Διαβάζω καί ἀκούω πολλά σχετικῶς μέ τίς πρόσφατες ἀποστρατεῖες στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις.
Φίλους πολλούς καί καλούς, ἀνώτατους ἀξιωματικούς, ἀπόστρατους πλέον ἔχω, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν πολύ καλά πρόσωπα καί πράγματα. Καί γιά νά εἶμαι εἰλικρινής, δέν τούς εἶχα ἀκούσει ἄλλη φορά τόσο θυμωμένους. Ὅλοι μίλησαν γιά «κομματικά κριτήρια» στίς τελευταῖες κρίσεις καί ἐγώ, ὁ ἀφελής, ἐξέφρασα τήν ἀπορία. «Καλά, ὑπάρχουν συριζαῖοι στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις;» Κι ἐκεῖ ἄρχισαν νά μοῦ ἐξηγοῦν.
«Δέν εἶναι θέμα “συριζαίων” ἤ “νεοδημοκρατῶν” ἤ “πασόκων” ἤ ἄλλης ἀποχρώσεως. Οἱ ἀνώτατοι ἀξιωματικοί πού ἀποστρατεύθηκαν, ἦσαν ἐξαιρετικοί καί, μέ μία λέξη, “στρατιῶτες”. Δέν εἶχαν δείξει μέχρι σήμερα κομματική τοποθέτηση, ἔκαναν ἁπλῶς τό καθῆκον τους καί ἐπιτελοῦσαν ἄριστα τήν ἀποστολή τους» μοῦ εἶπαν.
«Καλά, καί αὐτοί πού τούς διαδέχθηκαν δέν εἶναι “στρατιῶτες”; Τί εἶναι; Κομματάρχες;» εἶπα, μέ στόχο νά προκαλέσω γιά νά μάθω περισσότερα.
«Κοίταξε, εἶναι ἐμφανές ὅτι μιά κυβέρνηση σάν αὐτή τοῦ ΣΥΡΙΖΑ δέν πρέπει νά εἶχε ἰδιαίτερες σχέσεις μέ τίς Ἔνοπλες Δυνάμεις. Ὁ Καμμένος, μέ τά λάθη καί τίς ὑπερβολές του, ἦταν μιά ἀσφαλιστική δικλίδα καί μέχρι τώρα δέν εἴχαμε ἀναταράξεις στίς κρίσεις. Ὁ ΣΥΡΙΖΑ εἶναι μιά κυβέρνηση μέ ἐμμονές καί ἰδεοληψίες. Ἀλλά μήν ξεχνᾶμε ὅτι εἶναι “ἐξουσία”. Καί στίς Ἔνοπλες Δυνάμεις, ὅπως καί σέ ὅλους τούς τομεῖς, πάντα ὑπάρχουν φιλόδοξοι, οἱ ὁποῖοι προκειμένου νά ἀναρριχηθοῦν σέ ἀξιώματα εἶναι πρόθυμοι νά ἱκανοποιήσουν τίς ἐπιθυμίες τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας. Κι ὅταν ἀρχίσουν οἱ καρατομήσεις μέχρι νά ἔλθει μπροστά “ὁ δικός μας” κλάφ’ τά Χαράλαμπε»… Βεβαίως, οἱ συγκεκριμένοι φίλοι μου δέν εἶναι, δέν ἦταν καί δέν θά γίνουν ποτέ «ΣΥΡΙΖΑ». Ὡστόσο, ἔχουν εὐαισθησία στά θέματα τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καί ἐμπιστεύομαι τήν κρίση καί τίς ἀπόψεις τους. Ὡστόσο, τούς θύμισα πόσο ἀνησυχούσαμε ὅταν τό ΠΑΣΟΚ τοῦ Ἀνδρέα, τό 1981, ἀνέλαβε τήν διακυβέρνηση τῆς χώρας.
Ὁ Παπανδρέου τοποθέτησε τόν… ἑαυτό του στό Ὑπουργεῖο Ἀμύνης καί ὅρισε ὑφυπουργό τόν ἀπόστρατο ἀνώτατο ἀξιωματικό, τόν Ἀντώνη Δροσογιάννη. Στήν θέση τοῦ ὑπουργοῦ Ἀμύνης παρέμεινε (χωρίς ποτέ νά ἀσκήσει οὐσιαστικά καθήκοντα) καθ’ ὅλη τήν τετραετία (μέχρι τόν Ἰούνιο τοῦ 1985), κρατώντας ἔτσι «ἥσυχους» τούς συμμάχους καί ἀκολουθώντας πορεία μετριοπαθῆ. Τό 1985, ὅταν ἐπανεξελέγη τό ΠΑΣΟΚ (Ἰούνιος), ὅρισε ὑπουργό Ἐθνικῆς Ἀμύνης τόν παλαιό ἀξιωματικό, ἀείμνηστο Ἰωάννη Χαραλαμπόπουλο, μέ τετραετῆ θητεία ὡς ὑπουργό Ἐξωτερικῶν, μέ ὑφυπουργούς τόν Βασίλη Σαραντίτη (διακεκριμένο καί ἰδιαίτερα ἐπιτυχημένο οἰκονομικά δικηγόρο στά θέματα ναυτιλίας καί διεθνῶν συμβάσεων) καί τόν Θεόδωρο Στάθη (καθηγητή μέ ἀντικείμενα διδασκαλίας τήν Ἀμυντική Πολιτική καί Ἐθνική Ἀσφάλεια). Καί οἱ τρεῖς μετριοπαθεῖς καί δημοκρατικῶν πεποιθήσεων.
«Εἶσαι μέ τά καλά σου; Τί σχέση ἔχει ἐκεῖνο τό ΠΑΣΟΚ, ἕνα κόμμα πού εἶχε πολλά σοβαρά στελέχη καί ἐπί κεφαλῆς μιά διεθνῆ προσωπικότητα, τόν Παπανδρέου, μέ τόν ΣΥΡΙΖΑ; Τί εἶναι αὐτά πού λές; Ὁ Παπανδρέου σεβόταν τίς Ἔνοπλες Δυνάμεις» μοῦ εἶπαν καί ἔδειξαν θυμωμένοι. Μέ ἔβαλαν σέ σκέψεις. Ἐλπίζω νά μήν ἐπαληθευθοῦν οἱ φόβοι τους. Ἀλλά δέν μπορῶ νά πῶ ὅτι ἀπό προχθές εἶμαι ἥσυχος…