Βραδάκι προπαραμονῆς τῶν Θεοφανείων, καί τό κορίτσι περιμένει στήν στάση τό λεωφορεῖο γιά νά ἐπιστρέψει σπίτι του.
Ἐν ἀναμονῇ τοῦ ὀχήματος, τηλεφωνεῖ στούς δικούς της. Αἴφνης, ἕνας νεαρός, μαυροφορεμένος καί κουκουλοφόρος, τῆς ἁρπάζει τό «i phone» ἀπό τό χέρι καί ἀρχίζει νά τρέχει.
Ἡ μικρή, πού ἀπεδείχθη τελικά σκληρό καρύδι, δέν τά χάνει. Βάζει τίς φωνές «Πιάστε τον, μοῦ ἔκλεψε τό κινητό μου», καί, φωνάζοντας συνεχῶς, τόν παίρνει στό κυνήγι. Ἕνα ζευγάρι, μέ μοτοποδήλατο, ρωτᾶ τήν μικρή, πού τρέχει φωνάζοντας, «τί συμβαίνει». Ἐκείνη δείχνει τόν ἅρπαγα, ὁ ὁποῖος συνεχίζει νά τρέχει, καί τό μοτοποδήλατο ρίχνεται στό κατόπι του.
Ὁ μαυροφορεμένος καί κουκουλοφόρος ληστής σταματᾶ ἕνα ταξί καί μπαίνει στό πίσω κάθισμα, ἐνῷ ἡ μικρή ἔχει πλησιάσει πλέον πολύ κοντά. Δύο νεαροί, μᾶλλον «Ρομά», ἀντιλαμβάνονται τί ἔχει συμβεῖ, μπαίνουν μπροστά στό ταξί, ἀνοίγουν τήν πόρτα καί βγάζουν τόν κλέφτη ἔξω. Τοῦ ρίχνουν τίς σχετικές «ψιλές», ἔρχεται καί τό ζευγάρι μέ τό θῦμα τῆς ληστείας νά φθάνει ἐπίσης στό σημεῖο.
Ἡ μικρή πιάνει τό τηλέφωνό της στά χέρια καί σέ λίγο καταφθάνει ἡ μητέρα της, τήν ὁποία ἔχει εἰδοποιήσει τό κορίτσι ἀπό τό τηλέφωνο τῆς κοπέλας πού ἐπέβαινε στό μοτοποδήλατο. Ἔτσι, ὅλοι μαζί, ληστής, θῦμα καί αὐτόπτες μεταβαίνουν στό Ἀστυνομικό Τμῆμα γιά τά περαιτέρω. Μία ἀπό τίς σπάνιες φορές πού οἱ γύρω ἀσχολήθηκαν μέ τήν ληστεία καί δέν γύρισαν τήν πλάτη, ὅπως γίνεται ἀφ’ ὅτου «ἐκσυγχρονισθήκαμε»…
Τήν ἑπομένη, στό Αὐτόφωρο, ἡ μικρή, ψυχραιμότατη, ἀναγνωρίζει τόν δράστη, ὁ ὁποῖος εἶναι Ἕλληνας εἰκοσιεπτά ἐτῶν καί –κατά δήλωση τοῦ πατέρα του– χρήστης οὐσιῶν. Σκεφθεῖτε τώρα ἕναν πατέρα νά ζητᾶ συγγνώμη ἀπό τήν μικρή καί τήν μητέρα της γιά ἕνα παιδί 27 ἐτῶν, πού ἔχει μπλέξει στόν λαβύρινθο τῶν ναρκωτικῶν. Ποιός ξέρει τί ἔχει ὑποφέρει κι αὐτός, ἐργαζόμενος ἄνθρωπος. Ἕξι μῆνες φυλακή μέ ἀναστολή καί χρηματικό πρόστιμο.
Τό ἐπεισόδιο τελειώνει καί τήν ἑπομένη, λίγο μετά τήν κατάδυση τοῦ Σταυροῦ στό λιμάνι τοῦ Πειραιῶς, ὁ παπποῦς τῆς μικρῆς συναντᾶ φίλο του δικηγόρο. «Βρέ, τί εἶναι αὐτή ἡ ἐγγονή σου! Ἀγόρευε λές καί ἦταν ἔμπειρη ποινικολόγος! Δεκαέξι ἐτῶν, θῦμα ἁρπαγῆς τοῦ τηλεφώνου της, καί νά εἶναι τόσο ψύχραιμη, σαφής καί μέ ἄριστη χρήση τῆς γλώσσας; Τρελλαθήκαμε ὅσοι βρεθήκαμε στό Αὐτόφωρο.»
Ἔκπληκτος ὁ παπποῦς ρωτᾶ «τί δουλειά εἶχε ἡ ἐγγονή μου στό Αὐτόφωρο;» καί πληροφορεῖται ἀπό τόν δικηγόρο ὅλο τό συμβάν. Τηλεφωνεῖ στήν νύφη του, καθώς ὁ γυιός του ἦταν στό κρεβάτι ἀπό ἴωση. «Καλά, δέν σᾶς τό εἶπε ὁ γυιός σας; Νόμισα ὅτι σᾶς εἶχε ἐνημερώσει» λέει ἡ μητέρα τῆς παθούσης. Τηλέφωνο ἀμέσως στόν υἱό. «Μά, δέν σᾶς τό εἶπε ἡ γυναῖκά μου; Νόμισα ὅτι σᾶς εἶχε ἐνημερώσει!». Μύλος ἡ ὑπόθεσις, τό κλασσικό περί τοῦ κυνός καί τῆς οὐρᾶς του.
Λίγο ἀργότερα, ὁ παπποῦς, πού ἐπιστρέφει φουσκώνοντας σάν διᾶνος γιά τήν «μαγκιά» τῆς δεκαεξάχρονης ἐγγονῆς, πού ἀντί νά βάλει τά κλάματα κυνήγησε τόν κλέφτη καί τελικά πῆρε πίσω τήν κινητή της περιουσία, καλεῖ τήν μικρή στό γραφεῖο του. Τῆς δίνει ἕνα γερό χαρτζιλίκι καί τῆς συνιστᾶ «ἄν ξαναγίνει κάτι τέτοιο νά μήν κυνηγήσει κανέναν, διότι πλέον ἡ κοινωνία ἔχει ἀγριέψει καί ἡ βία ἔγινε καθημερινότητα.»
Ταῦτα δηλῶ –ὑπερήφανος παπποῦς– καί ἄλλο τί δέν ἔχω νά προσθέσω…