Τήν ὥρα πού οἱ εὐρωσκεπτικιστές ἀνεβαίνουν
στή Γερμανία, ποιός ἐγγυᾶται ὅτι ἡ χώρα τοῦ Γκαῖτε
θά παραμείνει στήν Εὐρωζώνη;
Η ΓΑΛΛΟΤΡΑΦΗΣ σοσιαλδημοκρατία στήν Εὐρώπη, συχνά πυκνά, μαζί μέ ἀρκετούς φιλελεύθερους τῆς τάσεως τοῦ ALDE στήν Εὐρωβουλή, προσάπτουν στή Γερμανία ὅτι ἀντί νά γκρινιάζει γιά τόν σπάταλο εὐρωπαϊκό Νότο, καλά θά ἔκανε νά ἀρχίζει νά δανείζεται καί αὐτή. Τονίζουν ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα νά ἀλλάξει καί τό καταστατικό τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κεντρικῆς Τράπεζας (ΕΚΤ), ὁ πρόεδρος τῆς ὁποίας ἀπό τό 2012 καί μετά, κυριολεκτικά, …ἔσωσε τό εὐρώ, ἐνῶ ἐμαίνετο ἡ κρίση. Δέν εἶναι ὅμως λίγοι οἱ Γερμανοί πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ σωτηρία αὐτή δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στόν τραπεζικό τομέα τῆς χώρας τους, μέ ἄμεσο καί θεαματικό ἀποτέλεσμα τήν ἄνοδο τοῦ κόμματος τῶν «Ἐναλλακτικῶν γιά τήν Γερμανία». Κατά κύριο λόγο οἱ «Ἐναλλακτικοί γιά τήν Γερμανία» κατηγοροῦν τόν Μάριο Ντράγκι ὅτι ἀκολούθησε μία γενναιόδωρη πολιτική στήριξης τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Νότου, χωρίς σχεδόν κανένα παραγωγικό ἀντίκρυσμα. Ἡ διατήρηση χαμηλῶν κατοίκων καί ἡ παραβατική χρηματοδότηση τοῦ Νότου στήν οὐσία ἔχει καθιερώσει τήν Εὐρωζώνη ὡς χῶρο μεταβιβάσεως πόρων ἀπό τή βόρεια στή νότια Εὐρώπη, χωρίς κανένα παραγωγικό ἀποτέλεσμα. «Ἡ Γερμανική Ὁμοσπονδιακή Τράπεζα (Bundesbank)», τονίζει ὁ Γάλλος οἰκονομολόγος καί πρώην τραπεζίτης Ζάν-Λύκ Μπασλή, «τά τελευταῖα χρόνια συσσωρεύει ἀπαιτήσεις ἀπό τίς χῶρες τῆς Νότιας Εὐρώπης πού δέν σταματᾶνε νά αὐξάνονται. Στά τέλη τοῦ 2017 ἀντιστοιχοῦν στό ἕνα τρίτο περίπου τοῦ ἀκαθάριστου ἐγχώριου προϊόντος της, μέ τήν Ἰταλία (481 δισ. εὐρώ), τήν Ἱσπανία (389 δισ. εὐρώ) καί τήν Πορτογαλία (81 δισ. εὐρώ) ὡς κύριους ὀφειλέτες. Τό ἰταλικό δημόσιο χρέος ἔχει βαθμολογηθεῖ ἀπό τούς ὀργανισμούς ἀξιολόγησης ὡς “μέση χαμηλότερη ποιότητα”, μόλις ἕνα βῆμα παραπάνω ἀπό τήν “κερδοσκοπική” ἀξιολόγηση, ἡ ὁποία θά μετατρέψει τήν κατηγορία σέ “ἐπικίνδυνες ὁμολογίες” στή φρασεολογία τῆς χρηματοπιστωτικῆς ἀγορᾶς. Αὐτό θά αὐξήσει τά ἐπιτόκια καί κατ’ ἐπέκταση τό δημοσιονομικό ἔλλειμμα. Τό ἱσπανικό χρέος βαθμολογεῖται ὡς “μέση κατώτερη ποιότητα”, ἐπίπεδο ὑψηλότερο ἀπό τό ἰταλικό χρέος. Αὐτά τά δύο ἔθνη εἶναι πολύ εὐάλωτα σέ ἐξωτερικούς κραδασμούς. Ἡ κατάστασή τους μπορεῖ μόνο νά ἐπιδεινωθεῖ κατά τή διάρκεια τῆς ἑπόμενης ὕφεσης τῶν ΗΠΑ πού προβλέπεται γιά τό 2020 ἀπό τόν Μπέν Μπερνάκια, πρώην κυβερνήτη τῆς Κεντρικῆς Τράπεζας τῶν ΗΠΑ…».
Ἀπό τά παραπάνω στοιχεῖα, στά ὁποῖα θά πρέπει νά προσθέσουν καί 40 δισ. εὐρώ ἑλληνικό χρέος, προκύπτει ξεκάθαρα ὅτι ἡ Κεντρική Τράπεζα τῆς Γερμανίας κάθεται πάνω σέ μία ὡρολογιακή βόμβα ἑνός τρισεκατομμυρίου εὐρώ! Συνεπῶς ἀκόμα καί ἄν ἀφαιρεθοῦν ἀπό τό ποσό αὐτό τά 370 δισ. εὐρώ, κέρδος πού εἶχε ἡ Γερμανία ἀπό τήν πολιτική μηδενικῶν ἐπιτυχιῶν τοῦ Μ. Ντράγκι, τό πρόβλημα παραμένει. Καί ἐπειδή ὅταν τά ἐπιτόκια εἶναι μηδενικά μεγάλοι χαμένοι εἶναι οἱ καταθέτες, εὔκολα γίνεται ἀντιληπτό ποιές ζημιές μπορεῖ νά προκαλέσει σ’ ἕνα ἐκλογικό σῶμα ὁ ἄκρατος καί ἐπίπεδος λαϊκισμός.
Εἶναι λαϊκισμός ὅμως, ὁ ὁποῖος δέν στερεῖται λογικῆς βάσεως. Διότι τό ἐρώτημα πού θέτουν ὁρισμένοι Γερμανοί πολιτικοί εἶναι αὐτό τοῦ μέχρι πότε ἡ Γερμανία νά συγκεντρώνει ἐπισφαλεῖς ἀπαιτήσεις ἀπό τά ἔθνη τῆς νότιας Εὐρώπης μέ κίνδυνο νά γίνει ὁ τραπεζίτης τῆς Εὐρώπης; «Κάτι τέτοιο εἶναι ἀδιανόητο γιά τή Γερμανία» μᾶς λέει ὁ συνάδελφος Χέλμουτ Χέτσελ. Ἐξάλλου προσθέτει, στό ὑπό ἐκκόλαψη γεωπολιτικό καί γεωοικονομικό τοπίο, ὅτι ἡ θέση τῆς Γερμανίας εἶναι περισσότερο πρός τίς ἀναδυόμενες χῶρες ὅπως ἡ Κίνα, ἡ Ἰνδία καί ἡ Ρωσσία παρά πρός τόν εὐρωπαϊκό νότο. Ἴσως λοιπόν οἱ πολιτικές ἡγεσίες τῆς χώρας νά συνειδητοποιήσουν ὅτι περισσότερα ἀπό τήν Εὐρωζώνη οἱ ἀγορές τοῦ μέλλοντος ὑπόσχονται στή γερμανική οἰκονομία πολύ καλύτερες ἡμέρες ἀπό αὐτές τῆς ἤδη προβληματικῆς Εὐρωζώνης.Τά λόγια αὐτά δέν στεροῦνται περιεχομένου. Κάθε ἄλλο.
Τήν ὥρα πού τό Brexit βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῆς ἐπικαιρότητας κάποιοι βαρύγδουποι ἐκτιμητές καλά θά κάνουν ἀντί νά παραδίδουν μαθήματα καί νά ἔχουν ἀπαντήσεις σέ δικά τους ἐρωτήματα νά μάθουν νά θέτουν καλά ἐρωτήματα, μέ δύσκολη ἀπάντηση. Στίς μέρες μας οἱ ὑπεραπλουστεύσεις οὐδέν προσφέρουν.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τή μεγαλύτερη εὐθύνη γιά τά προβλήματα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ νότου τή φέρει ἡ ἡγεσία του καί οἱ ἐπιλογές της. Ὅμως, ἐξίσου ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἄν τό εὐρώ δέν ἀποκτήσει κάποιες νέες ἰσχυρές δομές, θά συνεχίσει νά ἀμφισβητεῖται. Ἡ κρίση τοῦ 2008 εἶχε τεράστιο πολιτικό κόστος, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τή σύνθλιψη τοῦ παραδοσιακοῦ κομματικοῦ συστήματος σέ πολλές εὐρωπαϊκές χῶρες. Μία ἐπανάκαμψη τῆς κρίσης θά ἀποτελοῦσε τή χαριστική βολή γιά τήν εὐρωπαϊκή ἰδέα. Ἰδιαίτερα δέ στήν παροῦσα φάση, πού οἱ διεθνεῖς ἐξελίξεις τρέχουν πολύ γρήγορα γιά νά γίνονται ἀντιληπτές. Καί αὐτό εἶναι πολύτιμο δῶρο γιά δημαγωγούς καί ἄλλους καιροσκόπους.
*Ἐπίτιμος Διεθνής Πρόεδρος Ἕνωσης
Εὐρωπαίων Δημοσιογράφων
[email protected]