Ενοχλήθηκε ὁ κυβερνητικός ἐκπρόσωπος κ. Παῦλος Μαρινάκης ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ «Ἑστία» ἀνέδειξε χθές τό ζήτημα τῆς διαγραφῆς τοῦ «ἐθνικοῦ συμφέροντος» ἀπό τά κριτήρια ἀξιολογήσεως τῶν διπλωματικῶν ὑπαλλήλων.
Γιά τό ἴδιο ζήτημα ὅμως ἡ Κυβέρνησις ἐτήρησε πολύ χαμηλούς τόνους ὅταν ἐτέθη στήν Βουλή ἀπό βουλευτή τῆς Νίκης. Ἴσως ἤλπιζαν νά μήν τύχει τό θέμα εὐρείας δημοσιότητος. Ἔτσι, ὅταν ἡ «Ἑστία» τό ἀνέδειξε, ὁ κ. Μαρινάκης ἔδωσε μιάν ἀπάντηση 373 λέξεων, στήν ὁποία ὅμως δέν ἀναφέρει ἀπολύτως τίποτε γιά τό ἐπίμαχο ζήτημα. Ἀναλίσκεται σέ μιάν ὀξυτάτη ὅσο καί ἀήθη ἐπίθεση κατά τῆς ἐφημερίδος μας νομίζοντας ὅτι κάποιος τόν διόρισε τιμητή. Ὁμιλεῖ γιά «χυδαία προπαγάνδα», ἀλλά δέν ἀπαντᾶ στό βασικό ἐρώτημα. Ἀφηρέθη ἡ φράσις «κατά τρόπο πού νά συμβαδίζει μέ τά συμφέροντα τῆς χώρας» ἀπό τά κριτήρια; Ναί ἤ ὄχι;
- Tοῦ Εὐθ. Π. Πέτρου
Γιά νά τόν βοηθήσουμε νά ἀπαντήσει θά ἐπαναλάβουμε τά σχετικά ἐδάφια τῆς παλαιᾶς καί τῆς νέας νομοθεσίας:
Ὁ προηγούμενος νόμος ἀνέφερε ὡς κριτήρια ἀξιολογήσεως: «Διοικητικές ἱκανότητες, ἐφ’ ὅσον πρόκειται γιά Προϊσταμένους ὀργανικῶν μονάδων. Γνώση καί προώθηση τοῦ ἔργου καί τῆς πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου κατά τρόπο πού νά συμβαδίζει μέ τά συμφέροντα τῆς χώρας καί τῶν τομέων εὐθύνης του».
Ὁ νέος νόμος ὅμως ἀναφέρει: «Διοικητικές ἱκανότητες, ἐφ’ ὅσον πρόκειται γιά Προϊσταμένους ὀργανικῶν μονάδων. Γνώση καί προώθηση τοῦ ἔργου καί τῆς πολιτικῆς τοῦ Ὑπουργείου».
Εἶναι «χυδαία προπαγάνδα» ἡ παράθεσις τῶν δύο ἐδαφίων; Δέν εἶναι ἡ πραγματικότης; Καί ἄν αὐτό χαρακτηρίζεται «χυδαία προπαγάνδα», ἡ ἀήθης ἐπίθεσις τοῦ κ. Μαρινάκη πῶς θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ;
Ἀλλά λέγει καί ἄλλα ὁ κυβερνητικός ἐκπρόσωπος, ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι: «Ὡς πρός τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ ἐθνικοῦ συμφέροντος, ἄν ὑπηρετοῦν δηλαδή τό ἐθνικό συμφέρον οἱ ὑπάλληλοι, πραγματικά ἀναρωτιέμαι ἄν ἔχει ὑπάρξει κάτι πιό προσβλητικό γιά ἕναν ὑπάλληλο. Ἄν δηλαδή νοεῖται νά ἀναφέρει ἕνας ὑπάλληλος ὅτι ὑπηρετεῖ τό ἐθνικό συμφέρον. Κάτι τό ὁποῖο εἶναι αὐτονόητο γιά νά εἶναι ὑπάλληλος. Γιά νά μπορεῖ νά ὑπηρετεῖ σέ μιά συγκεκριμένη ὑπηρεσία καί μάλιστα τόσο κρίσιμες ὑπηρεσίες, ὅπως οἱ συγκεκριμένες».
Συμφωνοῦμε καί ἐμεῖς πώς θά ἔπρεπε νά εἶναι αὐτονόητο ὅτι οἱ ὑπάλληλοι ὑπηρετοῦν τό ἐθνικό συμφέρον. Ἀλλά ἀφοῦ εἶναι ἔτσι, γιά ποιόν λόγο ἔκρινε ἡ Κυβέρνησις, τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν, ὅτι ἔπρεπε νά τό διαγράψει ἀπό τήν νομοθεσία; Γιατί τό διέγραψε ἀπό τήν νομοθεσία. Καί αὐτό δέν εἶναι προπαγάνδα, χυδαία ἤ μή. Εἶναι γεγονός. Καί τό γεγονός αὐτό οὐδόλως τό ἐσχολίασε ὁ κ. Μαρινάκης στίς 373 λέξεις τῆς ἀπαντήσεώς του.
Ἀλλά ἀντί νά ἀπαντήσει ἐπί τοῦ ἐπιμάχου ζητήματος, ἐπί τῆς «ταμπακιέρας» κατά τήν κοινή ἔκφραση, ὁ κ. Μαρινάκης ἀναλίσκεται σέ θεωρητικές ἀοριστολογίες. Θέτει ρητορικῶς ἐρωτήματα:
«Δηλαδή, τί ἀκριβῶς ἤθελε νά κάνει ὁ ὑπουργός Ἐξωτερικῶν; Νά βάλει ὑπαλλήλους οἱ ὁποῖοι δέν σέβονται τό ἐθνικό συμφέρον, ἀφοῦ, δεδομένης τῆς ἰδιότητάς τους, οὕτως ἤ ἄλλως αὐτό εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση».
Ὁπότε ἐμεῖς θά τό ξαναρωτήσουμε: Ἀφοῦ «εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση», γιά ποιόν λόγο διεγράφη ἀπό τόν νόμο; Γιά ποιόν λόγο ἀφηρέθη; Ποιά σκοπιμότης ὑπηρετεῖται ἀπό τήν νέα αὐτή διατύπωση;
Ἀλλά συνεχίζει ὁ κυβερνητικός ἐκπρόσωπος ὑποστηρίζοντας:
«Αὐτό τό ἀφήγημα δέν εἶναι μιά σκληρή πολιτική κριτική, μπορεῖ νά δεχτοῦμε τήν ὁποιαδήποτε κριτική, ἀλλά βλάπτει τά ἐθνικά συμφέροντα, νομίζω ὅτι κάπου πρέπει νά μπεῖ ἕνα ὅριο, γιατί δέν εἶναι ἀντιπολίτευση στήν Κυβέρνηση, εἶναι ἀντιπολίτευση στή χώρα».
Θά ἀντιπαρέλθουμε τόν ἰσχυρισμό ὅτι αὐτή ἡ Κυβέρνησις δέχεται «ὁποιαδήποτε κριτική». Ἀφήνουμε στούς ἀναγνῶστες μας νά ἀποφασίσουν ἄν ἐδῶ πρέπει νά γελάσουν ἤ νά ὀργισθοῦν.
Ἀπορρίπτουμε ὅμως κατηγορηματικῶς τό ὅτι ἀσκῶντας κριτική στήν Κυβέρνηση κάνουμε «ἀντιπολίτευση στή χώρα». Ἀσχέτως πρός τό τί μπορεῖ νά πιστεύει ὁ κ. Μαρινάκης καί ὁ κάθε κ. Μαρινάκης, δέν ταυτίζεται ἡ χώρα μέ τήν Κυβέρνηση. Οὔτε βεβαίως ὁ κάθε κυβερνητικός ἐκπρόσωπος δικαιοῦται νά θέλει «νά μπεῖ ἕνα ὅριο»! Ὅριο σέ τί; Στήν κριτική πού ἀσκεῖται καί τήν ὁποία ὁ ἴδιος ὑποστηρίζει ὅτι «μπορεῖ νά τήν δεχτεῖ». Ἐκ τῆς ἀπαντήσεώς του προκύπτει πώς δέν μπορεῖ. Οὔτε νά τήν δεχθεί οὔτε καί νά ἀπαντήσει σέ αὐτήν. Καί προφανῶς ἐπειδή δέν μπορεῖ νά ἀπαντήσει ὁμιλεῖ περί «ὁρίων».
Ἀλλά τά ὅρια ὑπάρχουν. Τά ὅρια τά θέτει ἡ νομοθεσία, τά θέτει ἡ δεοντολογία, τά θέτει ἡ συνείδησίς μας. Δέν τά θέτει οὔτε ἡ Κυβέρνησις οὔτε ὁ ἐκπρόσωπός της. Πόσῳ μᾶλλον ὅταν παρεξηγεῖ τόν ρόλο του. Γιά αὐτό ἄς μήν διανοηθεῖ νά ξαναμιλήσει περί «ὁρίων» ὅταν πρόκειται γιά ρεπορτάζ ἤ δημοσιογραφική κριτική. Γιατί δέν θά περιορίσουμε τό ζήτημα ἐντός τῶν ὁρίων τῆς χώρας. Θά προσφύγουμε καί στίς διεθνεῖς δημοσιογραφικές ἑνώσεις, ἀλλά καί θά ἐνημερώσουμε τίς ἁρμόδιες ὑπηρεσίες τῆς ΕΕ γιά τό Κράτος Δικαίου.