Σέ κάποιες ἀπό τίς ταινίες τοῦ παλαιοῦ ἑλληνικοῦ κινηματογράφου, γνωστοί ἠθοποιοί ἔχουν ἐνσαρκώσει σταθμάρχες τοῦ σιδηροδρόμου.
Ὁ σταθμάρχης παρουσιάζεται ὡς πρόσωπο «ἐξουσίας», φορᾶ στολή, κατοικεῖ σέ δημόσιο κτήριο. Εἶναι προσωπικότης στόν εὐρύτερο χῶρο. Δέν εἶναι «φιλαράκι», ὅπως ἀποκαλοῦνται μεταξύ τους στίς ἠχογραφημένες συνομιλίες οἱ σταθμάρχες καί «σιδηροδρομικοί» πού ἐμπλέκονται στό τραγικό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν.
Ἦταν ἡ ἐποχή πού ὁ σιδηρόδρομος ἀποτελοῦσε βασικό μέσο συγκοινωνίας, καί σιδηροδρομικοί σταθμοί ὑπῆρχαν (συνήθως καλαίσθητα, πετρόκτιστα κτήρια) σέ πολλά χωριά καί κωμοπόλεις.
Φυσικά, ὑπῆρχε σιδηρόδρομος καί στήν Πελοπόννησο, ὑπῆρχε ἡ μπλέ καί ἀσημί «Ὠτομοτρίς», ὁ συρμός πού σφύριζε διαπεραστικά καί ξυπνοῦσε τούς κατοίκους τῶν ἀγροτικῶν περιοχῶν. Ἡ περιφέρεια δέν εἶχε ἀκόμη ἐγκαταλειφθεῖλ οὔτε ὅλοι οἱ Ἕλληνες εἶχαν ἀποκτήσει τήν δική τους ρόδα… Οἱ παλαιότεροι, θυμόμαστε μέ νοσταλγία τίς στάσεις τοῦ σιδηροδρόμου στόν Ἰσθμό, στήν Λειβαδιά, στό Λιανοκλάδι, μέ τά περίφημα σουβλάκια, τά ὁποῖα εἶχαν γίνει “trade mark” γιά τίς συγκεκριμένες περιοχές.
Σήμερα, ἀπό τόν Ἰσθμό δέν περνᾶ πλέον οὔτε ἡ νέα ἐθνική ὁδός, καί τά σουβλάκια δέν ἔχουν πλέον τήν πέραση πού εἶχαν τότε. Ὁ σιδηρόδρομος ἦταν δεμένος μέ τήν ἑλληνική περιφέρεια. Καί ἦταν, ὡς φαίνεται, πολύ πιό φροντισμένος καί ἀσφαλής ἀπ’ ὅ,τι σήμερα, πού τά μηχανήματα καί οἱ αὐτοματισμοί ἔχουν ἀντικαταστήσει τόν ἄνθρωπο.
Ἴσως φανοῦμε ὀλίγον ὀπισθοδρομικοί, ἀλλά δέν ἔχουμε πρόθεση, σέ καμμία περίπτωση, νά ἀφεθοῦμε στό ἔλεος τῶν “GPS” καί τῶν ἄλλων ἠλεκτρονικῶν μαραφετιῶν. Προχθές τό βράδυ, πού πήγαμε μέ τήν νύφη μου νά παραλάβουμε τήν ἐγγονή μας ἀπό ἕνα πάρτυ φίλης της, ἡ Κατερίνα, ἔβαλε σέ ἐνέργεια τό “GPS” τοῦ τηλεφώνου της.
Ταλαιπωρήθηκα ὁδηγῶντας δῶθε-κεῖθε γιά ἀρκετή ὥρα. Τό μηχάνημα ἔδειχνε πότε ἐδῶ καί πότε ἐκεῖ. Τελικά, συναντλήσαμε –ἦταν καί κάπως ἀργά– ἕνα περαστικό ζευγάρι καί, ἐφαρμόζοντας τήν παλαιά καί ἀλάνθαστη συνταγή «ρωτῶντας κανείς πάει στήν Πόλη», βρῆκα ἀμέσως τόν προορισμό, καί τελείωσαν ὅλα καλά.
Φυσικά, οὐδείς μπορεῖ νά ἐπιρρίψει ὅλες τίς εὐθῦνες γιά τό τρομερό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν στό «ἀνθρώπινο λάθος». Ἀλλά, διαβάζοντας τούς καταγεγραμμένους διαλόγους μεταξύ τῶν ἁρμοδίων ὑπαλλήλων, προκύπτει ὅτι «τά πράγματα δέν εἶναι ὅπως παλιά.» Τότε, ὁ δημόσιος ὑπάλληλος δέν ἦταν ἕνα ἁπλό ρουσφέτι. Ἐπωμιζόταν εὐθῦνες, καί βάρος ἡ κάθε θέση… Ἔλεγε ὁ ἄλλος Γραμματεύς Πρωτοδικῶν καί κορδωνόταν, διότι ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πού ἀνέβαινε στήν ἕδρα τῶν Δικαστηρίων, θεωροῦσε τήν θέση του ἀξίωμα καί, φυσικά, ἐπωμιζόταν εὐθῦνες. Οἱ διάλογοι πού διαβάσαμε, μᾶλλον τό ἀντίθετο δείχνουν.
Ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά παρατηρήσουμε ὅτι ἀπό τό ὅλον οἰκοδόμημα τῆς δημοσίας διοικήσεως, φαίνεται νά ἀπουσιάζει ἤ νά ἔχει ὑποβαθμισθεῖ τό κεφάλαιο «εὐθύνη». Θά πεῖτε «μά, μόνο ἀπό τήν δημόσια διοίκηση;», καί θά συμφωνήσουμε, καθώς ἡ ἔννοια τῆς εὐθύνης ἔχει ξεθωριάσει ἀπό καιρό καί στήν πολιτική.
Σέ καμμία περίπτωση δέν ἀνήκουμε στούς «κυνηγούς κεφαλῶν». Ἀλλά ἡ κατάληξη «-αρχης» δέν εἶναι τυχαία. Μονάρχης, στρατάρχης, λιμενάρχης, νομάρχης, περιφερειάρχης, δασάρχης, προσωπάρχης, λυκειάρχης, σχολάρχης, γυμνασιάρχης. Ἀξίωμα πού παραπέμπει σέ ἀρχή.
Ἀλλά ποιός νοιάζεται σήμερα γιά τήν πραγματική σημασία τῶν τίτλων καί τῶν λέξεων; «Φιλαράκι» νά εἶναι, καί ὅλα τά ἄλλα ἕπονται…