδρος τῶν Ἀποφοίτων τῆς «Γαλλικῆς» καί γιά ἕνα φεγγάρι πρόεδρος τοῦ (ἐρασιτέχνη) Ἐθνικοῦ, ὁ Παντελῆς Ξανθίδης, μέ τεσσαρκονταετῆ γόνιμη θητεία στήν δημοσιογραφία καί δή στό «καλλιτεχνικό» ρεπορτάζ (τό ἀρχεῖο του εἶναι ἐκπληκτικῆς πληρότητος), ὁ Γιάννης Σπυράκης, πρώην ἀντιδήμαρχος, συνδικαλιστής καί ἱεροψάλτης, ὁ Νικήτας Χαρχαλάκης, οἰκονομολόγος διαπρεπής, φιλότεχνος καί συλλέκτης, ὁ Μανώλης Σαββόπουλος, συμμαθητής ἀπό τό δημοτικό, ἐπιχειρηματίας, μόνιμος κάτοικος Ἑλβετίας, μέ γαλλική καί ἑλληνική ὑπηκοότητα, πού βρίσκεται πλέον τόν περισσότερο καιρό στόν Πειραιᾶ, ὁ Νῖκος Σίμος, πρώην διευθυντής τῆς «Καθημερινῆς», πρώην πρόεδρος τῆς ΕΡΤ καί παραμένων δημοσιογράφος…
Ἐκεῖ, λοιπόν, στό βάθος τῆς (μικρῆς σχετικῶς) αἴθουσας, ὑπάρχει ἕνα παλιό πιάνο. Ἕνα καλό, μαῦρο, γερμανικό πιάνο, μέ μεταλλική βάση, ἀλλά ἀκούρδιστο καί μέ πολλά τραυματισμένα πλῆκτρα (λείπουν τά «κόκκαλα»).
Ὅπως ἦταν φυσικό, κάποια στιγμή, ἄνοιξα τό καπάκι καί προσπάθησα νά παίξω κάτι, ἀλλά σέ ἕνα πιάνο πού δέν εἶναι χορδισμένο σωστά, πῶς νά παίξεις;
Ἀπευθύνθηκα στόν ἰδιοκτήτη, ἀλλά μοῦ εἶπε ὅτι τό ὄργανο εἶναι «μόνο γιά διακόσμηση.» Ἔκτοτε, δέν τό ἄνοιξα ἄλλη φορά.
Προχθές, ὅμως, ὁ Γιῶργος ἐπέμενε νά φτιάξουμε ἕνα βίντεο μέ «Χρόνια Πολλά» καί νά τό στείλουμε στόν φίλο μας –παλαιό καί ἐπίλεκτο μέλος τῆς παρέας– τόν συγγραφέα Πέτρο Κυρίμη, ὁ ὁποῖος ζεῖ πλέον μονίμως στήν Γερμανία.
Πῶς μέ ἔπιασε τό σκηνοθετικό μου καί τούς μάζεψα γύρω ἀπό τό πιάνο, ἔπαιξα «ἀπό σόλ» καί τραγουδήσαμε τό «Happy birthday»! Μέ τό πιάνο ἀχόρδιστο καί φάλτσο, ἀλλά τό βίντεο ἔγινε.
Ἔλα, ὅμως, πού ὁ Πετρόπουλος ἄκουσε πιάνο καί νόμισε ὅτι εἶμαι ὁ Γιάννης Σπάρτακος! «Πιάσε σί μινόρε» μοῦ λέει κι ἀρχίζει νά τραγουδᾶ. Κι ἐγώ νά ἀκολουθῶ, παλαιά καραβάνα, ἀλλά τό πιάνο νά μήν ὑπακούει ἐντελῶς.
Κι ὅμως, τραγουδήσαμε ὅλοι μαζί (καλλίφωνοι ἅπαντες, μέ πρῶτο, φυσικά, τόν Πετρόπουλο καί σεκόντα τόν Ξανθίδη, τόν Σπυράκη καί τούς ὑπολοίπους) γιά ὥρα πολλή. Κηλαηδόνη, Σαββόπουλο, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Μούτση, ἀλλά καί «La novia» καί «Il mondo», πού ὁ Γιάννης τά ἑρμηνεύει ὑπέροχα καί φινάλε μέ τήν «Τζαμάικα» τοῦ Λοΐζου, σέ στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Καί νά χειροκροτοῦν οἱ θαμῶνες καί ἡ παρέα, καί νά ἔχει γίνει ἕνα γλέντι, μέ αχόρδιστο πιάνο! Πού ἀλλοῦ, ἐκτός ἀπό τήν Ἑλλάδα καί δή στόν Πειραιᾶ, μέρα μεσημέρι, μέ καφέδες καί χυμούς φρούτων, θά εὕρισκε μιά παρέα τόσο κέφι, ὥστε νά ζητοῦν μερικοί νά παίξουμε μέχρι καί «θά τόν μεθύσουμε τόν ἥλιο»;
Πῶς τό εἶπε ὁ Διονύσης ὁ μέγας; «Νά μᾶς ἔχει ὁ Θεός γερούς, πάντα ν’ ἀνταμώνουμε καί νά ξεφαντώνουμε»! Ἀμήν, Παναγία μου!