Ὁ ἰός ἀπειλεῖ τίς φοροελαφρύνσεις
Ο ΠΑΝΙΚΟΣ γιά τίς ἐπιπτώσεις τοῦ κορωνοϊοῦ στήν οἰκονομική δραστηριότητα καί ὁ πόλεμος τῶν τιμῶν στό πετρέλαιο δημιουργοῦν ἕνα τοξικό μεῖγμα διαλύοντας κυριολεκτικῶς τίς χρηματαγορές καί κτυπῶντας στήν καρδιά τοῦ τραπεζικοῦ συστήματος. Οἱ ἀρνητικές ἐπιδράσεις φέρνουν πιό κοντά ἀπό ποτέ τά τελευταῖα 12 χρόνια τό φάσμα μιᾶς νέας παγκοσμίας κρίσεως, μετά τήν κατάρρευση τῆς Lehman Brothers. Οἱ περισσότεροι ἀναλυτές καί οἱ οἶκοι θεωροῦν ὅτι ἡ πτῶσις τῶν ἀγορῶν θά ἔχει μέλλον, καθώς ἡ ὕφεσις εἶναι πλέον ἕνα πολύ σοβαρό ἐνδεχόμενο. Μέσα σέ αὐτό τό κλῖμα ὁ Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ἄφησε ἀνοικτό τό ἐνδεχόμενο μή ἐπιτεύξεως τῶν δημοσιονομικῶν στόχων τοῦ 2020 λόγω τῶν ἐπιπτώσεων τοῦ κορωνοϊοῦ στήν οἰκονομία. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐάν δέν πιαστοῦν οἱ κυβερνητικοί στόχοι καί ὁ ρυθμός ἀναπτύξεως, μπορεῖ νά μήν ἐφαρμοσθοῦν φοροελαφρύνσεις, ὅπως ἡ μείωσις τῆς εἰσφορᾶς ἀλληλεγγύης καί ἡ μείωσις τοῦ ΕΝΦΙΑ.
«Τό 2020 θά εἶναι μία διαφορετική χρονιά ἀπό αὐτή πού προβλέπαμε καί οἱ δημοσιονομικοί στόχοι πού θέσαμε ἴσως νά μήν μποροῦν νά ἐπιτευχθοῦν, λόγω τῆς κρίσεως τοῦ κορωνοϊοῦ» εἶπε χαρακτηριστικῶς ὁμιλῶν στό Ἑλληνογερμανικό Φόρουμ πού πραγματοποιεῖται στό Βερολῖνο.
Σημειώνεται ὅτι ἤδη ἡ ἀνάπτυξις τῆς ἑλληνικῆς οἰκονομίας εὑρίσκεται κάτω ἀπό τίς ἐκτιμήσεις τῆς Κυβερνήσεως.
Χαρακτηριστικά εἶναι τά τελευταῖα στοιχεῖα τῆς ΕΛΣΤΑΤ συμφώνως πρός τά ὁποῖα ἡ ἑλληνική οἰκονομία ἀνεπτύχθη κατά 1,9% τό 2019, πρίν ἐκδηλωθεῖ ἡ ἐπιδημία τοῦ κορωνοϊοῦ. Ἡ κρίσις τοῦ κορωνοϊοῦ ἦλθε νά κτυπήσει τήν οἰκονομία ἀκριβῶς τήν στιγμή πού ὅλοι προσέβλεπαν σέ μιά ἐπιτάχυνση τοῦ ρυθμοῦ ἀναπτύξεως στό 2,8% μετά τήν ἀπώλεια τοῦ 1/4 τοῦ ΑΕΠ τῆς χώρας ἐξ αἰτίας τῆς κρίσεως καί ἡ Κυβέρνησις φιλοδοξοῦσε νά τήν βοηθήσει μέ μέτρα φοροελαφρύνσεων καί τονώσεως τῆς ἐπιχειρηματικότητος. Τήν αἰσιοδοξία καί τίς προσδοκίες γιά ἰσχυρή ἀνάπτυξη διαδέχονται φόβοι, ἀνησυχίες καί προβλέψεις γιά ἀποδυνάμωση τῆς ἀναπτυξιακῆς δυναμικῆς, κάμψη τῆς ἐγχωρίου ζητήσεως καί τῶν ἐξαγωγῶν, ἐπιβράδυνση τῆς εἰσροῆς ἐπενδυτικῶν κεφαλαίων καί σημαντικές πρόσθετες δημόσιες δαπάνες γιά τήν Ὑγεία καί τήν ἀντιμετώπιση τοῦ προσφυγικοῦ.
Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἡ Moody’s ἀναθεώρησε καί πάλι, γιά δεύτερη φορά σέ διάστημα μικρότερο τοῦ ἑνός μηνός, τήν πρόβλεψή της γιά τήν ἀνάπτυξη στίς οἰκονομίες τοῦ G20, κατά 0,3% σέ 2,1%, ἐνῶ κατήρτισε καί χειρότερο σενάριο, βάσει τοῦ ὁποίου ὁ παγκόσμιος ρυθμός ἀναπτύξεως θά μποροῦσε νά «γκρεμισθεῖ» στό 1,4%. Μέσα σέ ὀλιγώτερο ἀπό μία ἡμέρα ἔχουν χαθεῖ 2,5 τρισ. δολλάρια ἀπό τήν ἀξία τῶν μετοχῶν παγκοσμίως.
Τό Χρηματιστήριο Ἀθηνῶν παρουσιάζει εἰκόνα καταρρεύσεως χάνοντας μόνο χθές 5,5 δισ. εὐρώ ἀπό τήν κεφαλοποίησή του. Ὁ Γενικός Δείκτης ἔκλεισε μέ πτώση 13,39% κάτω ἀπό τίς 600 μονάδες, στίς 593,7, χάνοντας ὅλα τά κέρδη πού εἶχε σημειώσει τό 2019. Οἱ ἐπιχειρήσεις προσπάθησαν νά στηρίξουν τό Χρηματιστήριο, μέ πληθώρα ἑλληνικῶν εἰσηγμένων νά ἀνακοινώνουν ἐπαναγορές μετοχῶν καί τῆς ἰδίας τῆς μετοχῆς τους, ὡστόσο τά κύματα πωλήσεων τά ὁποῖα ἐνετάθησαν ξανά, μέ ἀποκορύφωμα τό ἄνοιγμα τῆς Wall Street μέ βουτιά 1.800 μονάδων, ἔστειλαν καί πάλι τόν Γενικό Δείκτη στό -13%. Οἱ πιέσεις πέρασαν καί στήν ἀγορά κρατικῶν καί ἑταιρικῶν ὁμολόγων. Ἡ ἀπόδοσις τοῦ ἑλληνικοῦ 10ετοῦς ἔχει ἐκτοξευθεῖ στό 1,86% μέ τό κόστος δανεισμοῦ τοῦ Ἑλληνικοῦ Δημοσίου νά ἔχει ἐκτιναχθεῖ κατά περισσότερο ἀπό 100% ἀπό τά ἱστορικά χαμηλά τοῦ 0,92% πού σημείωνε πρίν ἀπό μόλις τρεῖς ἑβδομάδες. Ὡς ἀποτέλεσμα ὁ πολύ θετικός καταλύτης γιά τά ἑλληνικά ὁμόλογα, πού ἦταν ἡ ἀπόφασις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κεντρικῆς Τραπέζης νά ἄρει πλήρως τό ὅριο πού ἔχουν οἱ ἑλληνικές τράπεζες στίς θέσεις τους σέ αὐτά, δέν μπόρεσε κἄν νά ἀποτιμηθεῖ στήν ἀγορά, σβήνοντας πλήρως τά πλεονεκτήματά του.
Ἡ Εὐρώπη περιμένει τά πρῶτα μέτρα στηρίξεως ἀπό τήν ἐπί κεφαλῆς τῆς Εὐρωπαϊκῆς Κεντρικῆς Τραπέζης Κριστίν Λαγκάρντ κατά τήν συνεδρίαση τῆς προσεχοῦς Πέμπτης.
Ἡ FED ἀνεκοίνωσε ὅτι θά αὐξήσει τό ποσόν τῶν χρημάτων πού προσφέρει στίς τράπεζες γιά τίς βραχυπρόθεσμες χρηματοδοτικές ἀνάγκες τους. Ἡ ἀμερικανική κεντρική τράπεζα τόνισε ὅτι θά αὐξήσει τό ποσοστό πού προσφέρει σέ πράξεις ἡμερησίας διαρκείας ἀπό τά 100 δισ. δολλάρια στά 150 δισ. δολλάρια ἕως τήν Πέμπτη.