Μέ εἶχε ἀρχικῶς ξενίσει τό γεγονός ὅτι ἕνας πρύτανις (Θεοδόσιος Πελεγρίνης) τοῦ Πανεπιστημίου τῶν Ἀθηνῶν ἐμφανιζόταν ὡς ἠθοποιός.
«Προφανῶς ὑποδύεται καί τόν καθηγητή ἐπί πολλά χρόνια» εἶχα πεῖ σέ φίλους, μέ τούς ὁποίους συζητούσαμε τό «φαινόμενο»…
Λές καί δέν ἔχω κι ἐγώ τό «ψώνιο» μέ τήν μουσική, κι ὁλόκληρος μαντράχαλος καί «senior» (ἔλα τώρα) δημοσιογράφος πάω καί παίζω «ρόκ» μέ τό συγκρότημά μου (Νόμος 4000) σέ μπαράκια καί κλάμπ γιά «ψυχοθεραπεία», ὅπως λέω στό κοινό. Μέ εἶχε, ὅμως, «φάει» ὁ φίλτατος ἀπό τήν ἐποχή τῆς μουσικῆς Χρῆστος Κάλοου, τραγουδιστής καί ἠθοποιός, πού ἔπαιξε μέχρι καί στό ἐθνικό Θέατρο τῆς Ἀγγλίας. «Πᾶμε νά δεῖς τόν Πελεγρίνη. Πᾶμε νά δεῖς τό “Τρύπιο βαρέλι”!»
– Τί εἶναι αὐτό; Ταβέρνα στά Καλύβια; τοῦ εἶπα γιά νά τόν πειράξω…
Τόν ἀκολούθησα, ὅμως, στό θέατρο «Ἀλκμήνη», ἕναν θεατρικό πολυχῶρο, μᾶλλον, στήν ὁδό Πειραιῶς, στίς παρυφές τοῦ δρόμου πρός τόν λόφο τῶν Νυμφῶν.
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ χῶρος! Μιά κυψέλη θεατρικῆς τέχνης καί ἀνησυχιῶν, πού στεγάζει ἕναν μεγάλο ἀριθμό ἠθοποιῶν, σέ διάφορες παραστάσεις, μακριά ἀπό τά φῶτα πού ὑπάρχουν λίγα μέτρα πιό κάτω, ἀλλά κοντά στήν καρδιά τῆς περιοχῆς ὅπου γεννήθηκε τό θέατρο… Ὁ Χρῆστος φέρνει δυό φλυτζάνια καφέ, χαιρετῶ τήν σκηνοθέτιδα Ἄννα Σωτρίνη, τῆς ὁποίας τήν τέχνη ἔχω καί παλαιότερα θαυμάσει. Ἡ αἴθουσα, σχετικά μικρή, γεμίζει γρήγορα. Διακρίνω τόν φίλτατο Γιῶργο Χρονᾶ καί τόν Γιῶργο Μανιώτη, παρουσίες πού μέ προδιαθέτουν ὅτι «κάτι καλό μέ περιμένει»… Ἔχουν κι ἐκεῖνοι ἀλλάξει, ὅπως ὅλοι μας. Καθόμαστε· σκοτάδι, λίγα φῶτα, καί ἡ παράσταση ἀρχίζει… Στό τέλος πιάνω τόν ἑαυτό μου νά χειροκροτεῖ θερμότατα τούς συντελεστές. Τόν Θεοδόση Πελεγρίνη, πρωταγωνιστή καί συγγραφέα, τόν Γιάννη Παπαθύμνιο, πού μοιράζεται τή σκηνή μέ τόν τ. πρύτανι, τήν σκηνοθέτιδα, ἀλλά καί τόν Χρῆστο Κάλοου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίζεται σέ κάποια video-κλειδιά γιά τό ἔργο, τά ὁποῖα ἐπιμελήθηκε ὁ γιός του Εὐάγγελος, ὁ ὁποῖος εἰσπράττει ἐπίσης τό χειροκρότημά μας.
Ἔχω μόλις ἀπολαύσει μία ὥρα καλοῦ θεάτρου, μέ ἕνα πολύ δυνατό κείμενο προβληματισμοῦ, πού ἀκροβατεῖ μεταξύ φιλοσοφίας καί θεάτρου τοῦ παραλόγου. Κρῖμα πού δέν ὑπάρχει πιά ὁ παλιός μας γείτονας στόν Πειραιᾶ Κώστας Μουρσελᾶς γιά νά δεῖ τήν συνέχεια τῶν δικῶν του διαλόγων στό θρυλικό «Ἐκεῖνος κι ἐκεῖνος», ἐν μέσω δικτατορίας, στήν ἀσφυκτικῶς κρατική τηλεόραση, μέ τόν ἐπίσης γείτονά μας (καί τόν συγγραφέα) Βασίλη Διαμαντόπουλο καί τόν εἰσέτι διδάσκοντα ἦθος Γιῶργο Μιχαλακόπουλο, ἐπηυξημένη καί ἐμπλουτισμένη μέ στοιχεῖα τοῦ σήμερα. Ἡ ἀγωνία τῆς μοναξιᾶς, ἐν καιρῶ οἰκονομικῆς ἀνέχειας, ὁ ἄγνωστος ὁ ὁποῖος ὑπάρχει καί ἐνυπάρχει, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρξει γιά νά «εἶναι μιά κάποια λύσις», καί ὁ χρόνος, πού κυλᾶ ἀμείλικτος καί σέ φέρνει πιό κοντά σέ ἐκεῖνο πού θά ἤθελες νά ἀποφύγεις… Σκέπτομαι πόσο δύσκολο εἶναι νά ὑποκρίνεσαι μπροστά σέ ἕνα κοινό τό ὁποῖο πρέπει νά πιστέψει ὅτι δέν ὑποκρίνεσαι! Καί ἐκτιμῶ τό τάλαντο τοῦ τέως πρυτάνεως ὡς ἠθοποιοῦ καί συγγραφέως. Θά ἤθελα νά ἤμουν νεώτερος καί νά τόν εἶχα προλάβει ὡς καθηγητή…