ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ τῶν ἐθνικῶν ἐκλογῶν τοῦ 1981 βρῆκε ἀπροετοίμαστο τόν συντηρητικό κόσμο τῆς πατρίδας μας…
… ὁ ὁποῖος ὑπέστη μεγάλο πολιτικό σόκ. Ἡ συρρίκνωση τῆς παράταξης σέ ποσοστό 35% τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος ἑπτά χρόνια μετά τό 54% τῶν ἐκλογῶν τοῦ Νοεμβρίου τοῦ 1974, αἰφνιδίασε τά ἑκατομμύρια τῶν ὀπαδῶν τῆς ΝΔ τά ὁποῖα θεωροῦσαν ὅτι ἡ ἀποκατάσταση τῆς Δημοκρατίας, ἡ ἔνταξη στήν ΕΟΚ καί ἡ οἰκονομική ἀνάπτυξη τῆς περιόδου ἐκείνης ἀρκοῦσαν γιά νά κρατοῦν τήν παράταξη ἰσχυρή καί ἀξιόμαχη. Δυστυχῶς δέν εἶχαν ὑπολογίσει τά ἰδεολογικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς. Τούς πολιτικούς ἀνέμους πού ἔρχονταν ἀπό τό ἀνολοκλήρωτο παρελθόν. Τήν ἕλξη πού ἀσκοῦσε στούς πολῖτες ἡ «Ἀλλαγή» τοῦ Ἀνδρέα.
Ὅ,τι συνέβη σέ ἐκείνη τήν ἀναμέτρηση, εἶχε τήν ρίζα του στήν ἐκτίναξη τῶν ποσοστῶν τῆς Ἑνώσεως Κέντρου καί τῆς ΕΔΑ στίς ἐκλογές τοῦ 1961. Ἡ ἐπιστροφή τῆς συντηρητικῆς παράταξης στά ἕδρανα τῆς ἀντιπολίτευσης πρώτη φορά μετά τό 1963 καί ἡ κατόπιν «ἑορτῆς» ἐκλογή τοῦ Εὐάγγελου Ἀβέρωφ στήν ἡγεσία τοῦ κόμματος (τό ὁποῖο ἀσφαλῶς θά εἶχε ἐπιτύχει καλύτερη ἐπίδοση ἄν ὁ εὐπατρίδης Ἠπειρώτης πολιτικός εἶχε ἐκλεγεῖ πρωθυπουργός τό 1980) ὁδήγησε γιά πρώτη φορά στήν ὀργανωτική ἀνασύνταξη τοῦ κόμματος τό ὁποῖο ἦταν προσωποπαγές. Μέχρι τό 1981 ἡ Νέα Δημοκρατία δέν ἦταν πολιτικό κόμμα, τῆς ἀρκοῦσε ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς. Γιά αὐτό ἄλλως τε ἔγινε καί ἡ κίνηση τῆς Βόλβης στό Συνέδριο τῆς Χαλκιδικῆς. Τώρα ὅμως γιά πρώτη φορά ἀνακάλυπτε ὅτι θά ἔπρεπε νά κάνει μέ καθυστέρηση ὅ,τι καί οἱ ἀντίπαλοί της: νά ἀποκτήσει κεντρικό κομματικό μηχανισμό καί ἑκατομμύρια μέλη, νά ἀποκτήσει κλαδικές ὀργανώσεις σέ κρίσιμες κατηγορίες τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος ὅπως οἱ γυναῖκες καί ἡ νεολαία, νά ἀποκτήσει ἀκόμη καί ὐβριδικό σύστημα δικῶν της μέσων ἐνημέρωσης (τό κενό αὐτό κάλυψαν τότε οἱ κασσέττες βίντεο τοῦ Γιώργου Καρατζαφέρη), νά ἐκπαιδευτεῖ στόν… ἀκτιβισμό τῶν συγκεντρώσεων καί βεβαίως νά ἀποκτήσει σχέση μέ τό πολιτικό τραγούδι. Δύσκολα πράγματα αὐτά τότε γιά ἕνα συντηρητικό κόμμα τό ὁποῖο εἶχε συνηθίσει στήν ἐξουσία καί στούς μηχανισμούς τοῦ κράτους. Ἡ Ἀριστερά εἶχε διαπρέψει στό σπόρ αὐτό μεταπολιτευτικά, ἡ δεξιά ὅμως ποτέ.
Ἐδῶ θά συναντήσουμε τόν Ρόμπερτ Οὐίλιαμς τόν ὁποῖο ἀποχαιρετήσαμε χτές σέ ἡλικία 73 ἐτῶν μόλις. Ὁ γνωστός συνθέτης, εἴδωλο τῆς νεολαίας τήν δεκαετία τοῦ 1970, διαπίστωσε ξαφνικά ὅτι οἱ πραίτορες τῆς τότε νέας κυβέρνησης κατέστρεψαν ὅλους τούς δίσκους καί τά τραγούδια του πού διατηροῦσε ἡ ΕΡΤ στό ἀρχεῖο της, γιατί ἦταν δεξιός. Συνειδητοποίησε πώς ὅσο διαρκοῦσε ὁ …σοσιαλισμός, θά ἦταν ἀποκλεισμένος ἀπό τήν κυρίαρχη τότε μονοπωλιακή κρατική τηλεόραση. Δέν ἦταν ὁ μόνος. Στίς ἡμέρες τοῦ Ἀνδρέα Παπανδρέου ὅπου πηγή τῆς ἐξουσίας ἦταν τό κόμμα καί ὄχι ἡ κυβέρνηση, ἔκανε θραύση μέ τήν δράση της μία τάξη στελεχῶν τά ὁποῖα διακατέχονταν ἀπό ἕναν ἱστορικό ρεβανσισμό. Ἤθελαν νά ἐπιφυλάξουν στούς ὀπαδούς τῆς Νέας Δημοκρατίας ἀνάλογη συμπεριφορά μέ αὐτήν πού ἐπιφύλαξαν σέ ὀπαδούς τοῦ χώρου τους οἱ δεξιές κυβερνήσεις ἀμέσως μετά τόν Ἐμφύλιο Πόλεμο. Ἀναφερόμαστε βεβαίως στούς ἀλήστου μνήμης πρασινοφρουρούς, οἱ ὁποῖοι μέ τόν ὑπερβάλλοντα ζῆλο τοῦ… Νεοφωτίστου ἐξέθεταν τόν Ἀνδρέα Παπανδρέου καί κατεδίωκαν τούς ὀπαδούς τῶν ἀντιπάλων παρατάξεων. Τήν μανία τους γνώρισε καί ὁ πατέρας μου καταδικαζόμενος γιά ἕνα διάστημα σέ ἀνεργία.
Ὁ Ρόμπερτ Οὐίλιαμς λοιπόν ἔγραψε ἕναν πολιτικό δίσκο, ὁ ὁποῖος προφανῶς δέν διεκδικοῦσε τίς μουσικές δάφνες τῶν συνθέσεων τοῦ Μίκη Θεοδωράκη ἤ τοῦ Γιάννη Μαρκόπουλου καί ἄλλων συνθετῶν τῆς μεταπολίτευσης. Ὡστόσο μέ αὐτή τήν προσπάθεια ἔκανε κάτι μοναδικό: ἔδωσε ὑπερηφάνεια, θάρρος, αὐτοπεποίθηση καί ταυτότητα στούς πτοημένους ὀπαδούς τῆς ΝΔ. Ἐνεγράφη δικαιωματικά στήν ἱστορία τῆς κεντροδεξιᾶς παράταξης γιατί ταύτισε τίς συνθέσεις του μέ τούς μεγάλους καί δύσκολους πολιτικούς ἀγῶνες τοῦ κόμματος τῆς περιόδου 1981-1989. Καί ἀφοῦ πέρασε διά πυρός καί σιδήρου, ἀνεδείχθη ἐν τέλει στό σῆμα κατατεθέν τῆς παράταξης. Ὁ ὕμνος τῆς ΝΔ πού ἑρμήνευσαν ἡ Λία Βίσση καί ὁ Βίκτωρας Πολυδώρου, τό διάσημο «Σέ περιμένω νά ’ρθεῖς καί πάλι, νά φτιάξουμε μιά Ἑλλάδα μεγάλη» μαζί μέ ἄλλα τραγούδια τοῦ δίσκου ὅπως τό «μύρισε θυμάρι καί βασιλικός/ τῆς κληρονομιᾶς ἐμεῖς συνεχιστές στήν κορυφή καί πάλι νικητές» καί τό «θά ἔρθει ὁ καιρός πού καί πάλι τό γαλάζιο» ἀπετέλεσε τήν ἐλπίδα στά χείλη ἑκατομμυρίων ὀπαδῶν τῆς Νέας Δημοκρατίας πού τό τραγουδοῦσαν μέ πάθος ἀνεμίζοντας πλαστικές σημαῖες μέ τόν πυρσό στίς συγκεντρώσεις τοῦ Ἀβέρωφ, τοῦ Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, τοῦ Μιλτιάδη Ἔβερτ, τοῦ Κώστα Καραμανλῆ. (Τούς ὑπόλοιπους δέν τούς ἀναφέρω γιά προφανεῖς λόγους. Κατήργησαν τόν ὕμνο, μέ συνέπεια ἀκόμα καί ὁ ἑρμηνευτής του, ὁ Βίκτωρας Πολυδώρου, νά μετακομίσει ἀπογοητευμένος στίς ἐκλογές τοῦ 2012 στούς Ἀνεξάρτητους Ἕλληνες τοῦ Πάνου Καμμένου.)
Τό ἴδιο ἀκριβῶς συνέβαινε μέσα στήν νεολαία τῆς Νέας Δημοκρατίας καί ἰδιαίτερα στήν φοιτητική της παράταξη τήν Δ.Α.Π. Μέ τά τραγούδια τῆς γαλάζιας γενιᾶς ἔμεινε ὄρθια σέ πολύ δύσκολες καί ἀντίξοες πολιτικές συνθῆκες. Ἡ ἐπανάληψή τους καί ἡ μετάδοσή τους ἔπειθε τά μέλη ὅτι εὑρίσκοντο στήν σωστή πλευρά τῆς ἱστορίας. Συσπείρωνε τήν παράταξη στά πέτρινα χρόνια κατά τρόπο σχεδόν κομμουνιστικό. Ἄν τά παλαιά μέλη τῆς Νέας Δημοκρατίας συγκινήθηκαν λοιπόν μέ τήν εἴδηση τῆς πρόωρης ἀπώλειας τοῦ Ρόμπερτ Οὐίλιαμς, εἶναι γιατί γιά δεκαετίες μέσα στήν ζωή τους πορεύτηκαν μέ τίς ἀξίες τους. Μέ τίς λέξεις τους. Μέ τίς ἔννοιές τους. Σπάνια θά συναντήσει κανείς ὕμνο πολιτικοῦ κόμματος νά μιλᾶ γιά τήν ψυχή, τήν ἀγάπη, τήν γαλήνη, τήν ἔλλειψη μίσους. Σπάνια θά συναντήσει ὕμνο πολιτικοῦ κόμματος νά διακηρύσσει χωρίς φόβο καί πάθος -μήν τυχόν καί τό ἀποκαλέσουν ἐθνικιστικό, τήν ἀγάπη του στήν πατρίδα, στήν θρησκεία, στήν Σημαία.
Ὁ σημαντικώτερος λόγος πού προκαλεῖ συγκίνηση ὅμως ὁ θάνατος τοῦ Ρόμπερτ Οὐίλιαμς, εἶναι γιατί θυμίζει σέ ὅλους ἐμᾶς πού τόν συλλαβίσαμε κάποτε σέ κάποια πλατεῖα, σέ κάποιο φεστιβάλ τῆς νεολαίας, σέ κάποιο ἀμφιθέατρο πώς ὅ,τι τραγουδήσαμε μέ τό πάθος καί τόν ἐνθουσιασμό τῆς νιότης μας, τό ἐφαρμόσαμε καί στίς ζωές μας. Γιατί μᾶς θυμίζει ὅτι δέν ἀλλάξαμε καί δέν ξεπουληθήκαμε. Δέν γίναμε ἄλλοι. Ὅτι παραμείναμε συνεπεῖς στίς ἰδέες μας καί στίς νῖκες καί στίς ἧττες στά ἀτέλειωτα ἐκεῖνα πέτρινα χρόνια. Δέν φύγαμε. Δέν γίναμε ποτέ ὀσφυοκάμπτες γιά νά πηδᾶμε ἀπό τόν ἕνα πολιτικό χῶρο στόν ἄλλο. Γιατί μᾶς θυμίζει ὅτι οἱ ἰδέες τοῦ ὕμνου ὅρισαν τίς ζωές μας, τίς οἰκογένειές μας, τόν ἐργασιακό μας βίο.
Ἄν νοσταλγοῦμε λοιπόν καμμιά φορά τόν στίχο «σέ περιμένω νά ’ρθεῖς καί πάλι», αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ποτέ δέν ἐγκαταλείψαμε τά ὄνειρα πού κάναμε γιά τήν πατρίδα καί τόν λαό μας. Καί ὅτι γι’ αὐτά κάνουμε τίς ρήξεις μας, θορυβώδεις ἤ ἀθόρυβες, ἀκόμη καί μέ τόν ἰδεολογικό μας χῶρο καμμιά φορά. Ὁ καλύτερος τρόπος λοιπόν γιά νά θυμόμαστε τόν Ρόμπερτ Οὐίλιαμς –πέραν τοῦ ὅτι πρέπει νά ἐπανεκτελεστεῖ ὁ ὕμνος του καί νά μεταδίδεται στίς συγκεντρώσεις τῆς Νέας Δημοκρατίας μήπως καί θυμηθοῦν κάποιοι ἀπό ποῦ ἔρχονται– εἶναι καί νά κρατᾶμε τίς σημαῖες μας ψηλά. Νά μήν τίς ὑποστέλλουμε. Καί προπάντων, νά μήν σηκώνουμε ποτέ σημαῖες εὐκαιρίας.