MΕΡΑ πού εἶναι σήμερα δέν ἔχει νόημα νά ἐπαναλάβουμε πράγματα γνωστά
«Οἱ δικτατορίες ἐμπεριέχουν τό σπέρμα τῆς ἀποτυχίας καί τῆς καταστροφῆς μέσα τους ἀπό τήν ἀρχή» συνήθιζε νά λέει ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς. Οἱ δικτατορίες ἀκόμη καί αὐτές πού ἀρχίζουν θεωρητικῶς μέ τίς «καλύτερες τῶν προθέσεων» ὁλοκληρώνονται, πνίγονται στό αἷμα καί τελειώνουν μέ ἐθνικές τραγωδίες, λένε οἱ ἱστορικοί. Στήν περίπτωσή μας; Μέ τήν τραγωδία καί τόν ἐθνικό ἀκρωτηριασμό τῆς Κύπρου μας. Οἱ δικτατορίες φύονται ,τέλος, ἐκεῖ πού ἀπαξιώνεται καί ἐξουδετερώνεται ἡ πολιτική.
«Ἡ δημοκρατία ἐδολοφονήθη ἐν Ἑλλάδι ὑπό καθεστώς ἐλευθερίας καί οἱ συνταγματάρχες ἁπλῶς τῆς ἔδωσαν τήν χαριστική βολή!» δήλωσε ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς στίς 7 Δεκεμβρίου 1967 στούς «Νew York Times». (Δημήτρη Καιρίδη, Ὁ Καραμανλῆς καί ὁ Ξένος Τύπος, ἐκδόσεις Πατάκη, σ. 165, 2014.) Γνωστά εἶναι ὅλα αὐτά, τά λέμε κάθε χρόνο.
Σκέφτηκα λοιπόν φέτος ἕναν διαφορετικό ἀναστοχασμό μέ σημεῖα ἐκκίνησης τό 1963, ἔτος ἐγκατάλειψης τῆς Ἑλλάδας ἀπό τόν Καραμανλῆ, καί τό 1975, ἔτος ψήφισης τοῦ νέου Συντάγματος. Τί συνδέει αὐτά τά δύο ἔτη, χωριστά καί μαζί, μέ τό τώρα; Ὁ Καραμανλῆς ἀποφάσισε νά ἀποχωρήσει ἀπό τήν πολιτική ζωή τοῦ τόπου ὅταν διαπίστωσε πώς ἔπαψαν νά λειτουργοῦν ὑγιῶς οἱ προδικτατορικοί πολιτειακοί καταλύτες οἱ ὁποῖοι παρενέβαιναν καί συνήθως ἔδιναν δημοκρατικές λύσεις, ἐπ’ ὠφελείᾳ τοῦ τόπου κάθε φορά πού κινδύνευε νά χαθεῖ ὁ ἔλεγχος. Συνήθως παρενέβαινε ὁ βασιλεύς καί δευτερευόντως ὁ στρατός. Ἡ ἀναίρεση τοῦ κανόνος τόν ἀνάγκασε νά μεταναστεύσει. «Ἀκόνιζαν τά ψαλίδια τους γιά νά μοῦ κόψουν τά φτερά!» ἐξομολογεῖται ὁ Καραμανλῆς στό ἴδιο βιβλίο. Μέ τό νέο Σύνταγμα τοῦ 1975 ὁ Καραμανλῆς ἐπιδίωξε νά δημιουργήσει νέο καταλύτη ἰσορροπιῶν στό πολίτευμα: ἀντικατέστησε τόν ἐλέῳ θεοῦ ἰσόβιο βασιλέα μέ τόν ἐπί θητείᾳ ἐκλεγόμενο Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, τόν ὁποῖο ἐξόπλισε μέ τήν δυνατότητα νά διαλύει τήν Βουλή καί νά προκαλεῖ ἐκλογές σέ περίπτωση προφανοῦς δυσαρμονίας μέ τό λαϊκό αἴσθημα. Ὁ ὁρισμός τοῦ balance. Σήμερα, πενῆντα σχεδόν χρόνια μετά, ἐρωτᾶται: Πλέον τῆς κυβέρνησης ὑπάρχει καταλύτης στό πολίτευμα γιά νά αἴρει τά ἀδιέξοδα; Θεσμικός καταλύτης! Δέν μιλᾶμε γιά τίς προσωπικότητες τῶν πρωταγωνιστῶν. Ἐν τάξει, ὁ Καραμανλῆς ὡς Πρόεδρος ἐπιχείρησε νά ἀποτρέψει τόν διχασμό μέ τήν φράση «ἕναν πρώην Πρωθυπουργό δέν τόν στέλνεις στήν φυλακή ἀλλά σπίτι του». Ἐν τάξει, φρενάρισε τίς διαθέσεις ἀναγνώρισης τῶν Σκοπίων μέ τήν δακρυσμένη φράση «ἡ Μακεδονία εἶναι μία καί ἑλληνική». Ἐν τάξει, ὁ Προκόπης Παυλόπουλος ἀπέτρεψε τήν ἔξοδο τῆς Ἑλλάδος ἀπό τό εὐρώ, ἀπειλώντας μέ παραίτηση καί μέ τήν φράση «ἐγώ Πρόεδρος τῆς δραχμῆς δέν γίνομαι». Ναί, ἐν τάξει, βγῆκε μπροστά ὁ ἀρχηγός ΓΕΕΘΑ Κωνσταντῖνος Φλῶρος στήν κρίση τοῦ Αἰγαίου καί ξύπνησαν μαζί μέ τόν Πετράκη, τόν Μλιούμη καί τόν Λαλούση τούς βουτυράτους τῆς Κυβερνήσεως, ἀλλά προέκυψε. Δέν ἦταν στό σχέδιο. Τοῦ ἔκαναν ἕως καί παρατήρηση τοῦ ΑΓΕΕΘΑ ἐπειδή πῆγε σέ σύσκεψη στό Μαξίμου μέ στολή παραλλαγῆς.
Ὅλα αὐτά ὀφείλονται λοιπόν στίς προσωπικότητες ἑνός ἑκάστου, ὄχι στήν θεσμική ἰσχύ τοῦ ἀξιώματος. Ὄχι σέ κάποια θεσμοθετημένη ἰσορροπία ἐντός τῶν θεσμῶν. Καταλύτης σήμερα δέν ὑπάρχει. Οὔτε στήν πολιτειακή ἐξουσία, οὔτε στήν πολιτική, οὔτε στήν δικαστική, οὔτε στήν νομοθετική. Προδικτορικά καί ἕως ὅτου ἀρρωστήσει ὁ βασιλεύς Παῦλος, ὅμως, ὑπῆρχε καταλύτης. Καταλύτες. Ὁ βασιλεύς καί ἐπικουρικά ὁ στρατός. Ὁ μέν βασιλεύς ἦταν θεσμός ἀγαπητός στόν λαό. Ὁ πρίγκηψ Φίλιππος πού πέθανε προχθές μᾶς θύμισε τόν Γεώργιο τόν Α΄ τῶν βαλκανικῶν πολέμων. Ὁ πρίγκηψ Φίλιππος ἐπέλεξε νά ταφεῖ μέ τόν τύπο τῆς ἑλληνικῆς σημαίας πού κυμάτιζε παντοῦ στήν Ἑλλάδα πρίν ἀντικασταθεί ἀπό τήν δικτατορία. Ὁ βασιλεύς Παῦλος ἐκλήθη νά λύσει τό πολιτικό πρόβλημα τῆς χώρας μετά τόν θάνατο τοῦ Ἀλέξανδρου Παπάγου. Καί σοφά ἔκανε ἅλμα γενεᾶς, δίνοντας λύση δεκαετιῶν. Δέν ἐγκλωβίστηκε στούς συμπαθεῖς δεινοσαύρους τῆς ἐποχῆς του. Ὅσο ὁ θεσμός ἦταν ἀγαπητός στόν λαό καί δέν ἐνεπλεκόταν σέ διεθνεῖς μηχανορραφίες μποροῦσε νά λειτουργεῖ καί ὡς καταλύτης. Τό αὐτό ἴσχυε καί γιά τό στράτευμα. Ποιοί ἔφεραν τόν Ἐλευθέριο Βενιζέλο στήν ἐξουσία τό 1909; Οἱ στρατιωτικοί! Ὁ Σύνδεσμος Νικόλαος Ζορμπᾶς μέ ἕνα βραχύβιο πραξικόπημα πού δέν εἶχε ὅμως ὡς στόχο τήν παραμονή του στήν ἐξουσία ἀλλά τήν ἄρση τοῦ ἐθνικοῦ ἀδιεξόδου. Ὁ Στρατός ἔδωσε ἐπίσης τρεῖς πρωθυπουργούς εἷς ἐκ τῶν ὁποίων ἐξελίχθηκε σέ δικτάτορα: Ἀλέξανδρος Παπάγος, Νικόλαος Πλαστήρας καί Ἰωάννης Μεταξᾶς. Ποῦ θέλω νά καταλήξω; Ὄχι στό ὅτι νοσταλγῶ σχήματα ξεπερασμένα. Γιά ἐμᾶς, ξεπερασμένα. Γιατί γιά τούς Ἄγγλους, τούς Ἱσπανούς (ὁ βασιλιάς ἔκανε τήν ἀπονομή τοῦ Κυπέλλου στόν Μέσσι προχθές) γιά τούς Δανούς, δέν εἶναι. Καί δέν εἶναι γιατί αὐτοί ποτέ δέν ἐνεπλάκησαν σέ παιχνίδια δικτατορίας. «Νοσταλγῶ» ὅμως κάτι ἄλλο. Δυνατούς θεσμούς. Θεσμούς πού νά μήν ἐπιτρέπουν νά ἀνοίγουν κερκόπορτες στούς σύγχρονους δικτάτορες ὀλιγάρχες. Θεσμούς καταλύτες. Θεσμούς πού νά ἔχουν τήν δύναμη νά παρεμβαίνουν καί νά ἐπαναφέρουν τούς ἰσχυρούς στήν τάξη ὅταν ἡ μέθη τῆς ἐξουσίας τούς καταλαμβάνει. Τέτοιους δέν ἔχουμε. Αὐτό θά ἔπρεπε νά ἦταν τό αἴτημα τῆς ἐπανάστασης τῆς ἐποχῆς μας. Θά «ἔπρεπε». Γιατί μέ τήν ραθυμία πού βλέπω γύρω μου ἄφθονη, λίαν ἀμφίβολον. Ἡ μόνη ἐπανάσταση πού θεωρῶ θεμιτή εἶναι γιά τήν μπάρα πού θά πιοῦμε χαλαροί τό ἑπόμενο σφηνάκι εἰς ὑγείαν τῆς «ἐλευθερίας» μας καί τῆς «δημοκρατίας» μας.