Μπορεῖ ἡ γενιά μας νά μήν ἔζησε πόλεμο, μπορεῖ –ναί, εἶναι ἀλήθεια– νά εἴμαστε ἡ πιό τυχερή γενιά μετά τόν πόλεμο, μπορεῖ νά γνωρίσαμε τήν Ἑλλάδα σέ ἄνθηση καί σέ συνεχῆ ἄνοδο σέ ὅλους τούς τομεῖς.
Ἀλλά δέν εἴδαμε καί λίγα, ἔ; Ζήσαμε κι ἐμεῖς στιγμές πού ἄφησαν τά σημάδια τους. Πῶς νά ξεχάσεις, δηλαδή, τό ἄκουσμα τῆς δολοφονίας τοῦ Τζών Κέννεντυ; Μαθητές γυμνασίου –πού μόλις μαθαίναμε τόν κόσμο καί εἴχαμε ἀντιληφθεῖ ὅτι μέ τήν ἐκλογή ἑνός νέου ἀνθρώπου στήν προεδρία τῶν ΗΠΑ «κάτι θά ἄλλαζε»– δεχθήκαμε ἕνα ἰσχυρό σόκ.
Πῶς νά ξεχάσεις ἐκεῖνες τίς φωτογραφίες στίς ἐφημερίδες καί τόν Λύντον Τζόνσον νά ὁρκίζεται μέσα στό ἀεροπλάνο; Τά σκεπτόμουν χθές, «ἐπέτειο» τῆς δολοφονίας τοῦ Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ, πού μοῦ τήν θύμισε τό ραδιόφωνο. Μόλις πού εἴχαμε ἀρχίσει νά ἀντιλαμβανόμαστε τήν πραγματική διάσταση τοῦ φυλετικοῦ προβλήματος τῶν ΗΠΑ, μόλις πού εἴχαμε αἰσθανθεῖ ὅτι ὁ κόσμος μας ἔκανε βήματα πρός τά ἐμπρός.
Μᾶς εἶχε συνεπάρει ὁ ἀγώνας τῶν μαύρων στίς ΗΠΑ, εἶχαν φανεῖ θεόρατοι ἥρωες στά μάτια μας οἱ ἡγέτες τοῦ κινήματος ἐκείνου, καί ὁ Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ ἦταν μία μορφή μυθική. Νέοι, τελειώναμε τό γυμνάσιο, γεμᾶτοι ἀπό ἰδέες καί ἐπηρεασμούς, μέ τήν Ἑλλάδα νά βρίσκεται στόν «γύψο», ἀνοίγαμε τά μάτια διάπλατα καί προσπαθούσαμε νά μάθουμε «τί γίνεται», καθώς ἡ ἐνημέρωσή μας δέν ἦταν καί τόσο πολύπλευρη…
Ἡ δολοφονία τοῦ Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ, σάν χθές, 4 Ἀπριλίου τοῦ 1968, ἦταν τρομακτικό γεγονός. Δέν εἴχαμε τότε τηλεόραση καί δέν τόν εἴχαμε δεῖ σέ ἐκεῖνο τό μακρόσυρτο «I have a dream»… Ἀλλά τό εἴχαμε διαβάσει καί εἴχαμε ταυτισθεῖ μέ τόν ἀγῶνα τῶν μαύρων (ἔτσι τούς λέγαμε τότε) τῶν ΗΠΑ γιά ἴσα δικαιώματα. Τό μότο τῆς ἐποχῆς ἦταν «φυλετικές διακρίσεις». Ἦταν τίτλος πού βλέπαμε συχνά στίς ἐφημερίδες, ἦταν φράση πού ἀκούγαμε συχνά στίς εἰδήσεις. Καί ὁ πάστορας Κίνγκ εἶχε κατορθώσει νά νικήσει καί νά κάνει πραγματικότητα τό ὄνειρό του. Ἀλλά στήν τότε Ἀμερική εἶχε ἀρχίσει ὁ «χορός» τῶν δολοφονιῶν…
Ἡ δολοφονία τοῦ Μάρτιν Λοῦθερ Κίνγκ ἦλθε νά μᾶς θυμίσει ὅτι στήν μεγάλη χώρα τοῦ Λίνκολν τά φυλετικά μίση δέν εἶχαν ἀκόμη καταλαγιάσει. Καί εἴχαμε ἤδη ἀρχίσει νά βλέπουμε στίς ἐφημερίδες ὅλο καί πιό συχνά (ὁ ψίθυρος εἶχε ἀρχίσει ἀμέσως μετά τήν δολοφονία τοῦ JFK) τά τρία ἐκεῖνα γράμματα: CIA…
Ἦταν ἡ παντοδύναμη ὑπηρεσία, ἦταν καί ἡ ἐποχή πού ὁ Τζαίημς Μπόντ γέμιζε τούς κινηματογράφους καί οἱ κάθε εἴδους «πράκτορες» ξεφύτρωναν σάν τά μανιτάρια. Ἔ, δέν θέλαμε καί πολύ γιά νά θεωρήσουμε τήν CIA ὑπεύθυνη γιά τά πάντα!
Ἀλλά ὁ κύκλος δέν εἶχε ἀκόμη κλείσει! Τόν Ἰούνιο τοῦ ’68 ἦταν ἡ σειρά τοῦ Ρόμπερτ Κέννεντυ νά κλείσει ἐκείνη τήν ἐφιαλτική σειρά τῶν δολοφονιῶν! Θυμᾶμαι ἀκόμη τήν σκηνή τῆς δολοφονίας, καί ἔχει μείνει στό μυαλό μου ἡ κραυγή ἀγωνίας τοῦ Τέντ: «Γιατί μᾶς σκοτώνουν;». Μπορεῖ νά μήν περάσαμε πόλεμο, μπορεῖ νά εἴμαστε ἡ «εὐνοημένη γενιά», ἀλλά δέν ζήσαμε καί λίγα, ἔ;