Μιά μικρή, ἀληθινή, καθημερινή ἱστορία

Νά μέ συμπαθᾶτε, πού σήμερα δέν θά εἶμαι τόσον εὐχάριστος, ἀλλά ἔνοιωσα τήν ἀνάγκη νά γράψω γιά κάποιο θέμα, κάπως πιό προσωπικό.

Τόν τελευταῖο καιρό, ἀγαπημένο μου πρόσωπο, μέ τό ὁποῖο συνδέομαι γιά περισσότερο ἀπό μισό αἰῶνα, ἔχει ἀρχίσει νά βυθίζεται στόν κόσμο τῆς ἄ(γ)νοιας… Μέχρι πρίν ἀπό λίγο καιρό, προσπαθήσαμε νά εἴμαστε καθημερινά κοντά, νά φροντίζουμε γιά τά πάντα, ἀλλά κάποια στιγμή ἀναγκασθήκαμε νά καταφύγουμε στήν λύση τοῦ «θεραπευτηρίου». Ὅταν αἰσθάνεσαι ὅτι δέν ἀντέχεις, προσφεύγεις ἐκεῖ, ὅπου –κατά τήν ἄποψή σου καί ἀφοῦ ἔχεις ἐξετάσει πολλές λύσεις– ὑπάρχει φροντίδα, καθαριότητα καί φιλικό περιβάλλον.

Εἶναι πολύ σκληρό –καί ἄδικο– νά βλέπεις τόν δικό σου ἄνθρωπο νά χάνεται σέ ἕνα σύννεφο, νά σκεπάζεται ἀργά, ἀλλά σταθερά, ἀπό ἐκεῖνο τό πέπλο σιωπῆς. Νά βλέπεις μιά ὄμορφη γυναῖκα, πού σέ ὅλη της τήν ζωή ἦταν «μές στήν καλή χαρά» νά βουλιάζει καθημερινά πρός τόν βυθό.

Χθές, συναπαντήθηκα μέ ἕνα κείμενο τοῦ φιλολόγου Ἀλεξάνδρου Σουλιώτη. Σᾶς τό μεταφέρω. Μέ ἐκφράζει ἀπολύτως!

«Ὁ παπποῦς ἔχει ἄνοια. Θυμᾶται μόνο δύο τρία σκόρπια πρόσωπα κι αὐτά μέ δυσκολία πλέον. Ξέρει ὅτι μέ γνωρίζει ἀλλά δέ θυμᾶται πῶς κι ἀπό ποῦ. Γουρλώνει ἔκπληκτος τά μάτια ὅταν τοῦ συστήνομαι ὡς ἐγγονός του. Τό χαμόγελό του τό ἴδιο γλυκό μά ντροπαλό. Λές καί ζητάει συγγνώμη πού μέ ξέχασε. Ἐμένα ὅμως μοῦ ἀρκεῖ πού θυμᾶμαι ἐγώ.

Πῶς ἄλλωστε νά ξεχάσω τίς ἀμέτρητες ὧρες πού καθόταν στήν ἄκρη τοῦ κρεβατιοῦ ὅταν ἀρρώσταινα; Πῶς νά ξεχάσω τήν πατρική του φροντίδα ὅταν μοῦ ἔφτιαχνε τό γάλα πρίν τό σχολεῖο, ὅταν μοῦ ἔφερνε σῦκα ἀπ’ τόν κῆπο, ὅταν φούσκωνε τή ρόδα τοῦ ποδηλάτου μου καί ἴσιωνε τή σέλα…

Κάπου κάπου τά βάζει μέ ἀόρατους ἐχθρούς πού θέλουν νά τοῦ κλέψουν τά βαρέλια ἀπ’ τήν ἀποθήκη. Ἄλλες φορές τόν βρίσκω γονατιστό στό πάτωμα νά χτυπάει τή γροθιά του στό στρῶμα τοῦ κρεβατιοῦ. Στιγμές στιγμές ἡ βιωμένη του ζωή βρίσκει χαραμάδα φωτός καί στά λέει ὅλα. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβησαν. Μετά πάλι σκηνοθετεῖ σκηνές ἀλλόκοτες, φανταστικές. Μέ μερικά διάσπαρτα ψίχουλα μνήμης καί ζητάει νά συμφωνήσω… Πάντα συμφωνῶ.

Τοῦ ἀρέσει τό πρωινό ξύπνημα κι ὁ καφές μέ μιά μύτη τοῦ κουταλιοῦ ζάχαρη. Στόν γκρεμό τῆς λήθης τά μόνα πού διασώθηκαν. Προτιμᾶ τά γνωστά πολυφορεμένα του ροῦχα. Τό πουκάμισο πού τοῦ ἀγόρασα τό ἀντιμετωπίζει παγερά κι ἀδιάφορα. Τό δοκίμασε ὅταν τοῦ τό ’φερα, χαμογέλασε, κι αὐτό ἦταν… Μοῦ ἀρκεῖ πού χαμογέλασε. Κι ἄς μήν ἤξερε νά τό κουμπώσει. Κι ἄς μήν τό βάλει ποτέ ξανά.

Τό πρόσωπό του φωτίζεται ὅταν βλέπει παιδιά στή γειτονιά. Τά κερνάει καρύδια μέ τήν ἴδια δοτικότητα μέ πρίν. Χαμογελάει κι ὅταν μυρίζει τό γιασεμί στήν αὐλή. Ἐκείνη τήν ἀκριανή γλάστρα μέ τό κυκλάμινο ἐπαναλαμβάνει ὅτι τοῦ τήν ἔφερε ὁ φίλος του ὁ Στράτος. Κι ἄς μήν εἶχε ποτέ τέτοιο φίλο.

Τόν κοιτῶ ἔντονα καί διαπεραστικά. Τοῦ ἐξηγῶ συνέχεια. Παλεύω νά τόν φέρω πίσω ἀπό τήν ἄγνωστη χώρα. Μά ἡ ἀπόσταση μεγάλη κι ὁ δρόμος τοῦ γυρισμοῦ λησμονημένος, χαμένος ἀπ’ τό χάρτη τοῦ μυαλοῦ.

Ἐκεῖ στούς δαιδαλώδεις λαβυρίνθους του.

Ἀγκαλιάστε τους ὅσο εἶναι καιρός. Μπορεῖ νά σᾶς τούς κλέψει κάποιο σκοτεινό ξεμάκρεμα τοῦ νοῦ. Κάποια καταραμένη ὁμίχλη»…

Απόψεις

Πότε θά κάνει ξαστεριά γιά τήν παντέρμη τήν παράταξη;

Εφημερίς Εστία
Τό τελεσίγραφο Ξυλούρη στό Μαξίμου ἀπό τό Κολωνάκι: «Ἐγώ δέν πάω μέσα! Θά τήν πληρώσω ἐγώ πού τούς τά ἔφερνα ὅλα τά …νέα;» – Πῶς ὁ «μεγαλοαγρότης» ἐξευτέλισε καί διέσυρε τό Κοινοβούλιο – Ἐπεκαλέσθη τό «δικαίωμα τῆς σιωπῆς» ἐνῶ δέν εἶναι ὕποπτος – Πῶς τό Μαξίμου ἀπέτρεψε τήν προσαγωγή του στήν Ἐξεταστική

Διπλή δοκιμασία γιά τήν Κίμπερλυ

Μανώλης Κοττάκης
Ἀποστάσεις ΥΠΕΞ ἀπό τήν πρέσβυ – «Στόν ἀέρα» ἡ συμφωνία γιά ἀέριο στόν Ζελένσκυ – Δέν ὑπάρχουν slots! – Πρέπει νά ὑλοποιηθεῖ μέ ἀζερικό καί ρωσσικό ἀέριο!

Aἰχμές Καραμανλῆ γιά τήν ὑπόθεση τῆς Cosco

Εφημερίς Εστία
Ο ΠΡΩΗΝ Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλῆς ἐτιμήθη σέ ἐκδήλωση τοῦ Ἑλληνοκινεζικοῦ Ἐπιμελητηρίου, λόγῳ τῆς παραχωρήσεως τοῦ λιμένος Πειραιῶς στήν Cosco ἐπί τῶν ἡμερῶν του.

Ὑπάρχουν πάντα τά «καλύτερά μας χρόνια»…

Δημήτρης Καπράνος
Χάζευα τήν βιτρίνα μέ τά παιδικά παιγνίδια.

Σάββατον, 20 Νοεμβρίου 1965

Πρό 60 ἐτῶν
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΠΛΟΦΟΡΙΑ