Κάθομαι καί σκέπτομαι τί καί πῶς θά ἦταν σήμερα ἡ Σαλαμῖνα, ἄν οἱ κάτοικοί της, κατά κύριο λόγο, καί ἔπειτα οἱ ἑκάστοτε κυβερνῶντες εἶχαν σεβασθεῖ τήν Ἱστορία της.
Ἡ οἰκογένειά μας βρέθηκε στό νησί ἀπό τό 1930, ὅταν ὁ παπποῦς μου, ἱστορικός, φιλόλογος καί νομικός, μέ ἀξιόλογο συγγραφικό ἔργο, Ἰωάννης Πατσουράκος, ἀλλά καί κάποιοι συγγενεῖς του, ὅπως ὁ Σπῦρος Κουφάκος καί ὁ Βασίλειος Μούντανος, ἀποφάσισαν νά ἀγοράσουν «ἐξοχικό» στήν Σαλαμῖνα, «τήν πλέον σημαντική καί ἱστορικότερη νῆσο τῆς ὑφηλίου», ὅπως τήν περιέγραφε ὁ παπποῦς.
Ὁ Κουφάκος, μάλιστα, διετέλεσε δήμαρχος Σεληνίων καί σέ αὐτόν ὀφείλεται ἡ ἀνέγερση τοῦ μοναδικοῦ σέ αἰγαιοπελαγίτικο ρυθμό ναοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, πού βρίσκεται στά Σελήνια καί τόν σχεδίασε ὁ φίλος του, μέγας ἀρχιτέκτων Σόλων Κυδωνιάτης.
Ὁ παπποῦς μου ἀγόρασε ἕνα κτῆμα στό Ἀμπελάκι (καί ὄχι «Ἀμπελάκια», ὅπως ἀποκαλεῖται σήμερα λανθασμένα τό χωριό), ψηλά στόν λόφο, «γιά νά θωρεῖ τόν ἱστορικό κόλπο ὅπου ἔλαβε χώραν ἡ Ναυμαχία», ὅπως μοῦ ἔλεγε ἡ γιαγιά μου, Ζαφείρια Πατσουράκου, τό γένος Ἐλευθερίου, τῆς γνωστῆς οἰκογένειας τῶν Ὑδραίων ἀγωνιστῶν τοῦ ΄21.
Ἀγάπησα κι ἐγώ τό νησί καί κάθε τόσο βρίσκομαι στό «κτῆμα», ὅπου καλλιεργοῦμε φυστίκια, ἔχουμε κάποιες ἐλιές, φυτεύουμε πατάτες καί ζαρζαβατικά, ἔχουμε καί κάποιες λεμονιές καί περνᾶμε τόν καιρό μας πλάι στήν μητέρα γῆ.
Ὡστόσο, ἀπό τό 1960, πού θυμᾶμαι καί βλέπω τά συμβαίνοντα, διαπιστώνω τήν συνεχῆ ὑποβάθμιση τῆς ποιότητας τῆς ζωῆς στό νησί. Ἐκτός τοῦ ὅτι οἱ ντόπιοι Κουλουριῶτες ἔκοψαν τήν γῆ τους σέ «ἀγροτεμάχια» καί γέμισαν τήν Σαλαμῖνα «οἰκόπεδα» τῶν ἑκατό μέτρων, στά ὁποῖα ὑψώθηκαν κακόγουστα κτίσματα καί δημιουργήθηκαν συνοικισμοί – ἄμορφες μᾶζες τσιμέντου καί σιδήρου, ὑπῆρξε καί ἡ τρομερή ἐκείνη ρύπανση τοῦ Σαρωνικοῦ, ἡ ὁποία κατέστησε τίς παραλίες τῆς Σαλαμίνας μολυσμένες καί ἀπρόσιτες.
Μέ τήν δημιουργία τοῦ ἔργου τῆς Ψυττάλειας, ὁ Σαρωνικός καθάρισε καί οἱ ἀκτές τοῦ νησιοῦ ἔγιναν πλέον κατάλληλες γιά ἀπόλαυση. Βεβαίως, ἔσπευσαν νά δημιουργηθοῦν, παρά θῖν’ ἁλός, ἕνα σωρό αὐθαίρετα, παράγκες, ἁπλώθηκαν παντοῦ «ξαπλῶστρες» καί μᾶς προέκυψε ἡ «Σαλαμύκονος», ὅπως περιπαικτικά ἀποκαλεῖται τό νησί.
Ἐπέπεσαν καί οἱ κατά καιρούς δημοτικές Ἀρχές, μέ ἐξαιρέσεις φωτεινές τούς Γιάννη Μαγιάτη (Ἀμπελάκι), Μάριο Τραυλό (Σελήνια) καί Θανάση Μακρῆ (Κούλουρη), καί φρόντισαν νά στερήσουν κάθε δυνατότητα ἀναπτύξεως καί προόδου πού νά συμβαδίζει μέ τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος καί τήν αἰσθητική παράδοση τοῦ νησιοῦ.
Καί σάν νά μήν ἔφθαναν ὅλα τά ἄλλα (ἡ συντεχνία τῶν «φέρυ-μπωτ» πού δυναστεύει τό νησί καί ἐμποδίζει τήν ὑποθαλάσσια ζεύξη, τό σκουπιδομάνι καί οἱ αὐτοσχέδιες χωματερές, ἡ πλημμελής ἀποχέτευση, ἡ κάκιστη ὁδοποιία , πού ἀποφέρει πληθώρα θανατηφόρων τροχαίων, ἡ ἐπέλαση τῶν «Ρομά» πού ἀποτελοῦν ἀνεξάρτητο κρατίδιο καί κανείς δέν τούς ἀγγίζει), ἔχουμε τώρα καί τίς… ἰχθυοκαλλιέργειες! Κι ἀπ’ ὅ,τι μαθαίνω, ἐπίκειται αὐτές τίς ἡμέρες ὑπογραφή γιά ἐπέκταση αὐτοῦ τοῦ τραυματικοῦ φαινομένου στίς ὅποιες ὄμορφες παραλίες ἔχουν ἀπομείνει δίχως «κλωβούς» καί «ἰχθυοτροφές». Τί λέει τό Ὑπουργεῖο Περιβάλλοντος; Τί θά κάνει τό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ; Ἄς γίνει κάτι, γρήγορα, διότι ἄν περιμένουμε ἀπό τόν Δῆμο, …σωθήκαμε!