«Σήμερα μαῦρος οὐρανός, σήμερα μαύρη μέρα» λέει ὁ λαός, ὁ ὁποῖος –παρά τίς ἐπίμονες προσπάθειες τῶν «προχωρημένων»– θά γεμίσει τό πρωί τούς ναούς γιά τήν Ἀποκαθήλωση, καί τό βράδυ θά ἀκολουθήσει τήν περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου.
Ἔθιμο; Συνήθεια; Ρουτίνα; Ὑποχρέωση; Ὅτι κι ἄν μπορεῖ νά τό θεωρήσει κάποιος, ἡ Μεγάλη Παρασκευή εἶναι συνδεδεμένη μέ τό Θεῖο Δρᾶμα, ἔχει ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα πού ἀπαιτοῦνται γιά νά «σαλέψει ἡ ψυχή», πού λέει ὁ ποιητής. Μαγικές οἱ λέξεις, σταγόνες σοφίας καί ἀγάπης, δείγματα μεγαλείου, ἐνδεδυμένου μέ μουσική πού κατεβαίνει ἀπό ψηλά. «Ὦ, γλυκύ μου ἔαρ»…
Ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος, ὁ θρῆνος ἐκεῖνος πού ὅλοι τόν ἔχουμε αἰσθανθεῖ, ἀποχαιρετῶντας προσφιλῆ πρόσωπα. Πόσῳ μᾶλλον ὅταν πρόκειται γιά Ἐκεῖνον πού δίδαξε πῶς θά ἔπρεπε νά εἶναι ὁ κόσμος, πῶς θά ἔπρεπε νά κανοναρχεῖται τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων.
Γιατί, ὅμως, θρηνοῦμε, ἀφοῦ γνωρίζουμε ὅτι ἐπακολουθεῖ ἡ ἐκ νεκρῶν Ἀνάσταση; Μά, δέν θρηνοῦμε. Πρόκειται, ἁπλῶς, γιά τήν προετοιμασία ἐν ὄψει τοῦ μεγαλείου, τήν ταπείνωση πρίν ἐκτιναχθοῦμε στά οὐράνια. Αὐτό δέν δείχνει ἡ ἔκρηξη τήν νύχτα τῆς Ἀναστάσεως; Ἄκουγα προχθές κάποια ἀπό τά «ἀστέρια» τῆς τηλοψίας, νά σχολιάζουν. «Νομίζω ὅτι εἶναι λάθος νά γίνεται ἡ Ἀνάσταση μεσάνυχτα κι ὕστερα νά πηγαίνουμε γιά φαγητό. Ἀπαράδεκτο νά τρῶς μία ἡ ὥρα τό βράδυ!». Κανείς, ἀσφαλῶς, δέν ἐπιβάλλει τό βραδινό φαγοπότι., Ἀντιθέτως, ἡ λειτουργία δέν ὁλοκληρώνεται μέ τό «Χριστός Ἀνέστη». Αὐτό τό φευγιό μέ τό πού θά ἀκουστεῖ τό χαρμόσυνο μήνυμα, θά ἔπρεπε νά διδάσκεται στίς Σχολές τῆς Πυροσβεστικῆς ὡς ὑπόδειγμα ἐκκενώσεως χώρων! Σκορπάει τό κοπάδι λές κι ἔρχεται ἀγέλη πεινασμένων λύκων.
Μά, γιατί γίνεται, μεσάνυχτα ἡ Ἀνάσταση; Μά, δέν γίνεται παντοῦ μεσάνυχτα! Ὑπάρχουν (ἀκόμη, εὐτυχῶς) κάποια χωριά πού «ἀνασταίνουν» μεσημέρι ἤ ἀπόγευμα, καθώς οἱ μοναδικός ἱερέας τῆς περιοχῆς τρέχει νά τά προλάβει ὅλα! Ἀνάσταση καί Ἐπιτάφιο μεσημέρι κάνουν καί οἱ κρατούμενοι στίς Φυλακές (οἱ ἐλάχιστοι, δηλαδή, χριστιανοί πού φιλοξενοῦνται σέ αὐτά τά μουσουλμανοκρατούμενα ἄντρα). Λειτουργεῖ ὁ ἱερέας τῆς ἐνορίας, καί γίνεται ἡ περιφορά, μεσημέρι Μεγάλης Παρασκευῆς, ὅπως καί ἡ Ἀνάσταση, μεσημέρι Μεγάλου Σαββάτου. Καί βλέπεις ἀνθρώπους πού ἔχουν διαπράξει βαρύτατα ἀδικήματα (ἀφαίρεση ζωῆς, δηλαδή) νά σηκώνουν δακρύζοντας τόν Ἐπιτάφιο καί νά τόν φέρνουν βόλτα στό μικρό προαύλιο. Ἐκεῖ, ζωντανεύει τό δρᾶμα τοῦ ἑνός ἐκ τῶν δύο «ληστῶν» τοῦ Γολγοθᾶ, καθώς ἡ μετάνοια ἔρχεται πολύ κοντά στόν «ἁμαρτωλό».
Μεγάλη ἡμέρα γιά ὅλους ἡ σημερινή, στήν καρδιά τῆς Ἄνοιξης, καθώς δέν εἶναι τυχαία ἡ χρονική ἐπιλογή γιά τόν ἑορτασμό τή Ἀναστάσεως, πού συμβαδίζει μέ τήν ἀνάσταση τῆς γῆς.
Ἡ Μεγάλη Παρασκευή εἶναι μέν ἡμέρα θρήνου, ἀλλά ἐκ παραλλήλου εἶναι καί ἡμέρα θριάμβου. Κατεβαίνει ὁ Χριστός στόν Ἄδη (ποτέ δέν μάθαμε τί εἶδε, σέ ἀντίθεση μέ τόν Λάζαρο πού μᾶς ἔχει μιλήσει γιά «φόβους, πόνους καί βάσανα») καί ἐπανέρχεται, ἀναστημένος, γιά νά δώσει τήν εὐλογία στούς μαθητές, πρίν «ἀναληφθεῖ στούς οὐρανούς.» Ὄμορφα πλασμένες ἱστορίες, πολύ σωστά βαλμένες, βάλσαμο ψυχῆς.
Ἄς τά δοῦμε ὅλα αὐτά ὡς Παράδοση καί Παρακαταθήκη.
Καλή Ἀνάσταση, συμπατριῶτες!