Πάντα ἐκτιμοῦσα τούς παλαιούς ἀριστερούς.
Μεγάλωσα στήν Νίκαια, ὅπου ἡ κομμουνιστική ἀριστερά καί ἡ ΕΔΑ ἦταν, τότε, πλειοψηφία. Ἡ Ἀριστερά, τότε, εἶχε στόχους. Κυρίως στόχευε στόν Πολιτισμό. Ὑπῆρχαν «ἀριστερά» Σωματεῖα, τά ὁποῖα καλλιεργοῦσαν συστηματικά τήν μουσική, τήν παράδοση, τήν λογοτεχνία. Στήν Πνευματική Ἑστία Νικαίας, ὅπου ἡ ἀριστερά εἶχε τό πάνω χέρι, μάθαμε τούς ποιητές καί γνωρίσαμε τόν Μίκη Θεοδωράκη καί τόν Μᾶνο Λοΐζο. Παρ’ ὅτι ὁ ἐσωτερικός αἱματηρός σπαραγμός εἶχε τελειώσει πρίν καμμιά δεκαπενταριά χρόνια, δέν ὑπῆρχε μῖσος. Δέν ὑπῆρχε κἄν κοινωνικός διαχωρισμός. Ἡ ἀριστερά φρόντιζε νά περάσει τίς θέσεις της μέ ἠπιότητα καί χαμόγελο.
Θυμᾶμαι πού ὅλη μας ἡ γειτονιά πήγαινε στίς «Πορεῖες εἰρήνης», ἄνθρωποι πού δέν γνώριζαν κἄν ποιός ἦταν ὁ Μπέρτραντ Ράσσελλ, φοροῦσαν στό πέτο κονκάρδα μέ τήν φωτογραφία του. Ἀλλά δέν ὑπῆρχαν κραυγές. Οἱ ἀριστεροί ἦσαν ἐπιφυλακτικοί ἀπέναντι στήν Ἕνωση Κέντρου, παρά τό ὅτι πολλοί μετεῖχαν στίς πορεῖες καί τίς διαδηλώσεις, στρεφόμενοι κυρίως ἐναντίον τοῦ «παλατιοῦ» παρά ὑπέρ τοῦ Παπανδρέου.
Στήν περίοδο τῆς Ἑπταετίας, ἡ παρέα μου ἀνῆκε στήν ἀριστερά. Στό σπίτι οἰκογενειακῶν μας φίλων (παρ’ ὅτι ἡ οἰκογένειά μας δέν ἦταν ἀριστερή), πήγαινα καθημερινά καί στό ὑπόγειο, ἀκούγαμε BBC, Ντώυτσε Βέλλε, Ρώμη, Βουκουρέστι (ἀκόμη θυμᾶμαι τό σῆμα τοῦ σταθμοῦ, τήν εἰσαγωγή ἀπό τήν Βαλκανική Συμφωνία τοῦ Ἐνέσκου.)
Ἀκούγαμε καί Σόφια, Τίρανα, ἀκούγαμε ὅλες τίς ἐκπομπές στά ἑλληνικά, ἀφοῦ ἀπό τά ἐγχώρια μέσα προπαγάνδας δέν μποροῦσες νά βγάλεις συμπέρασμα. Ὁ καλύτερος φίλος τοῦ πατέρα μας ἦταν ὁ Θοδωρῆς Γιαννόπουλος, ἐπιθεωρητής, δάσκαλος στοιχειώδους ἐκπαιδεύσεως, ἀριστερός (μᾶλλον κομμουνιστής) ἀδελφός τοῦ Εὐάγγελου Γιαννόπουλου. Ἄκουγα τίς συζητήσεις μέ τόν πατέρα μου (ἀκραιφνής βενιζελικός) καί ἀντιλαμβανόμουν ὅτι διαφωνοῦσαν, ἀλλά ποτέ δέν ἄκουσα νά ὑψώνεται ὁ τόνος τῆς φωνῆς.
Αὐτό γινόταν μόνον ὅποτε ἐρχόταν στό σπίτι καί ὁ Εὐάγγελος Γιαννόπουλος καί ἔπαιζαν πρέφα. Οἱ φίλοι μου ἀνῆκαν σέ ἀριστερές οἰκογένειες. Πολλοί ἀπό τήν γειτονιά μας εἶχαν συλληφθεῖ καί ἐκτοπισθεῖ γιά καιρό ἀπό τό στρατιωτικό καθεστώς. Ὁ πατέρας μου ἦταν γιατρός τῶν περισσοτέρων ἀπό αὐτές τίς οἰκογένειες. Οὐδέποτε τούς ζήτησε ἀμοιβή γιά τίς ἐπισκέψεις. «Οἱ ἄνθρωποι δοκιμάζονται κι ἐγώ θά ζητήσω λεφτά;» ἔλεγε στήν μητέρα μου.
Τώρα, πού ἀκούω καί βλέπω τήν σημερινή ἀριστερά (πλήν τῆς κομμουνιστικῆς), διερωτῶμαι τί στήν εὐχή συνέβη καί ἄλλαξε τό dna της. Βλέπω καμμιά φορά (ἀποφεύγω τίς τηλε-δίκες, τούς τηλε-εισαγγελεῖς καί τούς φωνακλάδικους πολιτικούς διαλόγους) ἀνθρώπους πού ἐκπροσωποῦν τήν ἀριστερά καί θυμᾶμαι τόν Ἠλιοῦ, τόν Πασαλίδη, τόν Κύρκο, τόν Λαμπράκη (γυναικολόγος τῆς μητέρας μου) καί φαντάζομαι ὅτι πρέπει νά ὑπῆρξε κάποιο μεγάλο κενό ἀνάμεσα στίς γενιές. Ἴσως νά φταίει ἡ «παγκοσμιοποίηση», ἡ ὁποία ἐπεβλήθη καί στόν χῶρο τῆς πολιτικῆς. Ἔχουν σχεδόν καταργηθεῖ τά «σύνορα» πού ὑπῆρχαν.
Ἄν δέν βλέπεις μιά πολιτική ἐκπομπή καί ἀκοῦς μόνο τά λόγια, δέν θά ξέρεις τί ἐκπροσωπεῖ ὁ καθένας ἀπό τούς συμμετέχοντες. Καί τώρα βλέπω ὅτι ἡ πρώην Ἀνατολική Γερμανία βδελύσσεται τόν κομμουνισμό καί ἐρωτοτροπεῖ μέ ἀκραῖα στοιχεῖα καί τάσεις.
Φαίνεται ὅτι κλείνει κάποιος κύκλος. Καί ἀρχίζει κάτι ἄλλο. Ἴσως βρισκόμαστε στήν ἐποχή τῆς μετα-ιδεολογίας. Κι αὐτό δέν φαίνεται ἐνθαρρυντικό…