Ἀντίθετη μέ τήν Συνθήκη τῆς Λωζάννης καί μέ τό Σύνταγμα – Ἱστορική ἀπόφασις τῆς Ὁλομελείας
ΣΕ ΜΙΑ ἱστορική ἀπόφαση ἡ ὁποία ἐξυπηρετεῖ τόν ἐθνικό σχεδιασμό καί ἀφαιρεῖ ἀπό τήν λίστα τῶν διεκδικήσεων τοῦ Τούρκου Προέδρου Ταγίπ Ἐρντογάν τό ζήτημα τῶν μουφτήδων τῆς Θράκης, ἤχθη τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2101/19 ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας του. Διά αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως τό Ἀνώτατο Ἀκυρωτικό Δικαστήριο καταρρίπτει τό ἐπιχείρημα τῆς Τουρκίας ὅτι εἶναι δυνατή ἡ ἐκλογή Μουφτῆ ἀπό τήν μειονότητα ἐπειδή τό προέβλεπε ἡ Συνθήκη τῶν Ἀθηνῶν, μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ νεώτερή της Συνθήκη τῆς Λωζάννης πού προβλέπει τό μειονοτικό καθεστώς στήν Θράκη τήν καταργεῖ μέ τά ἄρθρα 37-45. Ἐπισημαίνει ἐπίσης ὅτι ἡ Σαρία, ὁ ἱερός νόμος τοῦ Κορανίου, ἐφαρμόζεται στήν Ἑλλάδα γιά τούς μουσουλμάνους τῆς Θράκης, ἐπειδή ἡ Ἑλληνική Δημοκρατία τό ἐπιθυμεῖ καί ὄχι ἐπειδή τῆς ἐπεβλήθη. Τό ΣτΕ, βεβαίως, ἐξηγεῖ ὅτι τυχόν νέα ἀπόπειρα τῆς Τουρκίας νά πραγματοποιήσει ἐκλογές σέ τζαμιά γιά τήν ἀνάδειξη μουφτήδων ὅπως τό 1990 εἶναι καταδικασμένη νά πέσει στό κενό, καθώς βάσει τῆς ἀποφάσεως τῆς Ὁλομελείας ἐκλογές δέν μποροῦν νά γίνουν, ἐπειδή θά εἶναι ἀντισυνταγματικές.
Τό ΣτΕ κατέληξε σέ αὐτήν τήν ἀπόφαση, τήν στιγμή πού ὁ Ἐρντογάν στήν τελευταία συνάντησή του μέ τόν Κυριάκο Μητσοτάκη στό Λονδῖνο ἔθεσε ζήτημα ἐκλογῆς Μουφτήδων καί πάλι (ὅπως εἶχε πράξει καί στό παρελθόν ἐπί Τσίπρα), ἀγνοῶντας τό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Συνθήκη τῶν Ἀθηνῶν πού προέβλεπε ἐκλογές ἴσχυε πρίν ἀπό τήν Ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν ὅταν ζοῦσαν στήν Ἑλλάδα 700.000 μουσουλμάνοι. Τό ΣτΕ μέ ἀφορμή προσφυγή τοῦ πρώην νομίμου μουφτῆ Ροδόπης Τζεμαλῆ, ὁ ὁποῖος ἐξέπεσε τοῦ ἀξιώματος λόγω ὁρίου ἡλικίας (αὐτό προσέβαλε), γνωμοδότησε καί γιά τό θέμα τῆς ἀπαιτήσεως τῆς Τουρκίας γιά ἐκλογές ἀλλά καί γιά τό νομικό καθεστώς τῆς Σαρίας καί γιά τήν συνταγματικότητα τῆς ἐκλογῆς Μουφτήδων ὑπό τό πρῖσμα καί προσφάτων ἀποφάσεων τοῦ Δικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Καί κατέληξε σέ ἕνα ἐντυπωσιακό σκεπτικό πού δίδει τό δικαίωμα στόν Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη νά τό ἐπικαλεῖται γιά νά θέσει ἐκτός διαπραγματεύσεως παρά τίς ἐπιδιώξεις Ἐρντογάν τό μεῖζον αὐτό θέμα. Γιά νά καταλήξει ἡ Ὁλομέλεια ὑπό τήν Προεδρία τῆς Αἰκατερίνης Σακελλαροπούλου (Εἰρήνη Σάρπ, Μ. Καραμανώφ, Ι. Γκράβαρης [ἀντιπρόεδροι] καί Ι. Μαντζουράνης, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Ἀντωνόπουλος, Σπ. Μαρκάτης. Δ. Κυριλόπουλος, Β. Ραφτοπούλου. Κ. Κουσούλης, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρῆς, Τ. Κόμβου, Π. Μπραίμη, Ε. Παπαδημητρίου, Κ. Νικολάου, Μ. Σωτηροπούλου, Κ. Κονιδιτσιώτου, Α. Γαλενιανοῦ-Χαλκαδάκη, Ι. Σπερελάκης, Ρ. Γιαννουλάτου, Μ. Τριπολιτσιώτη. Α. Σδράκα, Χ. Λιάκουρας [σύμβουλοι] Ε. Σκούρα, Κ. Λαζαράκη. Δ. Βανδῶρος -Πάρεδροι) προχώρησε σέ μία λεπτομερῆ ἐπισκόπηση καί συγκριτική παρουσίαση ὅλων τῶν Συνθηκῶν πού ἀφοροῦν στούς μουσουλμάνους καί εἰδικῶς στήν μειονότητα τῆς Θράκης. Μέ τήν σκέψη 13 τό Δικαστήριο ὑπενθύμισε τίς τέσσερεις συμφωνίες πού διέπουν τό νομικό καθεστώς τῆς μειονότητος. Ἤτοι:
• Τήν Συνθήκη τῶν Σεβρῶν, ἡ ὁποία ὑπεγράφη στίς 10 Αὐγούστου 1920 μεταξύ τῆς Βρεταννικῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς Γαλλίας, τῆς Ἰταλίας καί τῆς Ἑλλάδος «περί προστασίας τῶν ἐν Ἑλλάδι μειονοτήτων». Μέ αὐτήν συνεφωνήθη ἡ Ἑλλάς «νά λάβῃ πρός τούς μουσουλμάνους πάντα τά ἀναγκαῖα μέτρα ὅπως κανονίσῃ συμφώνως πρός τά μουσουλμανικά ἔθιμα τά τοῦ οἰκογενειακοῦ δικαίου καί τῆς προσωπικῆς καταστάσεως αὐτῶν. Ἐπρόκειτο γιά ὑποχρεώσεις “διεθνοῦς συμφέροντος ὑπό τήν ἐγγύηση τῆς συμφωνίας τῶν Ἐθνῶν”». Ἡ Συνθήκη ἐκυρώθη μέ τό ν.δ τῆς 23/8/1923 μαζί μέ τήν Συνθήκη τῆς Λωζάννης (Α238/25.8.1923) καί αὐτοτελῶς (Α311/30.10.1923).
• Τήν Συνθήκη περί Θράκης μεταξύ συμμάχων καί Ἑλλάδος πού ὑπεγράφη στίς 10 Αὐγούστου 1920 μέ τήν ὁποία μετεβιβάσθη ἡ Θράκη ἀπό τήν Βουλγαρία στήν Ἑλλάδα.
• Τήν Συνθήκη τῆς Λωζάννης μεταξύ Μεγάλης Βρεταννίας, Γαλλίας, Ἑλλάδος, Ἰταλίας, Ἰαπωνίας, Ρουμανίας, τοῦ βασιλείου Σέρβων, Κροατῶν καί Σλοβένων καί τῆς Τουρκίας. Καί αὐτῆς οἱ διατάξεις ἐθεωρήθησαν «διεθνοῦς ἐνδιαφέροντος».
• Τήν Σύμβαση Ἀνταλλαγῆς μεταξύ ἑλληνικῶν καί τουρκικῶν πληθυσμῶν (ΝΔ 23-25/8/1923).
Τό ΣτΕ ἀφοῦ παρέθεσε ἐξαντλητικά τά δικαιώματα πού κατοχυρώνουν γιά τήν μουσουλμανική μειονότητα οἱ συνθῆκες αὐτές, παρετήρησε ὅτι «γιά τούς θρησκευτικούς λειτουργούς τῶν μουσουλμάνων ἡ Συνθήκη τῆς Λωζάννης δέν περιέχει καμμία ἀναφορά», θεωρεῖ δέ τήν παράλειψη αὐτή ὄχι τυχαία «ἀλλά συνειδητή ἐπιλογή». Καί τοῦτο «ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΙΣΧΥΟΥΝ ἐφεξῆς οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 11 πού περιέχει […] ἡ ὑπογραφεῖσα μεταξύ Ἑλλάδος καί Τουρκίας Σύμβασις περί Εἰρήνης τῆς 1/14/11/1913 Συνθήκη τῶν Ἀθηνῶν (νόμος ΔΣΙΓ 4213/1913).» Καί τοῦτο, διότι «ἡ αὐτονομία τῶν μουσουλμανικῶν κοινοτήτων –ἄρθρο 11 Συνθήκης τῶν Ἀθηνῶν– δέν συμβιβάζεται μέ τό σύστημα τῶν ρυθμίσεων τῆς Λωζάννης». Μέ τήν φράση αὐτή καί τήν προσθήκη ὅτι «οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 11 τῆς Συνθήκης τῶν Ἀθηνῶν περί ἐκλογῆς μουφτήδων δέν ἰσχύουν πλέον βάσει τοῦ ἄρθρου 28 παράγραφος 1 τοῦ Συντάγματος» τίθεται ταφόπλακα στά ἄνομα σχέδια τῆς Τουρκίας. Στό πιθανό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ Συνθήκη τοῦ 1913 ἐξακολουθεῖ νά ἰσχύει καθώς οἱ Διεθνεῖς Συμφωνίες δέν καταγγέλλονται μονομερῶς, τό ΣτΕ ἀπαντᾶ ὅτι οἱ διατάξεις δέν ἰσχύουν καί ὅτι ὑπάρχει συμφωνία ἀποδεσμεύσεως «ἡ ὁποία συνάγεται ἀπό τό ἀντικείμενο μεταγενέστερης Συνθήκης ἐπί τοῦ ἰδίου ἀντικειμένου». Καί στίς τέσσερεις συμφωνίες τοῦ 1923 στίς ὁποῖες εἶναι συμβαλλομένη ἡ Τουρκία «δέν γίνεται ἀναφορά στούς θρησκευτικούς λειτουργούς τῆς μουσουλμανικῆς μειονότητος τῆς Θράκης» ὅπως τό 1913. Ἄρα Ἑλλάς καί Τουρκία συνεφώνησαν σιωπηρῶς τά θέματα Μουφτειῶν καί θρησκευτικῶν λειτουργῶν νά τά ρυθμίσει ἡ Ἑλληνική Πολιτεία. Καί μέ τήν σκέψη αὐτή ἀπερρίφθη καί ἡ προσφυγή Τζεμαλῆ, ὁ ὁποῖος διεμαρτυρήθη –μολονότι δημόσιος ὑπάλληλος μέ βαθμό Γενικοῦ Διευθυντοῦ καί δικαιοδοτικές ἁρμοδιότητες– ἐπειδή συνταξιοδοτήθηκε μέ τήν καθιέρωση ὁρίου ἡλικίας.