ΕΤΟΣ ΑΡΧΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ 1876
Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2024

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΦΟΡΕΜΑ

Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 28 Ἰουνίου 1919

Εἰς τήν πρώτην τῶν «Ἀδελφῶν Καραμάζωφ» κἄποιος κύριος ἔρριψε τήν ἑξῆς ἀπροσδόκητον ἐρώτησιν πρός τόν διπλανόν του:

-Πές μου, στό Θεό σου, παρακαλῶ! Θά μποροῦσες ν’ ἀγαπήσῃς ποτέ μιά γυναῖκα ντυμένη κατ’ αὐτόν τόν τρόπον;

Καί τοῦ ἔδειξεν ἐπί σκηνῆς τήν δεσποινίδα Κατερίναν Ἰβάνοβνα Βερκότστβα, μέσα εἰς τό ἀπηρχαιωμένον ἔνδυμα τῆς ἐποχῆς της.

-Ἐσύ; τοῦ εἶπεν ὁ ἄλλος, μή τολμῶν νά ριψοκινδυνεύσῃ ἀμέσως τήν γνώμην του.

-Ἐγώ κατ’ οὐδένα τρόπον! ἀπήντησε κατηγορηματικῶς ὁ ἄλλος. Θά ἐνόμιζα πῶς κάνω κόρτε μέ τή μακαρίτισσα τή γιαγιά μου, τῆς ὁποίας μιά νεανική φωτογραφία βρίσκεται στό οἰκογενειακό μας ἄλμπουμ. Φορεῖ τό ἴδιο καί ἀπαράλλαχτο μεταξωτό φόρεμα σάν τήν Κατερίνα Ἰβάνοβνα. Ὑποθέτω ἀκόμη ὅτι φοροῦσε καί κρινολῖνο. Καί πολλές φορές, σέ βεβαιῶ, ἀπορῶ πῶς βρίσκομαι στή ζωή.

-Δηλαδή;

-Δηλαδή ἀπορῶ πῶς ὁ μακαρίτης ὁ παπποῦς μου κατώρθωσε νά ἐρωτευθῇ μιά γυναῖκα μέ κρινολῖνο καί πῶς ἑπομένως ἐγώ εὑρέθηκα ἐπί ἐννέα μῆνας μέσα στήν Μογκολφιέρειον αὐτήν σφαῖραν.

Ὁ διάλογος, ποῦ ἄρχισε κατά τήν παράστασιν, εἶχε συνεχισθῇ κατά τό διάλειμμα.

-Καί ἡ Γρούσενκα; Τί σοῦ λέει πάλι ἡ Γρούσενκα; Μιά κοκκότα, φίλε μου, μιά διεφθαρμένη γυναῖκα ποῦ ἔσερνε τούς ἄνδρες πίσω της σά λαχανιασμένα σκυλάκια, ποῦ ἐξεμυάλισε καί τό γέρο Καραμάζωφ ἀκόμη, ἡ Γρούσενκα μέσα σ’ ἕνα φόρεμα πρό τοῦ ὁποίου ἀποκαλυπτόμεθα εὐλαβῶς εἰς τήν παλαιάν προγονικήν ἐλαιογραφίαν τοῦ τοίχου! Εἶνε δυνατά ποτέ αὐτά τά πράγματα; Τί νά σοῦ κάμῃ κ’ ἡ δυστυχισμένη ἡ Καλογερίκου; Τί νά σοῦ κάμῃ κι’ ὁ καϋμένος ὁ Γαβριηλίδης; Ὅταν τούς ἔβλεπα νά φιλιοῦνται ἀπάνω στό κρεββάτι, μοῦ φαινότανε, σέ βεβαιώνω, πῶς μοῦ ἄδειαζαν κουβάδες μέ κρύο νερό στή ράχι μου.

-Μά μοῦ φαίνεται πῶς τό ἴδιο αἴσθημα ἐδοκίμαζαν ἀπάνω-κάτω κ’ ἐκεῖνοι.

-Δέν ξέρω τί ἐδοκίμαζαν ἐκεῖνοι! Ξέρω ὅτι, ἐγώ τουλάχιστον, οὐδέποτε ἐνθυμήθηκα τόσον πολύ ὅλους μου τούς πεθαμένους, ὅσο στήν ἀντιμετώπισιν τῶν μακαβρίων αὐτῶν ὀργίων.

Οἱ δύο ἄνθρωποι ἐσιώπησαν καί ἐξηκολούθησαν νά παρακολουθοῦν τήν παράστασιν μέ μίαν πένθιμον ἔκφρασιν, ἡ ὁποία δέν ἦτο ἀποκλειστικόν ἀποτέλεσμα τῶν φρικτῶν πραγμάτων, τά ὁποῖα ἐξετυλίσσοντο ἐπί τῆς σκηνῆς. Ἔξαφνα ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε σχηματίσει, φαίνεται, ἀκόμη ὁριστικήν γνώμην, ἔλαβε τόν λόγον:

-Καί ὅμως, φίλε μου, ἡ ἀναχρονιστική αὐτή γυναίκα δέν νομίζεις πῶς ἔχει κἄποιο ἀνεξήγητον θέλγητρον, ἕνα θέλγητρον ἐξωτικόν; Κἄτι τι ποῦ εἶνε ἔξω τῆς ἐποχῆς μας τέλος πάντων; Κἄτι σπάνιον καί δυσεύρετον; Κἄτι πολύ παλαιόν, ποῦ, ἕνεκα τῆς παλαιότητός του ἀκριβῶς, γίνεται νέον; Στήν ἀγκαλιά μιᾶς τέτοιας μουσειακῆς γυναίκας, εἶμαι βέβαιος πῶς θά ἔχῃ κανένας τό αἴσθημα ὅτι ἔκαμε μίαν κατάκτησιν μοναδικήν, ὕστερ’ ἀπό ἕνα ταξεῖδι διά μέσου τῶν αἰώνων. Τό θεωρεῖς μικρό αὐτό γιά μιά ραφιναρισμένη καί δύσκολη αἴσθησι, κορεσμένη ἀπό τά παρόντα καί τά σύγχρονα;

Ὁ ἄλλος ἔρριψεν ἕνα βλέμμα γύρω του, εἰς τήν πλατεῖαν, καί εἶπε:

-Τί νά σοῦ πῶ; Ἡ δική μου ἡ αἴσθησις τρέφεται ἀποκλειστικῶς ἀπ’ τήν κοντή φούστα καί τό γυμνό λαιμό. Εἶμαι ἀνίκανος νά συγκινηθῶ ἱστορικῶς καί μουσειακῶς.

Τό περίεργον εἶνε ὅτι οἱ δύο αὐτοί ἄνθρωποι, ὁμιλοῦντες περί ἔρωτος, δέν ὡμίλησαν καθόλου περί γυναικός. Ὡμίλησαν ἀποκλειστικῶς περί ἐνδύματος. Τό ἔνδυμα εἶνε λοιπόν ποῦ κάμνει τήν γυναῖκα, ὅπως τό ράσον κάμνει τόν μοναχόν; Δέν ὑποθέτω! Ὑπό κάθε ἔνδυμα, ἐπί τέλους, καί ὑπό κάθε κάλυμμα ὑπάρχουν τά αἰώνια μάτια, τά αἰώνια χείλη, τά αἰώνια στέρνα, ὅλα τά αἰώνια γυναικεῖα θέλγητρα καί ὅλοι οἱ αἰώνιοι μαγνῆται. Ἀλλά ἡ γυναίκα δέν εἶνε ἰδέα. Εἶνε ἡ μεγαλειτέρα πραγματικότης εἰς τόν κόσμον αὐτόν, τήν ὁποίαν κανένας Πυρρωνισμός καί κανένας Ἀγνωστικισμός, δέν ἠμπορεῖ ν’ ἀμφισβητήσῃ. Ἑπομένως εἶνε κἄτι τι ἀπολύτως σύγχρονον. Καί δέν ἠμπορεῖ νά τήν ἀγαπήσῃ κανείς παρά μόνον εἰς τήν σύγχρονόν της ἐμφάνισιν.

Αὐτό εἶνε βεβαίως σοβαρόν πλεονέκτημα πρός ὄφελος τοῦ ἔρωτος. Κάθε ἕξη μῆνες, ποῦ ἀλλάζει ἡ μόδα, ἀγαποῦμε τήν ἰδίαν γυναῖκα ὡς νά ἦτον ἄλλη. Καί δι’ αὐτό ἀκριβῶς ὑπάρχουν καί μερικοί ἔρωτες, ποῦ ζοῦν περισσότερον ἀπό μίαν ἑξαμηνίαν. Διαφορετικά, τά λαμπρά αὐτά παραδείγματα τῆς ἐρωτικῆς μακροβιότητος θά ἦσαν ἀκόμη σπανιώτερα.

ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

Απόψεις

«Μᾶς κυκλώνουν οἱ βάρβαροι Ἀπαγορεύεται νά σιωπήσω!»

Εφημερίς Εστία
Τό ξέσπασμα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου στό Πανεπιστήμιο Δυτικῆς Ἀττικῆς – Ἡ Μεγαλόνησος εἶναι ὁ ἀνατολικός προμαχών τοῦ Ἑλληνισμοῦ, πού ἄν πέσει, θά πέσουν τό Αἰγαῖο καί ἡ Θράκη – Ἡ συνάντησις μέ τόν ἐπί σειράν ἐτῶν Διευθυντή τῆς «Ἑστίας» Ἄδωνι Κύρου

Γιατί οἱ Τοῦρκοι δέν ἔχουν δικαιώματα στήν Κύπρο

Εφημερίς Εστία
Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ κατέκτησε τήν ἀνεξαρτησία της χάρη στόν ἀγῶνα τῆς ΕΟΚΑ.

Κόλαφος τό πόρισμα τοῦ ΕΜΠ γιά τήν ἔκρηξη στά Τέμπη

Εφημερίς Εστία
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ὑποστηρίζουν ἀπό τήν ἀρχή οἱ οἰκογένειες τῶν θυμάτων τῶν Τεμπῶν καί οἱ ἐμπειρογνώμονες στούς ὁποίους ἔχουν ἀποταθεῖ οἱ συγγενεῖς, ἐπιβεβαιώνει καί τό πόρισμα τοῦ Ἐθνικοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου.

Ἄς φροντίσουμε πρῶτα τά τοῦ οἴκου μας

Δημήτρης Καπράνος
Φυσικά καί πρέπει νά μᾶς ἀπασχολεῖ τό τί συμβαίνει στήν γειτονική μας Τουρκία.

ΜΕΤΑ 80 ΕΤΗ

Παύλος Νιρβάνας
Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 22 Δεκεμβρίου 1924