Μπορεῖ νά μήν εἶναι τόν Αὔγουστο ἡ «Ἡμέρα χωρίς αὐτοκίνητο», ἀλλά…
… χθές, πού δρόσισε λιγάκι, εἶπα νά ἀνέβω στήν Ἀθήνα χωρίς τό τροχοφόρο…
Ἔτσι περπάτησα ἀπό τό σπίτι μέχρι τόν «ἠλεκτρικό» καί κατέβηκα στήν Ὁμόνοια. Τό ραντεβού μου (στήν Βαλαωρίτου) ἦταν γιά τίς ἕντεκα καί τέταρτο καί ἔφτασα στήν Ἀθήνα στίς δέκα καί μισή.
«Εὐκαιρία γιά ἕναν περίπατο» σκέφτηκα καί ἄρχισα ἀπό τήν περιοχή στήν ὁποία πέρασα σχεδόν τριάντα χρόνια. Τήν περιοχή «πέριξ τῆς Ὁμονοίας», ὅπως ἔγραφε τότε τό ἀστυνομικό δελτίο.
Περιττό νά σᾶς πῶ ὅτι δέν ἄκουσα ἑλληνικά σέ ὅλη σχεδόν τήν βόλτα μου. Ἄλλες γλῶσσες, ἄλλα πρόσωπα, ἄλλη Ἀθήνα. Πέρασα ἀπό τό παλαιό κτίριο τῆς «Καθημερινῆς», ἐκεῖ πού ὁ νέος ἰδιοκτήτης θά ἵδρυε τό «Μουσεῖο Τύπου», ἀλλά ὅσο τό εἴδατε ἐσεῖς τό εἶδα κι ἐγώ. Ἕνα λάβαρο τοῦ Δήμου Ἀθηναίων ὑπενθυμίζει ὅτι ἐκεῖ στεγάζεται κάποια δημοτική ὑπηρεσία.
Ἔχει ἀπομείνει, πάντως, τό διπλανό κατάστημα μέ τούς λουκουμάδες. Ἐκείνους τούς νοστιμότατους, μικρούς λουκουμάδες, πού ἔφερνε ὁ Κώστας Ψαλτήρας καί ὁ Ἀχιλλέας Χατζόπουλος στόν τρίτο ὄροφο «γιά νά κεράσουν τούς μικρούς», ἐμᾶς, δηλαδή, τούς νεοσσούς τῆς δημοσιογραφίας…
Πέρασα γρήγορα τήν πλατεῖα καί μέσα ἀπό μιά στοά γεμάτη βαλίτσες καί φτηνά ροῦχα, πού κοιτοῦσαν σχολαστικά κάποιες κυρίες ντυμένες ἀσφυκτικά μέχρι τόν λαιμό καί μέ τήν χαρακτηρι-στική «μαντήλα», πέρασα στόν πεζόδρομο γιά νά βγῶ στήν Φειδίου… Ἄλλο σκηνικό, σχεδόν ἄγριο. Κλειστά καταστήματα, ὅλοι οἱ τοῖχοι γεμᾶτοι δυσνόητα «γκράφφιτι» καί «παστωμένοι» μέ ἀφίσες διαφόρων μουσικῶν ἐκδηλώσεων. Κάθισα καί τίς διάβασα ὅλες. Ὁμολογῶ ὅτι βρῆκα μερικές ἀπό τίς ἐκδηλώσεις λίαν ἐνδιαφέρουσες.
Περπάτησα μέχρι τό παλαιό κτίριο τῆς «Ἀπογευματινῆς» καί τῆς «Ἀκροπόλεως». Ρυπαρό καί θεόκλειστο! Τό «στρατηγεῖο» τοῦ Νάσου Μπότση, ἑνός ἀπό τά δημοσιογραφικά προπύργια τῆς «δεξιᾶς» στήν Ἑλλάδα, ρημάζει, καθώς ὁ Τύπος ἄνοιξε τόν χορό τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως στήν χώρα, ἀπό πολύ νωρίς… Κλειστό καί τό ἀπέναντι «κρητικό» καφενεδάκι, ὅπου τά ἀπομεσήμερα πίναμε καί καμμιά τσικουδιά, μέ καλό μεζέ, συντροφιά μέ γνωστά ὀνόματα τῆς πολιτικῆς καί τῆς δικηγορίας…
Βγῆκα γρήγορα στήν Χαριλάου Τρικούπη, στήν γωνία μέ τά «παπουτσάδικα», κι ἄρχισα νά ἀνεβαίνω τήν Ἀκαδημίας, ἀπό τήν δεξιά πλευρά, πού εἶχε σκιά. Ἔρριξα μιά ματιά στό παλαιό κτίριο τῆς «Λυρικῆς», ἡ ὁποία (κακῶς) μεταφέρθηκε στό ἀπρόσωπο καί δυσπρόσιτο «Ἵδρυμα Νιάρχου» (ὅπως καί ἡ Βιβλιοθήκη, πού ἐπίσης «ἄδειασε» τό κέντρο), στερώντας ἀπό τήν «καρδιά» τῆς πόλεως μία σημαντική πολιτισμική ἀρτηρία. Δέν λέω, καλό καί ἅγιο καί πολύτιμο τό «Ἵδρυμα», ἀλλά ἀπαραίτητη καί ἡ πολιτισμική ζωή στό κέντρο τῶν Ἀθηνῶν, ἔ; Ἄς ἐλπίσουμε ὁ Κ. Μπακογιάννης νά ζωντανέψει τό ὄμορφο Λυρικό Θέατρο. Ἄς γίνει ὁ χῶρος τῆς Ἑλληνικῆς Ὀπερέττας, πού χρειάζεται, νομίζω, μία μόνιμη στέγη.
Ἔφτασα στόν προορισμό μου, κοιτάζοντας ἄδεια καί ρυπαρά καταστήματα. Παρατημένο καί τό ὄμορφο νεοκλασσικό κτίριο ὅπου στεγαζόταν ἡ «Ἕνωσις Ἀνταποκριτῶν Ξένου Τύπου», θεόκλειστο… Ὄρεξη νά ἔχει ὁ νέος (νεώτατος) δήμαρχος καί καλούς συνεργάτες, καί ἡ Ἀθήνα θά βρεῖ τόν δρόμο της. Πρέπει νά τόν βρεῖ.