Κάποιες φορές, ὅταν ἔχω καιρό καί ὄρεξη, ψάχνω στό διαδίκτυο νά βρῶ κάποια καλή μουσική, κάποια ἀξιόλογη ἐκτέλεση ἑνός ἔργου.
Ὑπάρχουν διαμαντάκια, τά ὁποῖα εἶναι πολύτιμα. Χθές, λοιπόν, ἔπεσε τό μάτι μου στήν Φιλαρμονική Νικόλαος Μάντζαρος, τό ἐξαίρετο αὐτό σύνολο τῆς Κέρκυρας, τό ὁποῖο μέ εἶχε ἐκπλήξει ὅταν, σέ ἐπιμέλεια τοῦ Θάνου Μικρούτσικου, εἶχε κυκλοφορήσει ἕνα ὑπέροχο ἄλμπουμ στήν CBS, μέ τίς Τέσσερις Συμφωνίες τοῦ μεγάλου μας δημιουργοῦ, τοῦ ὁποίου φέρει τό ὄνομα.
Ἔτσι, σέ ἠχογράφηση ἀπό τήν αἴθουσα Σκαρλάττι τοῦ Μεγάρου Μουσικῆς τῆς Νάπολι, ἄκουσα –ἔπειτα ἀπό πολλά χρόνια– τήν σωστή, πρέπουσα καί ἁρμόζουσα ἑρμηνεία τοῦ «Ὕμνου εἰς τήν Ἐλευθερίαν», ἤτοι τοῦ Ἐθνικοῦ μας Ὕμνου. Ἀπόδοση μέ σεβασμό, στά σωστά μέτρα, μέ τόν σωστό χρωματισμό, μέ τήν εἰσαγωγή καί μέ τό σωστό φινάλε.
Ὁ Ἐθνικός μας Ὕμνος δέν εἶναι ἐμβατήριο. Δέν εἶναι ταραντέλλα, δέν εἶναι δημῶδες ἄσμα. Εἶναι μία πολύ σοβαρή, προσεγμένη καί ἐμπνευσμένη σύνθεση, ἡ ὁποία, ἐδῶ καί χρόνια πολλά, ἐπιμελῶς κακοποιεῖται ἀπό διάφορες –αὐθαίρετες– ἐκτελέσεις. Σέ κάθε ἀθλητική διοργάνωση, ὅταν ἔχουμε τήν εὐτυχία νά ἀκουστεῖ ὁ ἐθνικός μας ὕμνος, ἀκοῦμε καί μιά διαφορετική ἐκτέλεση.
Οἱ στίχοι τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ μελοποιήθηκαν ἀπό τόν Νικόλαο Μάντζαρο τό 1828. Ὁ συνθέτης, μέ προσήλωση στά λαϊκά μοτίβα, κατέγραψε ἕνα ἔργο γιά τετράφωνη ἀνδρική χορωδία, τό ὁποῖο ἄρχισε νά ἀκούγεται σέ ἐθνικές ἑορτές, ἀλλά καί στά σπίτια τῶν Κερκυραίων ἀστῶν, ἀποκτῶντας τήν ὑφή ἑνός ἀτύπου ὕμνου τῆς Ἑπτανήσου.
Ὁ συνθέτης ἐξακολούθησε νά πειραματίζεται ἐπάνω στό ἔργο τοῦ Σολωμοῦ, συνθέτοντας νέες «βερσιόν», τόσο τό 1837 ὅσο καί τό 1839-40. Τήν ἑπόμενη μορφή (ἀντιστικτική) τήν ὑπέβαλε στόν Ὄθωνα, τόν Δεκέμβριο τοῦ 1844.
Ὁ Βαυαρός μονάρχης ἐνέκρινε αἰσθητικῶς τό ἔργο καί βράβευσε τόν Μάντζαρο μέ τόν ἀργυρό σταυρό τοῦ τάγματος τοῦ Σωτῆρος καί τόν Σολωμό μέ τόν χρυσό Σταυρό τοῦ ἴδιου τάγματος, τό ἔργο διεδόθη μέν ὡς θούριος ἀλλά ὄχι ὡς ὕμνος… Ὁ Μάντζαρος τό 1861 ἐπανέρχεται μέ τό ἔργο νά πλησιάζει τό ἐμβατήριο, κατά παραγγελία τοῦ ὑπουργοῦ Στρατιωτικῶν.
Τό 1865 μετά τήν ἐνσωμάτωση τῶν Ἑπτανήσων μέ τήν Ἑλλάδα, ὁ Βασιλεύς Γεώργιος, στήν Κέρκυρα, ἄκουσε τήν ἐκδοχή γιά ὀρχήστρα πνευστῶν ἀπό τήν Φιλαρμονική Ἑταιρεία Κερκύρας. Ἡ ἐν λόγῳ ἐκδοχή, μέ Βασιλικό Διάταγμα τοῦ Ὑπουργείου Ναυτικῶν, χαρακτηρίσθηκε «ἐπίσημον ἐθνικόν ἆσμα» καί διετάχθη ἡ ἐκτέλεσή της «κατά πάσας τάς ναυτικάς παρατάξεις τοῦ Βασιλικοῦ Ναυτικοῦ». Ἐπίσης ἐνημερώθηκαν οἱ ξένοι πρέσβεις, ὥστε νά ἀνακρούεται καί ἀπό τά ξένα πλοῖα στίς περιπτώσεις ἀπόδοσης τιμῶν πρός τόν Βασιλιά τῆς Ἑλλάδος ἤ τήν Ἑλληνική Σημαία. Ἀπό τότε θεωρεῖται ὡς ἐθνικός ὕμνος τῆς Ἑλλάδος.
Ὁ ἀντισυνταγματάρχης Μαργαρίτης Καστέλλης, πρώην διευθυντής τοῦ Μουσικοῦ Σώματος, διασκεύασε τόν «Ἐθνικό Ὕμνο» γιά «μπάντα», καί ἡ συγκριμένη μετεγγραφή (ἀπό τήν ὁποία ἀπουσιάζει ἡ σύντομη εἰσαγωγή) ἀνακρούεται ἕως σήμερα. Ἀπό τίς 18 Νοεμβρίου 1966 εἶναι καί ὁ Ἐθνικός Ὕμνος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας.
Καλό θά εἶναι νά ἐπανέλθει ἡ εἰσαγωγή (ὅπως ἔχει γίνει καί στόν ἐθνικό ὕμνο τῆς Ἰταλίας) καί νά μήν ἀποδίδεται ὡς ἕνα ξερό ἐμβατήριο, ἀλλά ὡς ἕνα ὁλοκληρωμένο μουσικό ἔργο. Καί κάτι ἀκόμη.
Ἄς διδάσκονται τά μέλη τῶν ἀγημάτων τόν ἐθνικό ὕμνο. Καί ἄς μήν τόν ψάλλουν στίς ἐκδηλώσεις οἱ παράφωνοι.