Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 29 Νοεμβρίου 1924
Ἕνας ἀδελφός ἐτραυμάτισε θανασίμως τήν ἀδελφήν του, διά τόν ἁπλούστατον λόγον, ὅτι ἡ πτωχή κόρη εἶχεν ὑπερβολικήν ὑπομονήν. Ὁ μνηστήρ της, δηλαδή, εἶχε παρατείνει τήν κατάστασιν τῆς μνηστείας του ὑπέρ τά ἀνεκτά ὅρια, ἀναβάλλων διαρκῶς τόν γάμον του. Ἐκείνη δέν ἐβιάζετο ὑπερβολικά, στέργουσα τά παρόντα, χωρίς νά ζητῆ τά βελτίω, ὅπως συμβουλεύει τό ἀρχαῖον ρητόν. Καί ἐξακολουθοῦσε νά δέχεται καλοκαγάθως, ὄχι μόνον τάς ἀναβολάς τοῦ χρονίου μνηστῆρος της, ἀλλά καί αὐτόν τόν ἴδιον. Τοῦτο δέν ἠμποροῦσε νά τό ἀνεχθῆ ὁ ἀνυπόμονος ἀδελφός. Καί ἀπεφάσισε νά πλήξη τήν ὑπομονήν τῆς ἀδελφῆς του εἰς τήν καρδίαν της.
Θά ἦτο καί αὐτό μία λύσις, κατά τήν ἀντίληψίν του.
Ἀλλ’ αὐτοί οἱ μνηστῆρες, τέλος πάντων! Μερικοί μνηστῆρες, τοὐλάχιστον. Ἐννοοῦν ν’ ἀκολουθοῦν κατά γράμμα τήν ποιητικήν συμβουλήν τοῦ Ἀχιλλέως Παράσχου, μέ μίαν ἀνεπαίσθητον τροποποίησιν.
Ὦ! Ἔσο πάντοτ’ ἐραστής
Καί πώπωτε νυμφίος.
Κάμνουν, δηλαδή μίαν ἀλλαγήν λέξεως εἰς τόν πρῶτον στίχον!
Ὦ! Ἔσο πάντοτε μνηστήρ!
Κατά βάθος, δέν ἔχουν ἄδικον. Ἡ μνηστεία, ὅταν συντρέχουν, μάλιστα, μερικαί εὐνοϊκαί περιστάσεις, εἶναι μία κατάστασις ἐντελῶς Παραδεισιακή. Ἔχει κανείς ὅλα, ἤ σχεδόν ὅλα τά ἀγαθά τοῦ γάμου, χωρίς κανένα ἀπό τά κακά του. Καί γνωρίζουν οἱ μνηστῆρες, ὅτι «ὁ γάμος εἶναι ὁ τάφος τοῦ ἔρωτος». Ἀντί νά εἰσέλθουν, λοιπόν, ζωντανοί εἰς τόν τάφον των, προτιμοῦν νά περιδιαβάζουν εἰς τόν κῆπον τοῦ νεκροταφείου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας κῆπος, ἐπί τέλους, ὅπως κάθε ἄλλος. Καί ἐπειδή, εἰς τάς ἡμέρας μας, ἐπραγματοποιήθη ἡ παλαιά Εὐαγγελική προσδοκία, «ἐφωτίσθησαν», δηλαδή, «οἱ πολλοί καί ἐπληθύνθη ἡ γνῶσις», μαζί μέ τήν γνῶσιν ἐπληθύνθησαν καί οἱ χρόνιοι μνηστῆρες.
Ἐν τούτοις, οἱ καλοί αὐτοί ἄνθρωποι, ὄχι μόνον δέν ηὔξησαν τήν κοινωνικήν δυσφορίαν, ὅπως θά ἐπίστευε κανείς, κρίνων ἀπό τά μεμονωμένα γεγονότα, ἀλλά καί ἀπετέλεσαν παράγοντας μιᾶς τάξεως πραγμάτων, ἡ ὁποία εδημιούργησεν εὐχαρίστους βολικότητας, ἐντελῶς ἀνελπίστους. Τά πτωχά κορίτσια, τά ὁποῖα εἶναι ἕτοιμη νά κατασπαράξη ἡ κακία τῆς γειτονιᾶς, δέν ἔχουν πλέον ἐραστάς. Αἱ νύμφαι τῆς σοφίτας δέν ἔχουν πλέον ἐξαδέλφους. Ὅλα τά ἀτυχῆ πλάσματα, πού ἐπιμένουν ἀκόμα νά ἐργάζωνται, ἀντί νά ἐνθρονισθοῦν εἰς αὐτοκίνητον, δέν εἶναι ὑποχρεωμένα νά ἀπαρνηθοῦν κάθε χαράν τῆς ζωῆς, ἐν ἀναμονῇ τοῦ ἀργοποροῦντος νυμφίου.
Ἀποκτοῦν μνηστῆρας. Καί ἐπειδή ἕνας μνηστήρ ἀνταλάσσεται εὐκολώτερα ἀπό ἕνα σύζυγον, ὅταν χρονίση ὑπερβολικά, τόν ἀντικαθιστοῦν μέ ἕνα ἄλλον. Καί ἡ τιμή μένει ἀλώβητος, ὅπως καί ἡ εὐτυχία. Οἱ χρόνιοι μνηστῆρες, ἑπομένως, ἀποτελοῦν μίαν δημιουργίαν τῆς τελευταίας στιγμῆς, ἡ ὁποία ἦλθε ν’ ἀποτελέση ἕνα ἀντίρροπον εἰς τήν δυστυχίαν τοῦ γάμου καί τήν δυστυχίαν τῆς μακρᾶς ἤ ματαίας του προσδοκίας. «Ὅπου νόσος ἐκεῖ καί τό ἵαμα», λέγει ἕνα ἰατρικόν ἀπόφθεγμα.
Μέ ἄλλους λόγους, ἡ φύσις προνοεῖ νά τοποθετῆ τό θαυματουργόν βότανον ἐκεῖ, ὅπου ἐπιπολάζει μία ἀσθένεια. Καί ἡ ζωή φαίνεται ὅτι κάμνει τό ἴδιον. Μέ τή χρονίαν μνηστείαν μεταβαίνομεν, ἁπλούστατα, διά τοῦ γύρου, ἀπό τόν γάμον εἰς τήν ἐλευθέραν ἕνωσιν.
Εἴδατε τί συνέβη ὅμως. Ἡ κόρη δέν ἐκβιάζετο. Ὁ μνηστήρ ἀκόμη ὀλιγώτερον. Ἔτυχε νά βιασθῆ ὁ ἀδελφός. Καί μία εὐτυχία κατεστράφη. Ἀλλ’ αὐτοί οἱ ἀδελφοί, τέλος πάντων, θά ἐξακολουθοῦν νά εἶναι διαρκῶς οἱ ἐχθροί τῆς εὐτυχίας καί τῆς προόδου; Προτείνω νά τούς καταργήσωμεν.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ