Ὁ Θεόδωρος Ἀντωνίου ἔφυγε ἀπό τόν μάταιο ἐτοῦτο κόσμο στά 83 του χρόνια. Ὡς μαέστρος, συνεργάσθηκε μέ πολλές μεγάλες ὀρχῆστρες καί μουσικά σύνολα, ὅπως μέ τήν Συμφωνική Ὀρχήστρα τῆς Βοστώνης, τοῦ Βερολίνου καί τῶν Παρισίων.
Ἵδρυσε διάφορα σύγχρονα σύνολα μουσικῆς, συμπεριλαμβανομένης τῆς «Ἀλέα ΙΙ» στό Πανεπιστήμιο τοῦ Στάνφορντ, τήν «Ἀλέα ΙΙΙ» στό Πανεπιστήμιο τῆς Βοστώνης, τήν Νέα Μουσική Ὁμάδα στήν Φιλαδέλφεια καί τό Ἑλληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικῆς. Ὑπῆρξε μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. Ἄφησε πλούσιο ἔργο (ὄπερες, χορωδιακά, μουσική γιά τόν κινηματογράφο καί τό θέατρο, μουσική δωματίου). Σπούδασε βιολί καί φωνητική στήν Ἀθήνα καί μετεκπαιδεύθηκε στήν Γερμανία. Τό 2004, τιμήθηκε μέ τό Βραβεῖο Herder ἀπό τό Alfred Toepfer Stiftung. «Ἔχω μικρότερη ἄποψη γιά τόν ἑαυτό μου ἀπ’ ὅ,τι οἱ ἄλλοι γιά μένα!» εἶπε ὁ Ἀντωνίου στήν Τίνα Βαρουχάκη (διαδικτυακό περιοδικό TAR γιά τήν κιθάρα), συζητώντας μαζί της στό Μέγαρο. Μετριόφρων ὡς μέγας καί ταπεινός στήν χώρα τῶν μετρίων! Σταχυολογῶ ἀποσπάσματα ἀπό ἐκείνη τήν συνομιλία. «Τίς ἐξαιρετικές σπουδές σέ σύνθεση καί διεύθυνση ὀρχήστρας στήν Μουσική Ἀκαδημία τοῦ Μονάχου καί στό Διεθνές Μουσικό Κέντρο τοῦ Ντάρμστατ ἀκολούθησε διεθνής καριέρα: διδασκαλία σέ μεγάλα Πανεπιστήμια τῶν ΗΠΑ καί ἡ ἀνακήρυξή του ὡς Καθηγητοῦ συνθέσεως στό Πανεπιστήμιο τῆς Βοστώνης (1978-2008) καί ἐν συνεχεία ὡς Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ. Ἔχει διευθύνει μεγάλες ὀρχῆστρες καί μουσικά σύνολα παγκοσμίως καί πολλές συνθέσεις του εἶναι «παραγγελία» μεγάλων ὀρχηστρῶν. Ἔχει τιμηθεῖ ἀπό τό Πανεπιστήμιο τοῦ Χάρβαρντ (2011), ἀπό τήν Ἐθνική Λυρική Σκηνή (2013) καί ἀπό τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας (2007).
»Δέν παρέλειψε νά ἀναφερθεῖ στή μεγάλη ἀγάπη του γιά τό Θέατρο καί τό πόσο ἐπηρέασε τήν ταυτότητά του ὡς συνθέτη, γιά τή στενή του συνεργασία μέ σκηνοθέτες ὅπως ὁ Κάρολος Κούν (1908-1987) ἤ ὁ Μίνως Βολανάκης (1925-1999), Ἀλέξης Μινωτῆς (1898-1990), ἐνῶ ἐπεσήμανε –μέ ἐμφανῆ πρόθεση νά δώσει κατευθύνσεις σέ νέους συνθέτες– πόσο καθοριστικός παράγοντας γιά μία μουσική σύνθεση θεατρικοῦ ἔργου ἀναδεικνύεται ἡ ἐπιτυχής συνεργασία συνθέτη-σκηνοθέτη. Ἐνδιαφέρουσα ἦταν ἡ ἀναφορά τοῦ Θ. Ἀντωνίου στό ζήτημα τῆς ἑλληνικότητος καί εἰδικότερα στό πῶς ἡ ἐθνική ταυτότητα ἐπηρεάζει ἀκολούθως τήν μουσική σύνθεση, στό σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
»Ὡς πρός αὐτό τό θέμα, ὁ Ἀρχιμουσικός καί τέως Καλλιτεχνικός Διευθυντής τῆς ΚΟΑ, Βύρων Φιδετζῆς, προβαίνει σέ μία πολύ ἐνδιαφέρουσα ἀνάλυση: «Ὁ ἑλληνικός ἦχος τοῦ Ἀντωνίου εἶναι ἡ μορφολογική οἰκονομία καί ἡ ἀπόλυτα προσωπική δομική του πρωτοτυπία, πού παραπέμπει στό ἄριστο μέτρο, εἶναι ἡ λιτή χρήση τῶν ἐκφραστικῶν μέσων τῆς σύγχρονης ὀρχήστρας καί ἡ τέλεια γνώση τῶν δυνατοτήτων τῶν ὀργάνων, εἶναι ἡ χρήση μελωδιῶν καί μελωδικῶν θραυσμάτων, πού παραπέμπουν ἀπ’ εὐθείας στόν ἑλληνικό ἦχο τῆς παράδοσης, μέ μοναδικό ἴσως πρόδρομο σ’ αὐτή τήν ἀντίληψη περί μελωδικοῦ τόν Δημήτρη Δραγατάκη. Τέλος, εἶναι ἡ μή δογματική συνηχητική του ὀργάνωση».
Δέν περιμένουμε μεγάλη δημοσιότητα στό γεγονός τῆς μεγάλης ἀπωλείας. Στήν Ἑλλάδα τῆς μετριότητος καί τοῦ ἐξοβελισμοῦ τῆς ἀριστείας, ἄλλα εἶναι τά ἐνδιαφέροντα. Κατά τόν Μᾶνο Χατζιδάκι, πάντως, «ὁ Θόδωρος εἶναι (ἦταν) ἡ καλυτέρα περίπτωσις σέ διεθνές ἐπίπεδο»…