τοῦ Διονύση Κ. Καραχάλιου
Η κοινωνία ἔχει ταξική διάρθρωση. Ἀποτελεῖται ἀπό τούς ἔχοντες καί κατέχοντες, δηλαδή τούς «καπιταλιστές», καί ἀπό τήν ἐργατική τάξη, δηλαδή τό «προλεταριᾶτο». Οἱ καπιταλιστές «ρουφοῦν τό αἷμα τῶν προλετάριων», ἐκμεταλλεύονται βασανιστικά τόν μόχθο τους, πλουτίζουν διαρκῶς ὅλο καί περισσότερο σέ βάρος τους. Ὑπό αὐτές τίς συνθῆκες, ἡ ζωή τῶν προλετάριων εἶναι μία συνεχής κόλαση. Ἡ μόνη ἐλπίδα πού ἔχουν οἱ προλετάριοι, οἱ «κολασμένοι» τῆς γῆς, εἶναι ἡ «ἐπανάσταση». Μήν ἔχοντας τίποτε νά χάσουν, παρά μόνον τίς ἁλυσίδες τους, ὀφείλουν νά ξεσηκωθοῦν βίαια ἐναντίον τῶν καπιταλιστῶν, νά τούς ἐξοντώσουν καί νά πάρουν τίς τύχες τους στά χέρια τους. Ἐπειδή ὅμως ἡ ἐργατική τάξη, τό προλεταριᾶτο, δέν ἔχει ἀπό μόνο του τίς ἱκανότητες καί τίς γνώσεις γιά νά κάνει τήν ἐπανάσταση, τό ἔργο αὐτό ἀναλαμβάνει νά φέρει εἰς πέρας ἡ πρωτοπορία τοῦ ἑνός καί μοναδικοῦ κόμματος, πού ἀποτελεῖται ἀπό μορφωμένους καί ἔμπειρους «καθοδηγητές», οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν ἄριστα τό συμφέρον τοῦ προλεταριάτου καί ἀναλαμβάνουν, γιά λογαριασμό του καί χωρίς νά τό ρωτήσουν, τόν ἀγῶνα πού θά ὁδηγήσει τόν «λαό», δηλαδή τήν ἐργατική τάξη, στήν ἐπανάσταση καί μέσῳ αὐτῆς στήν ἐξουσία. Τήν ὁποία καί θά ἀσκεῖ, μέ δογματική ἀκαμψία καί μονολιθική ἀδιαλλαξία, τό ἕνα καί μοναδικό κόμμα, πού γνωρίζει καλύτερα ἀπό τόν καθένα τά συμφέροντα τῶν ἐργαζομένων καί κατέχει τήν μοναδική ἀλήθεια, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τό προλεταριᾶτο στήν εὐημερία καί τήν εὐτυχία… Αὐτό περίπου εἶναι, συνοπτικά, τό ἰδεολογικό – πολιτικό σχῆμα, μέ τό ὁποῖο ὁ μαρξισμός – λενινισμός, τό ἀνώτατο στάδιο τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, πέτυχε τήν πνευματική αἰχμαλωσία τῶν μαζῶν καί τήν μετέτρεψε, ἐκεῖ ὅπου κατόρθωσε νά ἐπικρατήσει, πάντοτε μέ τήν βία, στήν ἀπόλυτη καί ἀπεριόριστη ἐξουσία τοῦ ἑνός καί μοναδικοῦ κόμματος καί στήν δημιουργία τῶν στρατοπεδικῶν κοινωνιῶν. Ἐκεῖ ὅπου ἡ πλήρης ἀστυνόμευση τῆς καθημερινότητας τῶν πολιτῶν, ἡ ἀπόλυτη στέρηση τῶν προσωπικῶν τους ἐλευθεριῶν καί δικαιωμάτων καί ἡ οἰκονομική τους ἐξαθλίωση ἀποτέλεσε τόν «θρίαμβο» τῆς ἐργατικῆς τάξης ἐπί τοῦ «ἀδυσώπητου» καί «παμφάγου» καπιταλισμοῦ!…
Τό στοιχεῖο πού συνέβαλε ἀποφασιστικά στήν ἐπίδραση τῆς γοητείας, πού ἐπί δεκαετίες, μέχρι τήν παταγώδη κατάρρευσή του, ἄσκησε ὁ κομμουνισμός στίς κοινωνίες τῆς Δύσεως, ὅπου τά «λαμπρά» ἐπιτεύγματα τοῦ σοβιετικοῦ «παραδείγματος» προκαλοῦσαν λιποθυμικές ἐκδηλώσεις θαυμασμοῦ καί λατρείας, τήν ἴδια στιγμή πού ἐξοντώνονταν κατά ἑκατομμύρια οἱ «κουλάκοι», λειτουργοῦσαν τά ἐφιαλτικά «γκούλαγκ» καί δολοφονοῦνταν μέ συνοπτικές διαδικασίες καί παρῳδίες δίκης οἱ μέχρι χθές «σύντροφοι» τοῦ καθ’ ἕξιν δολοφόνου καί «πατερούλη τῶν λαῶν», ἦταν τό ἀψεγάδιαστο ὅραμα ἑνός παραδεισένιου μέλλοντος, γιά τήν κατάκτηση τοῦ ὁποίου ἦταν νοητή καί δικαιολογημένη ἡ ὁποιαδήποτε θυσία, ἀκόμη καί ἄν ἦταν βαπτισμένη σέ στερήσεις, δάκρυα καί αἷμα… Δίπλα σ’ αὐτό τό θεσπέσιο ὅραμα γεννήθηκε, ὡς «ἀντίβαρο» ἐναντίον ἐκείνων πού τό ἀμφισβητοῦσαν καί τό ἀρνοῦνταν, τό μῖσος. Τό μῖσος πού συνειδητά καί μεθοδικά καλλιεργοῦσε τό «Κόμμα» ἔναντι ὅλων ὅσοι δέν δέχονταν νά ὑποταχθοῦν στίς ὀρέξεις του, νά ὑπακούσουν τυφλά στίς ἐντολές του καί νά μετατραποῦν σέ ἄβουλα ὑποχείρια μιᾶς ἰδεολογίας, πού, ἀποδεδειγμένα πλέον, εἶχε ὁδηγήσει στήν ἀνθρώπινη ἐξαθλίωση ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἀτυχία νά γνωρίσουν τήν ἔμπρακτη ἐφαρμογή της… Ἡ διεστραμμένη ἀλαζονεία μιᾶς μικρῆς μειοψηφίας, πού κρατοῦσε τά ἡνία τοῦ κόμματος καί ἀπολάμβανε ἐξοργιστικά προνόμια καί ἀμύθητα πλούτη, τήν ἴδια στιγμή πού ὁ «λαός» ξημεροβραδιαζόταν σέ ἀτελείωτες οὐρές γιά μία κονσέρβα ἤ μισό κιλό κατεψυγμένο, δέν ἦταν ἱκανή νά «ἀνοίξει τά μάτια» ἐκείνων πού ζοῦσαν, στόν ἀποχαυνωτικό ὕπνο τους, τό «παραμύθι» τῆς νικηφόρας ἐπανάστασης, ἡ ὁποία θά ἀπελευθέρωνε τούς «σκλάβους ἀπό τά δεσμά τους» καί θά ἐπέτρεπε στό προλεταριᾶτο νά γίνει κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του καί νά συντρίψει τόν μισητό «ἐχθρό», πού προκαλοῦσε τήν δυστυχία του καί τήν μιζέρια του…
Ὅταν ἡ πραγματικότητα ἔδωσε τέλος στά ἀσύστολα καί χοντροκομμένα ψεύδη, στήν χυδαία διαστρέβλωση τῶν γεγονότων καί στήν συστηματική ἐξαπάτηση τῆς ἀνθρωπότητας ἀπό τούς σοβιετικούς μύθους, ἀποκαλύπτοντας, σέ ὅλο τό τραγικό της μέγεθος, τόν ἐφιάλτη τοῦ λεγόμενου «ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ», ἡ ἀριστερά συγκλονίσθηκε συθέμελα, ἔνοιωσε νά καταρρέει ὁ κόσμος της καί νά σβήνει ἡ ἀρρωστημένη «ἀσφάλεια» τῶν βεβαιοτήτων καί τῶν ψευδαισθήσεών της….
Κἄποιοι ἀριστεροί, οἱ περισσότερο ἔντιμοι μέ τόν ἑαυτό τους, ἀλλά καί οἱ περισσότερο ἱκανοί σέ «προσαρμογές» καί «ἐπανεκκινήσεις», ἀποτίναξαν τό παρελθόν, εὐκολότερα ἀπ’ ὅ,τι τό εἶχαν ἀγκαλιάσει καί ἀγαπήσει, καί ἀναζήτησαν τήν «σωτηρία» σέ ἄλλους δρόμους καί διαφορετικές ἀτραπούς… Ἄλλοι ὅμως, ἀσυγκίνητοι, ἀμετανόητοι καί μονόχνωτοι, μέ «βιδωμένη» τήν σκέψη στήν διδασκαλία τῶν σκαπανέων τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἰδεολογίας καί τῶν μύθων πού αὐτή κατασκεύασε, παρέμειναν πιστοί στίς ψευδαισθήσεις τους, ἀδιάφοροι γιά τήν ἐκκωφαντική διάψευσή τους, ἐμμονικοί στήν διεκδίκηση ἀραχνιασμένων φαντασιώσεων… Εἶναι ἡ περίπτωση τῆς ἑλληνικῆς ἀριστερᾶς, ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς ὁποίας ὀφείλεται, ἐν πολλοῖς, στό αἱματοβαμμένο παρελθόν της: Ἡ συντριπτική ἧττα της στό Γράμμο καί στό Βίτσι, μετά ἀπό σχεδόν δεκαετῆ συνειδητή καί ὕπουλη προσπάθεια νά ἁλώσει μέ τήν βία τήν ἐξουσία, ἐνῷ ἡ Ἑλλάδα ἀγωνιζόταν νά θεραπεύσει τίς πληγές της ἀπό τήν φασιστική-ναζιστική βία, συνοδευόμενη καί ἀπό τό προδοτικό στίγμα τῆς ἀπόπειρας ἀποχωρισμοῦ τῆς Μακεδονίας καί τῆς Θράκης ἀπό τόν ἐθνικό κορμό, διαμόρφωσε μία ἀμετανόητη, φανατισμένη καί ἐκδικητική μειοψηφία, πού ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ καί νά δρᾶ μέ τήν σκέψη της στήν «χαμένη» ἐπανάσταση, τήν ἀναζήτηση «δικαίωσης» καί τήν τελική ἐξόντωση τοῦ μισητοῦ «ταξικοῦ ἐχθροῦ»… Αὐτή ἡ ἀριστερά, πού τροφοδοτεῖ ἀκόμη καί σήμερα τήν «αὐθεντία» της μέ τά ἀνούσια περιτρίμματα τῶν ἀποτυχημένων «πατέρων» τῆς ἰδεολογίας της, πού ἀποκαλεῖ «ἠθικό πλεονέκτημα» κάθε ἔκφραση ἐπιβολῆς τῆς, ὑποτιθέμενης καί αὐταρχικά ὁριζομένης ἀπό τήν ἴδια ἔναντι τῶν ἄλλων, ἀνωτερότητας καί πού ἔχει μετατρέψει τό αἴσθημα τῶν ἀποτυχιῶν της σέ ὀργή, μῖσος, ἐκδικητικότητα κατά τῆς «ἐπάρατης δεξιᾶς», ἡ ὁποία ταράσσει διαρκῶς τόν ὕπνο της, ἀλλά καί τόν…. ξύπνιο της, εἶναι ἡ σημερινή πηγή κάθε ἀνωμαλίας!… Εἶναι αὐτή πού διαφωνεῖ χωρίς λόγο καί περίσκεψη μέ τά πάντα, πού ὁραματίζεται τήν ἐπιστροφή στό παρελθόν, πού ἀντιδρᾶ σέ κάθε προσπάθεια ἐκσυγχρονισμοῦ, ἀνανέωσης καί προόδου, πού λαϊκίζει ἀσύστολα, χωρίς μέτρο καί ντροπή, πού διαλαλεῖ ὡς «πρόοδο» τήν στασιμότητα στίς ἀραχνιασμένες ἰδέες καί πρακτικές της, πού ἐπιμένει στόν διαχωρισμό τῆς κοινωνίας σέ «αὐτούς» καί «ἐμεῖς», πού ἀρνεῖται τήν ἐνίσχυση τῆς ἐθνικῆς μας ἄμυνας, τήν κατοχύρωση τῆς ἐσωτερικῆς ἀσφάλειας καί τήν ἀποκατάσταση καί ἑδραίωση τῆς νομιμότητας, πού ἀγκαλιάζει κάθε κινητοποίηση καί ὑποκινεῖ κάθε ἀναταραχή, πού προτιμᾶ τό πεζοδρόμιο ἀπό τήν Βουλή καί τίς ὁδομαχίες μέ τήν ἀστυνομία ἀπό τόν διάλογο καί τήν διαβούλευση, πού ἀσκεῖ τρομοκρατία στά πανεπιστήμια καί λατρεύει τίς μολότοφ, τίς καταλήψεις καί τήν λαθρομετανάστευση, πού εἶναι πάντοτε ἕτοιμη γιά τά «λαϊκά δικαστήρια» τῶν ὀνείρων της, πού ὀρθώνει ἕνα πελώριο καί μονότονο «ἀντί» σέ ὅ,τι ἐμποδίζει τήν ἀσυδοσία, τήν ἐγκληματικότητα καί τό χάος…
Εἶναι αὐτή πού, ἐνῷ γνωρίζει ὅτι οἱ ἀπόψεις της καί οἱ πρακτικές της δέν ἐκφράζουν παρά μία περιορισμένη μειονότητα τῶν πολιτῶν, δέν διστάζει νά ἀγωνίζεται παθιασμένα καί ἀνυποχώρητα γιά τήν ἐπιβολή τους, ὑπενθυμίζοντας συνεχῶς, μέ τόν λόγο της ἀλλά καί μέ τίς πρακτικές της, ὅτι ὁ πεθαμένος παγκοσμίως (πλήν Κούβας, Βορείου Κορέας κ.λπ.) λενινισμός – σταλινισμός παραμένει ὁλοζώντανος στό αἷμα της, στό πνεῦμα της καί στήν ψυχή της.-