Θυμᾶμαι, πιτσιρικάς, τούς μεγαλύτερους νά μιλοῦν μέ θαυμασμό γιά τόν Τζίμ Λόντο, τόν Ἕλληνα παγκόσμιο πρωταθλητή τῆς ἐλευθέρας πάλης.
Θυμᾶμαι καί τόν πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μεγάλωσε στό Ἄργος, νά καυχᾶται γιά τόν «συντοπίτη» του Λόντο, ὁ ὁποῖος εἶχε γεννηθεῖ στό Κουτσοπόδι, ἕνα χωριό ἔξω ἀπό τό Ἄργος.
Θυμήθηκα τόν Τζίμ Λόντο, προχθές, στίς 19 Αὐγούστου, ὅταν διάβασα τήν ἀναφορά τοῦ φίλου ἁλιευτῆ στιγμῶν ἑλκυστικῶν Νίκου Λαγωνίκου στόν σπουδαῖο Ἕλληνα ἀθλητή.
Ὁ Τζίμ Λόντος (Χρῆστος Θεοφίλου) πέθανε στίς 19 Αὐγούστου τοῦ 1975, σέ ἡλικία 78 ἐτῶν. Ἦταν παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρῶν (1938), καί ἐπί σειρά ἐτῶν ἡ πιό ἀναγνωρίσιμη φιγούρα Ἕλληνα στίς ΗΠΑ.
Ὁ μικρόσωμος (1,65μ.) «Δέκατος τρίτος Ἕλληνας Θεός», κατά τούς Ἀμερικανούς, ἔγινε παγκοσμίως γνωστός γιά τήν τεχνική του ἀλλά καί γιά τήν ἀσυνήθιστη φυσική του δύναμη.
Τό 1933 ὁ Τζίμ Λόντος ἀγωνίστηκε γιά δεύτερη φορά στό Παναθηναϊκό Στάδιο. Τό 1928 εἶχε νικήσει ἐκεῖ τόν Πολωνοαμερικανό Κάρλ Ζμπύσκο, παρουσία πλήθους θεατῶν, συμπεριλαμβανομένων καί «ἐπισήμων», ὅπως οἱ πρέσβεις τῆς Πολωνίας καί τῶν ΗΠΑ, ὁ τότε ὑπουργός Παιδείας τῆς Ἑλλάδος κ.ἄ.
Ἡ νίκη τοῦ Λόντου σκόρπισε ἐνθουσιασμό στό Ἑλληνικό κοινό καί ἔτσι, τό 1933, ἡ δεύτερη ἐμφάνισή του στό Καλλιμάρμαρο ἔγινε στό πλαίσιο μιᾶς ἀκόμα πιό «λαμπερῆς» διοργανώσεως.
Διοργανωτής ἦταν ὁ σύλλογος τοῦ Πανιωνίου πού ἀναζητοῦσε τότε πόρους γιά τό ὑπό κατασκευήν στάδιο τῆς Νέας Σμύρνης. Ἀντίπαλος τοῦ Λόντου ἦταν ὁ Ρῶσσος (Γεωργιανῆς καταγωγῆς) Κόλα Κοβριάνι ἤ Κβαριάνι.
Στόν ἀθλητή αὐτόν στέκεται ὁ ἐρευνητής καί μᾶς παραθέτει ἕνα τραγούδι πού ἔγραψε ὁ Μᾶρκος Βαμβακάρης γιά τόν Τζίμ Λόντο, στό ὁποῖο ἔχει μετατρέψει τό ὄνομα τοῦ ἀλλοδαποῦ παλαιστῆ σέ «Κοριάνι». Τόν «ἱστορικό» ἀγῶνα στό Παναθηναϊκό Στάδιο μεταξύ τοῦ Τζίμ Λόντου καί τοῦ Kola (Nicholas) Kwariani παρακολούθησαν 100.000 Ἀθηναῖοι (ὑπολογίζεται ὅτι ἄλλοι 50.000 ἔμειναν ἐκείνη τήν ἡμέρα χωρίς εἰσιτήριο).
Ἐμεῖς θά σταθοῦμε στό τραγούδι τοῦ Μάρκου Βαμβακάρη γιά τόν «Τζιμπλόντο». Εἶναι ἕνα ἀπό τά πρῶτα τραγούδια πού γραμμοφώνησε ὁ λαϊκός καλλιτέχνης. Μαζί μέ τό «Καραντουζένι», τίς «Τραγιάσκες», τόν «Δερβίση», καί μερικά ἀκόμη, τά ὁποῖα ἀπετέλεσαν τήν δεκάδα πού ἐπέτρεψε στόν σπουδαῖο Συριανό δημιουργό νά εἰσέλθει στόν παράδεισο τῆς «γραμμοφωνίας». Ἰδού, λοιπόν, ὁ «Τζιμπλόντος» κατά Μᾶρκον:
«Πάρ’ την αἱμοβορία σου καί τράβα στήν πατρίδα σου/ἀγαπητέ Κοριάνη/ πού σ’ ἔστειλε ὁ Λόντος μας σέ μακρινό σιργιάνι.
Ἦρθες ἀπ’ τήν πατρίδα σου τό ζόρικο νά κάνεις/κι ὁ κόσμος ἄν δέ σέ γλίτωνε/κόντεψες νά πεθάνεις!
Νά ἤσουνα μονάχα ἐσύ, κομμάτια πιά νά γίνει/μά ἀπ’ ὅσοι εὑρεθήκανε/τήν βάψανε κι ἐκεῖνοι.
Κι ἔτσι λοιπόν ὁ Λόντος μας βρέθηκε παλικάρι/κι ὅλος ὁ κόσμος ἀγαπᾶ/τοῦ Ἄργους τό καμάρι».
«Στό τραγούδι τοῦ Βαμβακάρη γιά τόν Τζίμ Λόντο ἡ ἐμπορία τῆς μουσικῆς θά βρεῖ μιά μεγάλη εὐκαιρία νά προσεγγίσει ἕνα εὐρύτατο ἀγοραστικό κοινό: τήν ὁμογένεια τῆς Ἀμερικῆς! Τό τραγούδι θά γνωρίσει πολλές “ζωντανές” ἀλλά καί ἠχογραφημένες ἐπανεκτελέσεις στήν Νέα Ὑόρκη καί τό Σικάγο καί οἱ ἁπανταχοῦ Ἕλληνες θά τραγουδοῦν γιά τοῦ “Ἄργους τό καμάρι”» ὅπως ἔγραψε ὁ ἐρευνητής…