Διάβασα μέ ἔκπληξη σχόλια κατά τῆς κυρίας Ἀχτσιόγλου (αὐτήν τήν ὥρα πού γράφω ἡ ψηφοφορία συνεχίζεται), τά ὁποῖα χαρακτήριζαν «ὁμοφοβική» τήν ἐνέργειά της νά βγεῖ βόλτα μέ τόν μικρό της γυιό καί νά δημοσιεύσει τήν σχετική φωτογραφία!
Ποιός πλέον μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει τό ὅτι ἔχουμε χάσει ὁριστικά «τά αὐγά καί τά πασχάλια»; Εἶναι, λένε, ὁμοφοβικό τό ὅτι προέβαλε τό παιδί (πού ἔχει) ἐπειδή ὁ ἀντίπαλός της δέν ἔχει!
Ξεπεράσαμε, δηλαδή, σέ γουόκ κουλτούρα καί τό στενό περιβάλλον τοῦ Τζό Μπάιντεν!
Κι ὕστερα, περιδιαβαίνοντας τά σοκάκια καί τίς σκοτεινές ἀτραπούς τοῦ διαδικτύου, ἔπεσα ἐπάνω στήν κατωτέρω ἀνάρτηση:
«Περπατῶ στά πέριξ τῆς Στοᾶς τοῦ Ἀττάλου καί βλέπω κι ἀκούω Πακιστανούς καί ἄλλους γείτονες νά πουλᾶνε πρέζα σέ τουρίστες καί σέ νέους καί νέες δικούς μας! Δίχως κἄν δισταγμό διαλαλοῦν τήν πραμάτεια τους δίπλα στά ἀρχαῖα μνημεῖα τῆς ἱστορίας μας. Κάθε πρωί σηκώνομαι χάραμα (06:40) γιά νά πάω στήν τίμια καί κακοπληρωμένη, ἀναλογικά μέ τήν ἐμπειρία μου καί τίς δεξιότητές μου, ἐργασία μου, νά σερβίρω ἀγουροξυπνημένους τουρίστες καί νά βλέπω νέα παιδιά δικά μας νά ἐπιστρέφουν μέ πρησμένα μάτια ἀπό τά κλάμπ καί τά καταγώγια τοῦ Κεραμεικοῦ καί τοῦ Μοναστηρακίου.
Στή δέ γειτονιά μου, στήν πλατεῖα Ἀμερικῆς, εἶμαι ὑποχρεωμένος οἱ πρῶτες καί οἱ τελευταῖες εἰκόνες καί ἦχοι πού λαμβάνω νά εἶναι ἔμποροι καί διακινητές ναρκωτικῶν, ὅλοι ἀπό τήν Ἀφρική, τό Ἀφγανιστάν, τήν Συρία καί τό Πακιστάν σέ συνεργασία μέ μερικούς δικούς μας (κυρίως ὡς πελάτες!) κι Ἀλβανούς. Πρεζόνια, διακινητές, διαρρῆκτες (πρό μηνῶν μπουκάρισαν στό σπίτι μας καί ὄχι μόνο μᾶς ἔκλεψαν, ἀλλά ποδοπάτησαν καί οἰκογενειακές φωτογραφίες κειμήλια τοῦ μακαρίτη τοῦ πατέρα μου, ὅπως καί τόν ἰατρικό ἐξοπλισμό ἀπαραίτητο γιά τήν φροντίδα τῆς χειρουργημένης μητέρας μου), πορτοφολᾶδες, τσιλιαδόροι, σκουπίδια σέ στοῖβες, ἠχορρύπανση, γκράφφιτι καί μουτζοῦρες ἀκόμη καί πάνω σέ σχολεῖα καί μνημεῖα! “Ἐπενδυτές” ἀπό τό Ἰσραήλ καί τήν Κίνα ἀγοράζουν σωρηδόν διαμερίσματα καί κτήρια, γιά νά μᾶς κάνουν μετά ἐμᾶς νοικάρηδες καί οἱ τιμές ἐνοικίων νά ἐκτινάσσονται λόγῳ τοῦ ὑπερτουρισμοῦ καί τῆς ἀνεξέλεγκτης δράσης τῆς Airbnb»…
Ἀπ’ ὅ,τι ἀντιλαμβάνεστε, προχωροῦμε «πρός τά ἐμπρός» μέ ταχύτητα φωτός. Φυσικά, χωρίς κανείς νά λογαριάζει τί βρίσκεται στόν δρόμο πού τελειώνει τό «ἐμπρός». Καί συνεχίζω νά διαβάζω τήν ἀνάρτηση: «Ἔχουμε γίνει ξένοι καί παρακατιανοί μέσα στήν ἴδια μας τήν χώρα, τήν πατρίδα μας, μέσα στίς πόλεις ὅπου γεννήθηκαν, δούλεψαν, ἀγάπησαν καί πέθαναν οἱ πρόγονοί μας.
Προσωπικά ἀντιστέκομαι ὅσο μπορῶ, προλαβαίνω, καί μοῦ ἐπιτρέπεται. Δέν ἔχει νόημα καί τό ξέρω. Τά σχέδια εἶναι προδιαγεγραμμένα, καί οἱ μᾶζες εἴτε φοβισμένες εἴτε βολεμένες –σίγουρα ἐθισμένες στήν ἀπαξίωση, στήν κενότητα καί τήν ἀπειροκαλία.
Ἡ κατάσταση δέν πάει ἄλλο. Ὀφείλουν νά ξυπνήσουν καί οἱ πλέον κοιμισμένοι. Τό γνωρίζω μετά πόνου καρδίας ὅτι τοῦτο δέν θά γίνει.
Παρά ἡ Ἑλλάδα θά βουλιάζει ὅλο καί περισσότερο στήν κινούμενη ἄμμο καί οἱ “ἀργυραμοιβοί θά παίζουν ζάρια τούς αἰῶνες.”
Ἄς ἐλπίσουμε ὅτι “κάτι θά γίνει”, πρίν ἀπό τό τέλος…»