ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ εἶναι οἱ μεγάλοι θεσμικοί σταθμοί στήν λειτουργία τῶν ἠλεκτρονικῶν μέσων ἐνημέρωσης στήν πατρίδα μας:
ἡ νομοθέτηση καί λειτουργία τῆς ἰδιωτικῆς τηλεόρασης τό καλοκαίρι τοῦ 1989, ὁ πρῶτος. Ἡ συνταγματική ρύθμιση γιά τό ἀσυμβίβαστο ἰδιοκτήτη ΜΜΕ καί προμηθευτῆ τοῦ δημοσίου μέ τήν προσθήκη πού ἔγινε στό ἄρθρο 14 ἀπό τόν Εὐάγγελο Βενιζέλο στήν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος τό 2001, ὁ δεύτερος. Ὁ ἐκτελεστικός νόμος τῆς ρύθμισης αὐτῆς πού ψηφίστηκε ἐπί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλῆ τά Χριστούγεννα τοῦ 2004 (βασικός μέτοχος), ὁ τρίτος. Πρωτοβουλία ἡ ὁποία συμπληρώθηκε μετά τίς κοινοτικές ἐξελίξεις ἀπό τόν νόμο γιά τήν συγκέντρωση. Και, τέλος, ἡ νομοθετική πρωτοβουλία τοῦ ΣΥΡΙΖΑ – νόμος Παππᾶ – γιά τήν διαγωνιστική διαδικασία τῆς προκήρυξης καί ὁ κλειστός ἀριθμός τῶν τηλεοπτικῶν ἀδειῶν, ὁ ὁποῖος κατέπεσε στό Συμβούλιο Ἐπικρατείας τό 2016. Ὁ τέταρτος.
Εἶναι νομίζω ἡ ὥρα νά ἀναστοχαστοῦμε ὅλοι τί συνέβη, τί πῆγε σωστά καί τί πῆγε λάθος ὅλα αὐτά τά χρόνια μέ ἀφετηρία τοῦ προβληματισμοῦ μας τήν τρέχουσα ἐπικαιρότητα. Ὑποχρεούμεθα! Μέ ἀφορμή ὅσα καταθέτει στήν προανακριτική ἐπιτροπή τῆς Βουλῆς αὐτόν τόν καιρό ὁ ἐργολάβος καί παρ’ ὀλίγον καναλάρχης κύριος Καλογρίτσας. Ὁ ἄνθρωπος πού ὑποστηρίζει ὅτι ἔστελνε μηνύματα σέ Ὑπουργό μέ τήν προσφώνηση «λεβέντη μου, καμάρι μου» ὁ ἐπιχειρηματίας πού ὀμολογεῖ ὅτι δέν εἶχε «μία» γιά σταθμό, ἀλλά ἔδωσε στό κόμμα του τό «ὄνομά» τοῦ ὡς …«ὀνοματοδότης», ὁ καναλάρχης ὁ ὁποῖος ἰσχυρίζεται ὅτι κοίμιζε τόν Ὑπουργό ΜΜΕ στό σπίτι του καί πώς διακρατούσε τίς μετοχές του.
Στήν περίπτωση τοῦ ΣΥΡΙΖΑ πῆγαν λάθος τρία πράγματα: πρῶτον, ὅτι ἡ Ἀριστερά νομοθέτησε παρά τό Σύνταγμα καί χωρίς νά λάβει ὑπ’ ὄψιν του τήν θεσμικῶς κατοχυρωμένη ἀνεξαρτησία τοῦ ἐθνικοῦ ραδιοτηλεοπτικοῦ συμβουλίου. Ἄν εἶχε ἀκούσει τίς προειδοποιήσεις καί εἶχε ἀναθέσει στό ΕΣΡ τήν ἀδειοδότηση, τά πράγματα δέν θά εἶχαν ἐξελιχθεῖ τόσο ἄσχημα γι’ αὐτήν. Τό πιθανότερο εἶναι ὅτι θά κατέληγε διά τῆς νομίμου ὁδοῦ στό ἴδιο ἀποτέλεσμα πάνω κάτω. Ἀντί γιά τέσσερεις ἄδειες, θά εἶχαν δοθεῖ ἕξι καί μετά βεβαιότητος τό τοπίο θά ἦταν περισσότερο πλουραλιστικό τοῦ σημερινοῦ. Δεύτερον, ἦταν λάθος ὅτι ὁ Ὑπουργός δέν θέσπισε ἁπλῶς τούς κανόνες ἀλλά ἐπιχείρησε νά τούς ἐφαρμόσει ὁ ἴδιος. Ἐνεπλάκη. Καί τό τρίτο καί χειρότερο, ὄχι ἁπλῶς ἐνεπλάκη. Διεπλάκη. Ὅσα ἔχει καταθέσει μέχρι στιγμῆς στήν ἐξεταστική ἐπιτροπή ὁ κύριος Καλογρίτσας δείχνουν ὅτι πολιτική καί ἐπιχειρεῖν παραβίασαν ἕναν θεμελιώδη κανόνα τοῦ δημοσίου βίου: νά τηροῦν τίς ἀναγκαῖες ἀποστάσεις.
Ἄν ἰσχύουν τά καταγγελλόμενα ἀπό τόν κύριο Καλογρίτσα περί μετοχῶν, ὁ Ὑπουργός ἦταν καί ἀφανής καναλάρχης. Διάβολε. Τό ἀσυμβίβαστο νομοθετήθηκε γιά νά ἀποτρέπει τήν ταυτόχρονη ἐμπλοκή ἐπιχειρηματία στά ΜΜΕ, τά δημόσια ἔργα καί τίς προμήθειες τοῦ δημοσίου. Ἐάν τώρα χρειάζεται νά νομοθετηθεῖ καί εἰδικό ἀσυμβίβαστο γιά νά ἀποτραπεῖ ἡ ἐμπλοκή Ὑπουργοῦ στά Μέσα Ἐνημέρωσης σέ ρόλο ἀφανοῦς μιντιάρχη, γίνεται ἀμέσως ἀντιληπτό ὅτι εἴμαστε μπροστά πρό νέας ἀνωμάλου καταστάσεως. Πέραν αὐτῶν τῶν τριῶν κραυγαλέων λαθών οἱ ἐπιχειρηματικές φιγοῦρες πού εἶναι σήμερα ἀναδρομικά στό προσκήνιο καί οἱ περίεργες αἰχμές τους γιά τόν «Α2», τόν «White Porsha» καί τό «White House» μᾶς θέτουν ὅλους μπροστά στήν εὐθύνη γιά τό ποιοί γίνονται ἐκδότες καί ποιοί καναλάρχες στήν πατρίδα μας. Ἐν τέλει, ποιοί κανοναρχοῦν τόν δημόσιο βίο. Ποιοί ἀποκτοῦν ἰσόβια ἐξουσία χωρίς λαϊκό ἔλεγχο. Κυκλοφοροῦν δυστυχῶς πολλά ἀκατάλληλα πρόσωπα στήν ἀγορά. Μέ εὐθύνη και τῆς πολιτικῆς. Ἡ Ἀριστερά εἶχε τήν εὐκαιρία της, λοιπόν, ἀλλά τήν ἔχασε γιατί δέν νομοθέτησε ἁπλῶς τίς ρυθμίσεις ἀλλά εἶχε τήν πρεμούρα νά τίς ἐφαρμόσει. Πολιτικά δέν ἔκανε τίποτε διαφορετικό ἀπό ὅ,τι ἐπιχείρησε ὁ Ἀνδρέας Παπανδρέου τό 1985 μέ τόν Κοσκωτᾶ. Θέλησε νά σπάσει τό μονοπώλιο συγκεκριμένων κεντροαριστερῶν συγκροτημάτων πού διαπλέοκονταν εὐθέως μέ τήν ἑκάστοτε κυβέρνηση, μέ τίς τράπεζες και ἐνίοτε μέ τόν ἐξωτερικό παράγοντα. Ἀλλά ὁ τρόπος πού χρησιμοποίησε τήν εὐκαιρία της ἦταν ἐγκληματικός. Πόνταρε σέ ἀπένταρους, ταυτίστηκε μαζί τους, ἔκανε ἀδιανόητα πράγματα γιά νά τούς ἐμφανίσει ὡς εὔπορους (βοσκοτόπια) καί ἐν τέλει ἐξευτελίστηκαν μαζί καί ἐκεῖνοι καί αὐτή. Τώρα ἀντιμετωπίζει καί αὐτή ὅπως ὁ Ἀνδρέας τόν κίνδυνο τοῦ Εἰδικοῦ Δικαστηρίου. Ἡ κεντροδεξιά παράταξη ἀπό τήν ἄλλη πλευρά θέσπισε τούς κανόνες καί ἄφησε τήν ἀγορά νά λειτουργήσει. Μέ τήν διαφορά ὅτι πολιτεύτηκε μέ μαξιμαλισμό καί ἀφέλεια. Ἦταν τόσο δρακόντειος ὁ νόμος γιά τόν βασικό μέτοχο ὥστε ἐπέτρεψε στό σύστημα νά τόν πολεμήσει στό Εὐρωπαϊκό δικαστήριο καί νά τόν ἀκυρώσει ἐν μέρει. Ἦταν τόσο ἀφελής ὥστε πίστεψε ὅτι οἱ κοινοτικοί θεσμοί εἶναι ἀμερόληπτοι καί θά τήν δικαιώσουν. Φεῦ. Ἡ ἀπόφαση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ δικαστηρίου τήν δικαίωσε μέν ἀλλά ἐπιτρέπει τά ἀσυμβίβαστα μέ μέτρο. Ἀρκεῖ νά μήν παραβιάζεται κατάφωρα ἡ ἀρχή τῆς ἀναλογικότητας. Ὅταν ἐξεδόθη ἡ ἀπόφαση ἦταν ἤδη ἀργά. Ἀποδυναμωμένη πολιτικά ἡ ΝΔ ἀπό τήν σκευωρία τοῦ Βατοπεδίου δέν εἶχε τό σθένος οὔτε τήν θέληση γιά νά νομοθετήσει. Οἱ δύο πρῶτες θεσμικές πααρεμβάσεις στά ΜΜΕ, ἡ νομοθέτηση τῆς ἰδιωτικῆς τηλεόρασης τό 1989 καί ἡ συνταγματική κατοχύρωση τοῦ βασικοῦ μετόχου τό 2001 κινοῦνταν στόν ἀντίποδα τῶν δύο νομοθετημάτων τοῦ 2004 καί τοῦ 2016. Εἶχαν στόχο νά διευκολύνουν, ὄχι νά ἐλέγξουν. Ἡ πρώτη παρέμβαση εἶχε ὡς στόχο τήν κατάργηση τοῦ κρατικοῦ μονοπωλίου καί ἔδωσε ἀπεριόριστα προνόμια στούς καναλάρχες. Τήν διαπλοκή πού τόν ἔρριξε τήν δημιούργησε ὁ ἴδιος ὁ Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης. Ἄθελά του. Ἡ συνταγματική παρέμβαση τοῦ 2001 ἔγινε γιά τό θεαθῆναι, καθώς ὁ τόπος βοοῦσε ὅτι οἱ πολιτικοί εἶχαν γίνει ἕρμαιο ἐπιχειρηματιῶν. Κατοχύρωσε μέν τό ἀσυμβίβαστο καί εἰσήγαγε τήν ἔννοια τοῦ βασικοῦ μετόχου ἀλλά ἄφησε τεράστια περιθώρια στούς διαπλεκόμενους νά ἀγοράζουν κανάλια μέ παρένθετα πρόσωπα.
Κάνω αὐτήν τήν μακρά καί ἐλπίζω ἀκριβοδίκαια ἀναδρομή σήμερα γιά δύο λόγους. Γιά νά εἶμαι δίκαιος καί νά γίνουν δίκαιοι καί ὅλοι οἱ ἄλλοι πού ἀκοῦνε τί κατατίθεται στήν ἐξεταστική καί παριστάνουν τούς ἔκπληκτους. Κάνουν λές καί ἀκοῦνε ὅτι πρώτη φορά γίνονταν αὐτά τά πράγματα στήν Ἑλλάδα. Ἐνῶ στήν πραγματικότητα ὁ ΣΥΡΙΖΑ ἀντέγραψε ἐρασιτεχνικά καί ἀποτυχημένα τά καλύτερα κόλπα τους. Καί ὁ ἄλλος λόγος εἶναι γιά νά ἀναστοχαστοῦμε τί ἀκολούθησε στήν τηλεόραση μετά τήν ἀποτυχία τοῦ ΣΥΡΙΖΑ νά τήν ἐλέγξει. Γιατί σήμερα δέν κυβερνᾶ ὁ ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί ἐπίσης σήμερα ἔχει καταργηθεῖ ἡ σκέψη ἀπό τήν τηλεόραση. Ὁ διάλογος. Ἡ ἀνταλλαγή ἀπόψεων. Ἴχνος δέν ὑπάρχει! Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ φτώχεια στό μηντιακό τοπίο σήμερα, ὥστε ἔφθασε μιά συνέντευξη ἀπαιτήσεων τοῦ Ὑπουργοῦ Τουρισμοῦ στό BBC γιά νά συνειδητοποιήσει ὁ κόσμος στήν Ἑλλάδα ὅτι οἱ δημοσιογράφοι ξεχάσαμε νά ρωτᾶμε καί ὅταν ρωτᾶμε δέν ρωτᾶμε αὐτά πού πρέπει. Δέν γινόμαστε ἐνοχλητικοί. Τό ἐρώτημα δέν εἶναι λοιπόν τί ἔγινε τό 2016, μόνον. Τό ἐρώτημα εἶναι τό τί γίνεται σήμερα. Φοβᾶμαι δέ ὅτι ἡ ἀπάντηση δέν μᾶς κολακεύει. Θά ἐπανέλθω.