Πηγαίνεις στό Πολυτεχνεῖο, στή Σχολή Πολιτικῶν Μηχανικῶν, γιά νά παρευρεθεῖς στήν τελετή ἀποφοιτήσεως προσφιλοῦς προσώπου.
Ἐπηρεασμένος ἀπό ὅσα ἔχεις συναντήσει σέ ἀνάλογες ἐκδηλώσεις πανεπιστημίων τοῦ ἐξωτερικοῦ, περιμένεις μιά λαμπρή τελετή σέ ἕναν καθαρό καί ἀξιοπρεπῆ χῶρο, μιά τελετή πού νά ταιριάζει μέ τήν σπουδαιότητα τῆς ἡμέρας γιά τούς πτυχιούχους καί γιά τούς οἰκείους τους, οἱ ὁποῖοι βλέπουν στό πρόσωπο τῶν δικῶν τους ἀνθρώπων τήν δικαίωση καί τῶν προσωπικῶν τους θυσιῶν καί κόπων, πολλές δέ φορές καί στερήσεων προκειμένου τά παιδιά τους νά γίνουν σωστοί ἐπιστήμονες.
Τό πρῶτο σόκ ἔρχεται μέ τό πού πλησιάζεις τά κτήρια. Κακοφτιαγμένα γκράφιτι σέ κάθε ὑπάρχουσα ἐπιφάνεια, ἀπεριποίητοι κῆπο καί σέ πολλά σημεῖα γεμᾶτοι κάδοι ἀπορριμμάτων καί γύρω τους πολλά «στολίδια» πού δέν χώρεσαν στόν «κουβᾶ».
Ὅταν φθάνεις στήν αἴθουσα ὅπου πραγματοποιεῖται ἡ τελετή, σέ περιμένει δεύτερο, μεγαλύτερο, σόκ. Ἡ αἴθουσα εἶναι πολύ μικρή καί ἀνεπαρκής γιά τίς πολλές δεκάδες συγγενῶν καί φίλων πού ἔχουν σπεύσει γιά νά συγχαροῦν τούς πτυχιούχους καί νά μοιραστοῦν μαζί τους τήν σημαντική ἡμέρα.
Οἱ περισσότεροι εἶναι ὄρθιοι δεξιά καί ἀριστερά, ὁ κλιματισμός σχεδόν ἀνύπαρκτος, καί πολύς κόσμος μένει ἔξω. Τό σκηνικό συμπληρώνουν μία προβληματική μικροφωνική ἐγκατάσταση, ἕνας πρύτανις πού δέν ἀκούγεται ὅσο ὁμιλεῖ, ἕνας κοσμήτωρ ὁ ὁποῖος ἀκούγεται μέ διακοπές, ἕνας κύριος μέ κοντομάνικο πουκάμισο ὁ ὁποῖος λαμβάνει τόν λόγο χωρίς κανείς νά ἀκούει αὐτά πού λέει καί μία βαριεστημένη κυρία, ὑπάλληλος μᾶλλον τῆς γραμματείας, προφανῶς καί αὐτή ἐξουθενωμένη ἀπό τήν ἀποπνικτική ἀτμόσφαιρα.
Εἶναι ἀδύνατον νά πλησιάσει κανείς τόν χῶρο ὅπου γίνεται ἡ ἀπονομή τῶν πτυχίων καί νά προσφέρει τήν κλασσική ἀνθοδέσμη, πού ἔχει ἀγοραστεῖ ἀπό «πανέρια» ἔξω ἀπό τήν εἴσοδο, ἔτσι, τουλάχιστον, γιά νά δοθεῖ ἕνα ἴχνος λαμπρότητας σέ αὐτήν τήν μελαγχολική, φτηνή καί ἀταίριαστη σέ ἕναν ἐκπαιδευτικό ὀργανισμό μέ τό κῦρος καί τό ὄνομα τοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου.
Ἀλήθεια, δέν θά μποροῦσε ἡ πρυτανεία, ἡ σχολή, οἱ καθηγητές, νά ἔχουν ζητήσει ἀπό κάποια μεγάλη κατασκευαστική ἑταιρεία νά χρηματοδοτήσει μιά ἀνοιχτή καί προσεγμένη ἐκδήλωση σέ ἕνα ἀπό τά μεγάλα «πάρκινγκ» τῆς Πολυτεχνειούπολης;
Δέν θά μποροῦσε ἡ διοίκηση τοῦ Ἱδρύματος νά ζητήσει ἀπό τήν ΕΡΤ, τόν Δῆμο Ζωγράφου ἤ τόν Δῆμο Ἀθηναίων νά στείλει μιά φιλαρμονική προκειμένου νά ἐπενδυθεῖ καί μουσικά μία λαμπρή καί πρέπουσα γιά ἕναν τόσο σημαντικό ἐκπαιδευτικό φορέα τελετή;
Δυστυχῶς, φαίνεται ὅτι τό «δημοσιοϋπαλληλίκι» ἔχει ἐπικρατήσει καί στά ΑΕΙ. Δέν ὑπάρχει ἔμπνευση, ὅραμα, δέν ὑπάρχει ἐπιθυμία ἀπόδοσης τῶν ὀφειλομένων πρός ἕναν τόσο σημαντικό πυλῶνα τοῦ οἰκοδομήματος τῆς Παιδείας.
Μπορεῖ νά εἶμαι ὑπερβολικός, μπορεῖ νά ζητῶ πολλά, ἀλλά θεωρῶ ὅτι ἡ ἀπήχηση πού ἔχει διεθνῶς τό ΕΜΠ, ἡ ποιότητα τῶν ἐπιστημόνων πού παράγει, ἀλλά καί ὁ σεβασμός πρός τούς ἀποφοίτους καί τούς γονεῖς τους πρέπει νά βρεθοῦν στήν πρώτη γραμμή.
Ἄς μήν ξεχνοῦν οἱ διδάσκοντες καί οἱ κατέχοντες τά ἀξιώματα στούς ἐκπαιδευτικούς ὀργανισμούς ὅτι οἱ φοιτητές καί οἱ γονεῖς τους ἀλλά καί ὅλοι οἱ Ἕλληνες φορολογούμενοι εἶναι ἐκεῖνοι πού χρηματοδοτοῦν στήν οὐσία τήν ἑλληνική δημόσια ἐκπαίδευση.
Καλό θά εἶναι λοιπόν νά σκεφθοῦν κάποιοι καί τίς τελετές. Καί γιά νά μήν τό ξεχάσω, ἡ ὅλη ἐκδήλωση ἔγινε μέσα σέ ἡμίφως πού θύμιζε περισσότερο νάιτ-κλάμπ παρά αἴθουσα τελετῶν ἐκπαιδευτικοῦ ἱδρύματος.