Ο ΝΤΟΛΑΝΤ ΤΡΑΜΠ εἶναι ἀπό τούς ἐλαχίστους πολιτικούς στούς ὁποίους δίδεται δεύτερη εὐκαιρία, μέ τήν πραγματική ἔννοια τοῦ ὅρου.
Ἔχει τήν πεῖρα τῆς προηγουμένης θητείας του στόν Λευκό Οἶκο καί εἶχε τόν χρόνο, κατά τήν παραμονή του ἐκτός ἐξουσίας, νά ἀναλογισθεῖ καί τά δικά του λάθη, ἀλλά καί τίς δυσλειτουργίες τοῦ ἀμερικανικοῦ συστήματος, τοῦ «βαθέος κράτους» ὅπως ὀνομάζεται. Τοῦ συστήματος, τό ὁποῖο, ἀφοῦ ἀπέτυχε νά τόν προσεταιρισθεῖ κατά τήν πρώτη του θητεία, τόν ὑπονόμευσε, καί βοηθουσῶν καί τῶν ἰδιαιτέρων συνθηκῶν πού διαμόρφωσε ἡ κρίσις τοῦ κορωνοϊοῦ, ἀπέτρεψε τήν ἐπανεκλογή του.
- Tοῦ Εὐθ. Π. Πέτρου
Ἴσως ὅμως αὐτό ἀποδειχθεῖ ὀλέθριο γιά τό ἴδιο τό σύστημα τοῦ ἀμερικανικοῦ βαθέος Κράτους. Ἄν ὁ Τράμπ εἶχε ἐπικρατήσει τοῦ Τζό Μπάιντεν στίς προηγούμενες ἐκλογές, ἡ διακυβέρνησίς του δέν θά διέφερε σημαντικά ἀπό τήν πρώτη του τετραετία. Ἴσως νά εἶχε ἀποφευχθεῖ ὁ πόλεμος τῆς Οὐκρανίας, ἀλλά οἱ Ἡνωμένες Πολιτεῖες θά συνέχιζαν νά κυβερνῶνται ἀπό τήν ἰδιότυπη συναλληλία τῆς κυβερνήσεως μέ ἕναν κρατικό μηχανισμό, ὁ ὁποῖος ἐδῶ καί δεκαετίες ἔχει ὑπερβεῖ τά ὅριά του. Ἔχει διαμορφώσει μιά κατάσταση περιορισμῶν, τήν ὁποία μόνον ὁ Ντουάιτ Ἀϊζενχάουερ εἶχε τολμήσει νά καταγγείλει, ἀποκαλύπτοντας τούς περιορισμούς πού τοῦ ἔθετε τό διοικητικό σύστημα. Ἄλλο οἱ ἀσφαλιστικές δικλίδες (checks and balances) τῶν ἀγγλοσαξονικῶν συστημάτων καί ἄλλο ὁ διοικητικός μηχανισμός πού θεωρεῖ ὅτι αὐτός καί ὄχι οἱ αἱρετοί ἄρχοντες θά πρέπει νά καθορίζουν τίς τύχες τῶν κρατῶν. Διότι ἐν τέλει αὐτό εἶχε γίνει στίς ΗΠΑ.
Ὁ Τράμπ λοιπόν εἶχε τέσσερα χρόνια νά παρατηρεῖ ἀπό ἀπόσταση τήν λειτουργία τοῦ βαθέος κράτους, τό ὁποῖο εἶχε γνωρίσει ἐκ τῶν ἔνδον κατά τήν διάρκεια τῆς προεδρίας του. Ταυτοχρόνως ὑφίστατο τίς διώξεις πού ἐξαπέλυε αὐτό ἐναντίον του, συνεπικουρούμενο ἀπό τά συστημικά ΜΜΕ καί τό πρόθυμο κόμμα τῶν Δημοκρατικῶν, πού –κοντόφθαλμα– ἐπίστευε ὅτι ἀποκομίζει πολιτικά ὀφέλη ἀπό τήν τακτική αὐτή. Εἶναι προφανές ὅτι κατά τήν διάρκεια τῶν τελευταίων τεσσάρων ἐτῶν ἔλαβε τήν ἀπόφαση, σέ περίπτωση ἐκλογῆς του, νά συγκρουσθεῖ εὐθέως μέ αὐτό.
Ἤδη οἱ ἐπιλογές τῶν προσώπων πού θά στελεχώσουν τήν κυβέρνησή του δείχνουν ὅτι εἶναι ἀποφασισμένος νά κάνει τομές καί νά ἀλλάξει τά δεδομένα, προκαλῶντας τίς σπασμωδικές ἀντιδράσεις τοῦ συστήματος. Μέχρι στιγμῆς, ὁ κοινός παρονομαστής τῶν ἐπικρίσεων πού διατυπώνονται γιά τίς ἀποφάσεις του εἶναι ὅτι ἐπιλέγει πρόσωπα πιστά σέ αὐτόν. Ἔτσι παραφράζουν τήν διαφωνία τους πρός τήν τοποθέτηση σέ κυβερνητικές θέσεις προσώπων πού δέν εἶναι ἀρεστά στό «βαθύ κράτος». Διότι ἐκεῖ ἔγκειται τό ζήτημα. Ὁ κάθε Πρόεδρος ἐπιλέγει πρόσωπα τά ὁποῖα ἐμπιστεύεται γιά τίς κυβερνητικές θέσεις. Οἱ ἐπιλογές Τράμπ ὅμως δεικνύουν ὅτι θά ὑπάρξει σύγκρουσις, ἡ ἔκβασις τῆς ὁποίας εἶναι ἀβεβαία καί ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀποφασιστικότητα καί τήν ἐπιμονή τοῦ Προέδρου Τράμπ καί τῶν συνεργατῶν του. Διότι τό «βαθύ κράτος» ἔχει καί ἐπιμονή καί ἀντοχές.
Τίς διεμόρφωσε ἄλλως τε κατά τήν ἑκατονταετία περίπου τῆς ὑπάρξεώς του. Διότι δέν ὑφίσταται ἀσφαλῶς αὐτός ὁ αὐταρχικός κρατικός μηχανισμός ἀπό καταβολῆς Ἡνωμένων Πολιτειῶν, ἡ ἴδια ἡ ὕπαρξίς του ἄλλως τε ἀντιστρατεύεται βασικά ἄρθρα τῆς Διακηρύξεως τῆς Ἀνεξαρτησίας. Πῶς θά μποροῦσε λοιπόν αὐτός ὁ μηχανισμός νά ἀνεχθεῖ σέ ὑπουργική θέση ἕναν ἄνθρωπο (τόν ἐκκολαπτόμενο ὑπουργό Ἀμύνης Πήτ Χέγκεσθ), ὁ ὁποῖος ἔχει κάνει τατουάζ στό σῶμα τίς πρῶτες λέξεις αὐτῆς τῆς Διακηρύξεως: «Ἐμεῖς ὁ λαός» (We, The People). Φρικιοῦν στήν ἰδέα, ὅτι θά τόν ἔχουν πολιτικό προϊστάμενο καί μαζί τους τά συστημικά μέσα ἐνοχλοῦνται καί ἀπό αὐτό τό τατουάζ καί ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει ἀκόμη χριστιανική σύμβολα, ὅπως Σταυρός τῶν Ναϊτῶν Ἱπποτῶν καί ἡ φράσις «Θέλημα Θεοῦ» (Deus Vult).
Ἄς δοῦμε λίγο τήν ἱστορία. Τό διοικητικό αὐτό σύστημα διαμορφώθηκε κατά τήν περίοδο τοῦ Μεσοπολέμου, ὡς προσπάθεια τῆς ὁμοσπονδιακῆς κυβερνήσεως νά δημιουργήσει μηχανισμούς περιορισμοῦ τῶν ἁρμοδιοτήτων τῶν Κυβερνητῶν τῶν Πολιτειῶν. Τό κράχ τοῦ 1929 ὑπῆρξε εὐκαιρία ἐπιβολῆς, καθώς ἡ οἰκονομική κατάρρευσις περιόρισε σημαντικά τήν διάθεση καί τίς δυνατότητες ἀντιδράσεων τῶν πολιτειακῶν κυβερνήσεων στίς κεντρικές ἀποφάσεις. Τό New Deal τοῦ Φραγκλίνου Ροῦσβελτ, ἐπιβεβλημένο σέ ἐκείνη τήν χρονική συγκυρία, ὑπῆρξε ἡ ἐπισφράγισις τῆς ἐπιβολῆς τῆς γραφειοκρατίας ἐπί τῶν αἱρετῶν ὀργάνων, ἐνῷ γιά πρώτη φορά ἐφαρμοζόταν στήν οἰκονομία τῶν ΗΠΑ τέτοιας ἐκτάσεως κρατική παρέμβασις.
Τά δεδομένα πού διεμορφώθησαν τότε ἀκολουθοῦν μέχρι σήμερα τήν πορεία τῶν ΗΠΑ. Αὐτήν τήν κατάσταση θέλει νά ἀλλάξει ὁ Ντόναλντ Τράμπ. Ἴσως ἀκουσθεῖ παράξενο καί ἀντίθετο πρός τόν ἐκρηκτικό του χαρακτῆρα, ἀλλά ὁ Τράμπ θέλει νά ἐπαναφέρει στήν λογική τήν διακυβέρνηση τῆς χώρας του. Μία λογική βασισμένη στήν βούληση τῶν πολλῶν καί στήν ἐπαναβεβαίωση τῆς ἐλευθερίας τοῦ φρονήματος, τήν ὁποία οἱ Δημοκρατικοί ἔχουν θέσει ὑπό ἀμφισβήτησιν ἐπιβάλλοντας τίς ἀρχές τῆς λεγομένης «πολιτικῆς ὀρθότητος».
Ἄν καί εὐχόμαστε, ἡ προσπάθεια τοῦ Προέδρου Τράμπ νά εἶναι ἐπιτυχής, δέν μποροῦμε νά προβλέψουμε τήν ἔκβαση τῆς μάχης πού θά δώσει, διότι ἀντιλαμβανόμεθα τήν δυσκολία τοῦ ἀγῶνος πού ἀναλαμβάνει. Τά θετικά στοιχεῖα εἶναι ὅμως, ὅτι ἀπό τήν ἡμέρα τῆς ἐκλογῆς του, ἄρχισαν νά διατυπώνονται σέ ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τῆς γῆς προσδοκίες ἑνός καλυτέρου αὔριο. Ἀκόμη καί ὁ ἡμέτερος Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προχθές ὁμίλησε γιά τήν «δικτατορία τῶν μειονοτήτων» ἐνῷ προηγουμένως ὁμιλοῦσε γιά «συμπεριλήψεις» καί ἐπέβαλε νομοθετήματα πού προσέβαλαν τήν πλειοψηφία τῶν πολιτῶν πρός ὄφελος τῆς ἀλαζονείας κάποιων μειονοτήτων.
Οἱ Ἡνωμένες Πολιτεῖες, διά τῆς ἐκλογῆς Τράμπ, ἐκπέμπουν ἕνα μήνυμα, ὁρατό πλέον σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο. Τόν δυτικό κόσμο τοὐλάχιστον ὁ ὁποῖος δυναστεύθηκε ἀπό τίς woke θεωρίες καί τίς κοινωνικές στρεβλώσεις, στίς ὁποῖες τόν ὁδήγησαν, καί ἀπό τίς ὁποῖες ἐγλύτωσαν οἱ χῶρες πού παρέμειναν ὑπό ρωσσική ἐπιρροή καθώς καί οἱ χῶρες τοῦ ὑπολοίπου κόσμου.
Φυσικά, ἐξελίξεις ὅπως ἡ ἐκλογή Τράμπ, ἀνησυχοῦν καί τίς γραφειοκρατίες τῆς Εὐρώπης, οἱ ὁποῖες οἰκοδομήθηκαν στά πρότυπα τοῦ ἀμερικανικοῦ βαθέος κράτους φιλοδοξῶντας νά ὑποσκελίσουν τίς κυβερνήσεις τῶν κρατῶν μελῶν τῆς ΕΕ. Λόγους νά ἀνησυχοῦν ἔχουν καί οἱ διάφοροι διεθνεῖς ὀργανισμοί πού ἔχουν ἀποδειχθεῖ ἀτελέσφοροι, καί ἔχουν ξεφύγει ἀπό τά ὅρια τῆς ἀποστολῆς τους, «ἀνακαλύπτοντας» ἤ ὑπερβάλλοντας κάποια προβλήματα μέ μοναδικό σκοπό τήν διαιώνιση τῆς ὑπάρξεώς τους καί τά οἰκονομικά (καί ἄλλα) ὀφέλη τῶν στελεχῶν τους, τά ὁποῖα ὅμως κυρίως χρηματοδοτοῦνται ἀπό τίς ΗΠΑ.