Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 11 Ὀκτωβρίου 1924
-Δέν νομίζετε –μοῦ εἶπεν ὁ παράδοξος φίλος– ὅτι αἱ ἐφημερίδες πρέπει ν’ ἀνοίξουν, χωρίς ἄλλο, καί τό ταχύτερον, μίαν νέαν στήλην;
-Ποίου εἴδους στήλην; τόν ἐρώτησα.
-Ἀλλά μίαν στήλην ἀρετῆς, φίλε μου! Μίαν στήλην, εἰς ἐπιφανές μέρος τῆς ἐφημερίδος, εἰς τήν ὁποίαν ν’ ἀναγράφωνται ὅλαι αἱ τίμιαι πράξεις τῶν πολιτῶν, ὅλα τά ὡραῖα παραδείγματα τῆς ἠθικῆς καί τῆς πίστεως τῶν γυναικῶν, ὅλα τά δείγματα τῶν εὐγενικῶν προσπαθειῶν τῶν ἀτόμων, κάθε φαινόμενον καί πρᾶγμα, τέλος πάντων, ποῦ μοσχοβολεῖ ὑγείαν, ὡραιότητα, ἀρετήν;
-Τήν θεωρεῖτε, λοιπόν, ἀπαραίτητον τήν στήλην αὐτήν, ἀγαπητέ κύριε;
-Ἀλλά βεβαιότατα, φίλε μου! Πάρτε, σᾶς παρακαλῶ, μίαν ὁποιανδήποτε ἐφημερίδα στά χέρια σας καί διατρέξατε τούς τίτλους της. Ὑποθέτω, ἄλλως τε, ὅτι θά τούς ἔχετε ἀποστηθίσει. Εἶνε οἱ ἴδιοι, ποῦ ἐπανέρχονται καθημερινῶς.
Θέλετε νά σᾶς τούς ἀπαγγείλω ἐγώ; Ἀκοῦστε τους: «Νέα κολοσσιαία κατάχρησις» – «Προφυλάκισις τῶν δραστῶν τῆς τελευταίας καταχρήσεως» – «Ἔλλειμμα ἑκατομμυρίων εἰς τό Ταμεῖον Χ.» – «Ἀπόδρασις καταχραστῶν» – «Σύλληψις διασήμου ἀπατεῶνος» – «Συζυγικόν δρᾶμα» – «Δύο χιλιάδες αἰτήσεις διαζυγίων» – «Τά ἀκατάλληλα βιβλία εἰς τά σχολεῖα» – «Σύλληψις σωματεμπόρου» – «Λειτουργοί τοῦ Κράτους εἰς ὕποπτον ἐπιχείρησιν» – «Ἀπόπειρα»… Ἀλλά εἶνε ἀνάγκη, λοιπόν, νά προχωρήσω καί εἰς τά ἀπροχώρητα; Αὐτή, τέλος πάντων, εἶνε ἡ εἰδησεολογία μιᾶς συγχρόνου ἐφημερίδος.
Καί σᾶς ἐρωτῶ: Δέν συμβαίνουν εἰς τόν τόπον αὐτόν πράγματα διαφορετικά κάπως ἀπ’ αὐτά, ποῦ ἀναγράφονται ἀποκλειστικῶς εἰς τάς ἐφημερίδας; Ἐχάθηκαν οἱ τίμιοι ἄνθρωποι; Ἐξητμίσθη κάθε ἀρετή; Ἐμαράθηκαν ὅλα τά ἄνθη τῆς ἠθικῆς ὡραιότητος;
-Ὑποθέτω, ὅτι κάτι θά μένῃ ἀκόμη.
-Λοιπόν, διά τό κάτι αὐτό, σᾶς ζητῶ τήν νέαν στήλην τῶν ἐφημερίδων. Μέσα εἰς τό ἀσφυκτικόν ὑπόγειον, μέ τάς φρικτάς ἀναθυμιάσεις, ζητῶ τό ἄνοιγμα ἑνός παραθύρου. Μέσα εἰς τήν ὑπόνομον ζητῶ μίαν ἀκτῖνα Ἡλίου, καί μίαν αὔραν τοῦ βουνοῦ. Σᾶς φαίνεται, ὅτι ζητῶ τίποτε παράδοξον; Ἀλλά ζητῶ κάτι ἀπαραίτητον, διά νά μή ἀποθάνωμεν ὅλοι ἀπό ἀσφυξίαν. Ὁ ἀναγνώστης τῆς συγχρόνου ἐφημερίδος ἔχει τήν ἐντύπωσιν, ὅτι ζῇ μέσα εἰς λημέρι ληστῶν, εἰς οἶκον ἀνοχῆς, εἰς σπήλαιον χασισοποτῶν, εἰς ζούγκλαν θηρίων, εἰς συνοικισμόν ἠθικῶν λεπρῶν. Λοιπόν, τέτοιο πρᾶγμα δέν μπορεῖ νά συμβαίνῃ ἀπολύτως. Διότι, θά ἦτο φρικτόν, ἄν συνέβαινε. Καί περί αὐτοῦ πρέπει νά φροντίσουν νά μᾶς πείσουν αἱ ἐφημερίδες!
-Μέ τήν νέαν στήλην, ποῦ ζητεῖτε;
-Ἀκριβῶς! Μέ μίαν στήλην Ἀρετῆς, ἡ ὁποία νά ἀποτελέσῃ τό ἀντίρροπον τῶν ἄλλων στηλῶν τῆς ἀτιμίας, τῆς καταχρήσεως, τῆς διαφθορᾶς, ὅλου τοῦ βδελυροῦ πολυστήλου τῆς συγχρόνου ἐφημερίδος. Ἄς δημιουργηθῇ ἕνα εἰδικόν ρεπορτάζ διά τήν στήλην αὐτήν. Ἀρκετοί συντάκται καταγίνονται καθημερινῶς νά ψαχουλεύουν εἰς τόν βόρβορον, νά ἀνασκαλεύουν τήν κόπρον, νά πασπατεύουν τάς πυορροούσας πληγάς. Ἄς διατεθῇ καί ἕνας συντάκτης διά μίαν καθαροτέραν ἐργασίαν. Ἐάν ἀνακαλύψη καί ἕνα γαλάζιο λουλουδάκι ἀρετῆς εἰς τήν καθημερινήν του ἐκστρατείαν καί τό φέρῃ εἰς τήν στήλην του, εἰς τήν νέαν στήλην τῆς ἐφημερίδος, «μέγας ἔσται ὁ μισθός αὐτοῦ καί τῆς ἐφημερίδος του ἐν τοῖς Οὐρανοῖς».
Ὁ παράδοξος φίλος εἶχε τήν ἀφέλειαν νά πιστεύῃ, ὅτι ἡ στήλη, τήν ὁποίαν ἐζητοῦσε, θά ἠμποροῦσε νά ἔχῃ καί ἀναγνώστας. Ἀμφιβάλλω ἄν θά εἶχε μισόν.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ