Οποιος έχει αμφιβολία τι είναι αυτό που γλίτωσε η πατρίδα καλύτερα να ρωτήσει Ούγγρους και Πολωνούς
Το 1947 ο Τρούμαν, έχοντας αποφασίσει να εγκαταλείψει τον αμερικανικό απομονωτισμό, έβγαλε έναν λόγο που σκιαγραφούσε την κομμουνιστική απειλή που απλωνόταν στην Ευρώπη. Περιέγραψε τη σύγκρουση μεταξύ των δυτικών κοινωνιών και της Σοβιετικής Ενωσης ως μία σύγκρουση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τρόπους ζωής. Σύμφωνα με τον Τρούμαν, το γεγονός ότι οι ΗΠΑ συμμετείχαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σηματοδοτούσε τη συμμαχία των δυτικών εθνών που πολέμησαν για να διαθέτουν την επιλογή να διάγουν έναν ελεύθερο τρόπο ζωής δίχως εξαναγκασμό:
«Πιστεύω ότι η πολιτική των ΗΠΑ πρέπει να είναι η υποστήριξη των ελεύθερων λαών που αντιστέκονται στην επιχειρούμενη από άλλους καθυπόταξή τους μέσω οπλισμένων μειονοτήτων ή εξωτερικών πιέσεων… Αν δεν βοηθήσουμε την Ελλάδα και την Τουρκία στην ιστορική αυτή ώρα, οι επιπτώσεις θα είναι εκτεταμένες τόσο προς τη Δύση όσο και προς την Ανατολή».
Ο λόγος αυτός του Τρούμαν ήταν ιστορικός και κατέληξε στο καλούμενο «Δόγμα Τρούμαν», στη δημιουργία δηλαδή ενός αντικομμουνιστικού και αντισοβιετικού συνασπισμού στη δυτική Ευρώπη. Επί της ουσίας το δόγμα αυτό περιελάμβανε ταυτόχρονα τόσο την οικονομική αναστήλωση των καθημαγμένων δυτικών κρατών μετά τον πόλεμο όσο και την πολιτική συσπείρωση των πατριωτικών και φιλελεύθερων δυνάμεων απέναντι στην κομμουνιστική απειλή. Το «Δόγμα Τρούμαν» κατέληξε στο «Σχέδιο Μάρσαλ», το οποίο περιελάμβανε τη γενναία οικονομική ενίσχυση των δυτικών κρατών με ποσά υπέρογκα για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, που έφτασαν το 1,5% του σωρευτικού ΑΕΠ των ΗΠΑ. Φυσικά, ουδείς είναι τόσο αφελής για να πιστέψει ότι η τεράστια αυτή οικονομική βοήθεια προσεφέρθη για αμιγώς ιδεαλιστικούς λόγους. Εάν οι ΗΠΑ εκείνη την εποχή δεν ενεργούσαν άμεσα και με σθένος ούτως ώστε να επηρεάσουν τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, υπήρχε σοβαρός κίνδυνος η γηραιά ήπειρος να εξοκείλει στον κομμουνισμό, όπως ήταν άλλωστε και το σχέδιο του Στάλιν.
Στην Ελλάδα μόνο χορηγήθηκε το ποσό των 400.000.000 δολαρίων, που μεταφραζόταν σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια χάρη στην οποία μπόρεσε η χώρα να γλιτώσει από το ελεγχόμενο από το ΚΚΕ ΕΑΜ και να εγκαταστήσει ένα νόμιμο, δυτικού τύπου, δημοκρατικό καθεστώς. Οποιος έχει αμφιβολία τι είναι αυτό που γλίτωσε η πατρίδα μας ίσως είναι καλύτερα να ρωτήσει τους Ούγγρους και τους Πολωνούς.
Φυσικά, ο Τρούμαν μπορεί να κατάφερε στην Ελλάδα να μην εγκαθιδρυθεί κομμουνιστικό σύστημα, αλλά ποτέ του δεν φανταζόταν ότι, από την άλλη, οι κομμουνιστικές ιδέες θα συνέχιζαν να είναι τόσο ισχυρές. Τις προάλλες μία οργανωμένη μειονότητα διαδηλωτών επιχείρησε να καταρρίψει το άγαλμά του στη συμβολή των οδών Βασιλέως Κωνσταντίνου και Βασιλέως Γεωργίου στο Παγκράτι. Από την κυβέρνηση, βέβαια, δεν ακούστηκε δα και καμία ιδιαίτερη ενόχληση για το γεγονός, όπως και δεν έχει ακουστεί κάτι για τις έκνομες ενέργειες του «Ρουβίκωνα».
Αλλά για το ότι δεν μπορεί κανείς, σύμφωνα με την κυβέρνηση αλλά και μέλη της αντιπολίτευσης, να υψώνει «απερίσκεπτα» την ελληνική σημαία σε ελληνικό έδαφος ακούστηκε δίχως ίχνος ντροπής.
Αλλά, όπως αναφέραμε και την προηγούμενη εβδομάδα, εδώ έχουμε περιπέσει στην κατάντια η φερόμενη ως Κεντροδεξιά να εξυμνεί τους «αγώνες» του «Καπετάν Ερμή», τον φιλοδυτικισμό θα υπερασπιστεί;
Οι μπουρδολογίες και οι αοριστίες περί εθνικής συμφιλίωσης στα αυτιά του γράφοντος ακούγονται τζάμπα και βερεσέ. Οποιος θέλει να επιτύχει εθνική συμφιλίωση δεν είναι δυνατόν να την επιτύχει μονόπαντα. Οποιος επιθυμεί κάτι τέτοιο θα έπρεπε στις 17 Απριλίου, τη μαύρη επέτειο από την απεχθή δολοφονία του συνταγματάρχη Δ. Ψαρρού, να απαιτήσει από την Αριστερά να αναγνωρίσει τους αγώνες της Δεξιάς και του Κέντρου απέναντι στα ειδεχθή εγκλήματα της Αριστεράς. Ετσι ναι, θα μπορούσε θεωρητικά να γίνουν βήματα προς την εθνική συμφιλίωση. Αλλά τέτοια δεν μπορεί να υπάρξουν όσο οργανωμένες -και πλέον πολλές φορές ένοπλες- ομάδες στρέφονται απέναντι σε ανθρώπους, σύμβολα, αγάλματα, υπουργεία κ.ο.κ. χωρίς καμία συνέπεια, αλλά και χωρίς επί της ουσίας καμία ηθική καταδίκη.
Το άγαλμα του Τρούμαν ίσως τελικά να «άξιζε» να πέσει διότι μάλλον η ελληνική πολιτική σκηνή δεν είναι άξια του προνομίου της ελευθερίας που της δόθηκε. Και εάν ο γράφων κατηγορεί κάποιον περισσότερο γι’ αυτό το όνειδος, δεν είναι τόσο την Αριστερά αλλά την εαυτοφοβική, ανήμπορη τριτοκοσμική Δεξιά που διαθέτουμε.
*Πρόεδρος του Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών, [email protected]