Παρέμβασις τῆς Προέδρου τῆς Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ἡ ὁποία νοιώθει «ντροπή» γιά τά Τέμπη καί ζητεῖ «εὐθυκρισία καί γενναιότητα ἀπό τούς δικαστές» πού χειρίζονται τήν ὑπόθεση – Πῶς δικαιολογήθηκε γιά τίς ἀνεμογεννήτριες – Ἀπόπειρα προσεγγίσεως μέ τήν Ἐκκλησία μέ ἀναφορές στόν «Ἐπιτάφιο» καί τήν «Βυζαντινή Χορωδία»
ΤΕΛΙΚΩΣ οὔτε ἡ κ. Σακελλαροπούλου δηλώνει ὑπερήφανη γιά τήν ἑλληνική Δικαιοσύνη. Αὐτό τοὐλάχιστον ἐδήλωσε ἡ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας στήν ἐκπομπή «Πρωταγωνιστές» τοῦ Σταύρου Θεοδωράκη. Στήν σχετική ἐρώτηση ἀπήντησε: «Εἶναι πολύ μεγάλη, βαριά κουβέντα, νά πῶ ὅτι εἶμαι περήφανη… Αὐτό πού μέσα μου βαθιά εὔχομαι καί ἐλπίζω, εἶναι ἀκριβῶς ὅτι εἶναι ἀνεξάρτητοι καί δέν ἐπηρεάζονται ἀπό κανέναν στήν κρίση τους. Αὐτό εὔχομαι πάντα».
Δηλαδή μετά 40 χρόνια πείρας ὡς δικαστοῦ ἡ κ. Σακελλαροπούου «ἐλπίζει καί εὔχεται» νά εἶναι οἱ συνάδελφοί της ἀνεξάρτητοι καί νά ἀποφασίζουν χωρίς νά ἐπηρεάζεται ἡ κρίσις τους. Καί ἄν αὐτή δέν μπορεῖ νά εἶναι βεβαία, σέ ποιό βαθμό μποροῦν οἱ πολῖτες νά ἐμπιστεύονται τήν Δικαιοσύνη;
Ὅσο γιά τό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν ἡ κ. Σακελλαροπούλου δηλώνει ὅτι αἰσθάνεται «ντροπή»: «Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη, ὅταν βλέπω γραμμές ἤ τραῖνο, πέρα ἀπό τόν πόνο καί τήν ὀργή, νοιώθω καί ντροπή ἀκόμη» δηλώνει. Χωρίς νά διευκρινίζει τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτό πού τήν κάνει νά αἰσθάνεται ντροπή…
Καί ἀκολουθεῖ ἕνας ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρων διάλογος ὡς πρός τήν Δικαιοσύνη καί τήν ἐμπιστοσύνη πρός αὐτήν:
Ἐρώτησις: «Θά μάθουμε ὅμως ποτέ ποιός φέρει τήν εὐθύνη; Τίς μεγάλες ἀλλά καί τίς μικρές εὐθῦνες. Θά ἀποδοθεῖ δικαιοσύνη. Ξέρετε ὅτι αὐτή εἶναι μία ἀπ’ τίς ἀνησυχίες τοῦ πολίτη».
Ἀπάντησις: «Θέλω νά πιστεύω πώς ναί, θά ἀποδοθεῖ Δικαιοσύνη. Εἶναι ἀπαίτηση τῆς κοινωνίας, τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς. Ἀπό τή βραδιά ἐκείνη, πού χάθηκαν 57 ἀνθρώπινες ζωές καί μάλιστα νέων ἀνθρώπων, τά αἰσθήματα τοῦ πόνου καί τῆς ὀργῆς εἶναι αὐτά νομίζω πού διακατέχουν ὅλους μας. Θέλω νά πιστεύω ὅτι ἡ Δικαιοσύνη θά κάνει τό χρέος της. Ὀφείλει νά τό κάνει. Ὅλοι περιμένουμε ἀπαντήσεις. Νά ἀναζητηθοῦν, νά ἀποδοθοῦν οἱ εὐθῦνες καί νά ὑπάρξει ἡ τιμωρία πού προβλέπει ἡ ἔννομη τάξη».
Ἐρώτησις: «Οἱ πολῖτες ἔχουν μία ἐπιφύλαξη. Διαβάζω τώρα τελευταῖα κάποιες ἔρευνες. Ὅτι δέν πιστεύουν ὅτι ἡ Δικαιοσύνη θά βρεῖ τούς ἐνόχους. Εἶναι λίγο θλιβερό, ἡ πλειοψηφία τῆς κοινωνίας νά μήν πιστεύει στήν Δικαιοσύνη».
Ἀπάντησις: «Ἐγώ θέλω νά πιστεύω ὅτι θά κάνει τή δουλειά της καί στό τέλος θά δώσει τίς ἀπαντήσεις πού περιμένουμε. Δέν εἶναι ὅλα τά ἐρωτήματα ἁπλά. Εἶναι περίπλοκα. Χρειάζεται ἔρευνα. Ἀλλά βέβαια οἱ δικαστές ὀφείλουν νά δείξουν τήν εὐθυκρισία καί τή γενναιότητα πού χρειάζεται νά φθάσουν τήν ἔρευνά τους μέχρι τό τέλος. Αὐτό εἶναι τό ἱερό τους χρέος».
Ἐρώτησις: «Καί αὐτό πού λένε πολλοί πολῖτες; Ὅτι ἡ Δικαιοσύνη εἶναι μέ τούς ἰσχυρούς; Καί ὅτι οἱ ἀποφάσεις καλύπτουν αὐτούς πού δέν θέλουν πάντα τήν ἀλήθεια;».
Ἀπάντησις: «Δέν θέλω νά ὡραιοποιήσω τά πράγματα, ἀλλά πιστεύω πάντα ὅτι στή Δημοκρατία, ἡ Δικαιοσύνη πρέπει νά εἶναι μέ τόν κάθε πολίτη, ἰδίως μέ τούς ἀνήμπορους καί τούς εὐάλωτους, καί σέ κάθε περίπτωση νά ἀναζητᾶ τό δίκιο καί νά τό ἀπονέμει. Νά ἔχει τήν αἴσθηση ὁ πολίτης ὅτι βρῆκε, ὅπως λέμε, τό δίκιο του».
Καί στήν ἐρώτηση πού ἠκολούθησε γιά τό ἐάν εἶναι ὑπερήφανη γιά τήν ἑλληνική Δικαιοσύνη, ἡ κ. Σακελλαροπούλου κατά λέξιν εἶπε:
«Εἶναι πολύ μεγάλη, βαριά κουβέντα, νά πῶ ὅτι εἶμαι περήφανη. Ἐγώ δέν ἔχω νά κρίνω καί κανέναν. Ὑπῆρξα σχεδόν 40 χρόνια δικαστής. Ξέρω ὅτι πολλοί συνάδελφοί μου προσπαθοῦν νά κάνουν τό σωστό. Βεβαίως θά ὑπάρξουν ἀστοχίες καί λάθη. Ἄνθρωποι εἶναι καί οἱ δικαστές. Αὐτό πού μέσα μου βαθιά εὔχομαι καί ἐλπίζω, εἶναι ἀκριβῶς ὅτι εἶναι ἀνεξάρτητοι καί δέν ἐπηρεάζονται ἀπό κανέναν στήν κρίση τους. Αὐτό εὔχομαι πάντα».
Σημειώνεται ὅτι τήν ἴδια στιγμή, σέ δημοσκόπηση τῆς MRB, διαπιστώνεται ὅτι τό 60,2% τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν ἀξιολογεῖ ἀρνητικά τήν στάση τῆς Δικαιοσύνης γιά τά Τέμπη. Ἀντιθέτως, θετικά σέ ποσοστό 85,8% ἀξιολογοῦν τήν στάση τῶν συγγενῶν τῶν θυμάτων.
Ἡ κ. Σακελλαροπούλου ἀνεφέρθη καί στήν ἀπόφαση πού εἶχε ληφθεῖ ἐπί τῶν ἡμερῶν της γιά τίς ἀνεμογεννήτριες, δηλώνοντας ὅτι ἐνεργοῦσε κατά συνείδησιν.
Συγκεκριμένως, ἠρωτήθη: «Τώρα πού ἔχετε μιάν ἀπόσταση ἀπό ἐκείνη τήν ἐποχή τοῦ Συμβουλίου Ἐπικρατείας, λέω, λέτε, θά ἔπρεπε νά ἤμουνα πιό αὐστηρή; Θά ἔπρεπε νά ἤμουνα πιό πολύ στό πλευρό τοῦ περιβάλλοντος;».
Καί ἀπήντησε: «Ἔκανα πάντοτε αὐτό πού μοῦ ἔλεγε ἡ συνείδησή μου καί αὐτό πού πίστευα, καί γι’ αὐτό δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἔχω δεχθεῖ κριτική καί σέ ὑποθέσεις πού ἦταν πολύ ὑπέρ τοῦ περιβάλλοντος καί σέ ἄλλες πού ἤτανε ὑπέρ τῆς ἀνάπτυξης κατά κάποιον τρόπο. Τό Συμβούλιο λοιπόν ἔχει προσπαθήσει νά κρατήσει αὐτή τήν ἰσορροπία καί ἐγώ προσωπικά ἔχω κάποιες σκέψεις πάνω σέ συγκεκριμένες ὑποθέσεις πού δέν ἔχει σημασία τώρα νά συζητήσουμε, ἀλλά κάνει κανείς αὐτό πού τοῦ λέει ἡ συνείδησή του καί ἐλπίζει γιά τό καλύτερο».
Τέλος, ἡ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἔκανε μιά προσέγγιση πρός τήν Ἐκκλησία μιλῶντας γιά τίς μνῆμες τῶν παιδικῶν χρόνων της ἀπό τό Πάσχα, τόν Ἐπιτάφιο, τήν συμμετοχή της στήν βυζαντινή χορωδία. Εἶπε συγκεκριμένα: «Εἶναι πολύ ἔντονες οἱ μνῆμες ἀπό τό Πάσχα, ἀπό τή Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὁ κῆπος τῆς γιαγιᾶς μου ἦταν πολύ φροντισμένος, εἶχε πολύ ὄμορφα λουλούδια κι ἐρχόντουσαν καί μάζευαν γιά νά στολίσουν τόν Ἐπιτάφιο, βγαίναμε λοιπόν τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης ἀργά καί στολίζαμε τόν Ἐπιτάφιο, οἱ μνῆμες μετά στήν περιφορά, πήγαινα καί στή χορωδία καμμιά φορά…».
Σύντομες, βεβαίως, οἱ ἀναφορές αὐτές καί πάντα ὡς ἀναμνήσεις, χωρίς τήν παραμικρή προβολή στό παρόν.