«Μά, καλά, θά αἰσθανθεῖς ἐθνικά ὑπερήφανος ἐάν μιά ἑλληνική ὁμάδα κατακτήσει τό πρωτάθλημα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ μπάσκετ στό Βερολῖνο ἤ ἐάν μιά ἄλλη ἑλληνική ὁμάδα κερδίσει τό “Κόνφερενς λήγκ” στό ποδόσφαιρο;» μέ ρώτησε ὁ καλός φίλος.
Οὐδέποτε ἔκρυψα τά αἰσθήματά μου πρός τόν ἀθλητισμό. Γιά νά λέμε τήν ἀλήθεια, ὁ ἀθλητισμός καί τά σπόρ εἶναι, τελικά, ὁ μοναδικός τομεύς πού μᾶς ἔχει κάνει νά αἰσθανθοῦμε ἐθνικά ὑπερήφανοι τά τελευταῖα πενῆντα χρόνια. Ἡ ἐθνική μας ὁμάδα τοῦ μπάσκετ, τό 1987, κέρδισε τό εὐρωπαϊκό πρωτάθλημα ἀπέναντι στήν πανίσχυρη ΕΣΣΔ, καί ὁ λαός ξεχύθηκε στούς δρόμους μέ ἑλληνικές σημαῖες, πανηγυρίζοντας.
Τό 2004 ἡ ἐθνική μας ὁμάδα τοῦ ποδοσφαίρου κέρδισε, μέσα στήν Πορτογαλία, τούς Πορτογάλους κιαι κατέκτησε τό εὐρωπαϊκό πρωτάθλημα στό ποδόσφαιρο. Καί πάλι γέμισε ἡ Ἑλλάδα κόσμο στούς δρόμους, μέ τίς ἑλληνικές σημαῖες νά ἀνεμίζουν.
Ποιά ἄλλη ἀφορμή εἴχαμε, ἀπό τό 1974 καί ἐντεῦθεν, γιά νά πανηγυρίσουμε; Ποιά ἐπιτυχία τῶν πολιτικῶν μας ἀπεδείχθη ἱκανή νά μᾶς βγάλει στούς δρόμους; Καί ἄς μήν προστρέξουμε πάλι στήν 24η Ἰουλίου τοῦ 1974. Τότε, ὁ λαός πανηγύριζε τήν πτώση ἑνός αὐταρχικοῦ στρατιωτικοῦ καθεστῶτος, ἡ ὁποία, ὅμως, ἐπετεύχθη ἔπειτα ἀπό μιά ἐθνική τραγωδία. Ἦταν, λοιπόν, ξέσπασμα καί ὄχι πανηγυρισμός.
Ἄς μήν κρυβόμαστε. Οἱ ποδοσφαιριστές τῆς ἐθνικῆς μας ὁμάδας καί οἱ ἀθλητές τῆς ἐθνικῆς ὁμάδας μπάσκετ εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔκαναν τούς Ἕλληνες νά αἰσθανθοῦν ἐθνικά ὑπερήφανοι!
Ποιόν ἄλλο λόγο εἴχαμε μέχρι τότε γιά νά βγοῦμε, ἑνωμένοι, στούς δρόμους; Ποιόν ἄλλο λόγο ἔχουμε σήμερα γιά νά νιώσουμε ἐθνική ὑπερηφάνεια; Σέ ποιόν τομέα διαπρέπουμε; Στήν ἐξωτερική πολιτική; Στήν Οἰκονομία; Ποιές εἶναι οἱ ἐπιτυχίες μας πού ἔχουν διεθνῆ ἀντίκτυπο καί προκαλοῦν ἐπαινετικά σχόλια;
Ἄς εἶναι καλά οἱ ἀθλητές μας, λοιπόν, ὁ Τεντόγλου, ὁ Πετρούνιας, ἡ Στεφανίδη, ἡ Κορακάκη καί τά ἄλλα παιδιά, τῶν ὁμαδικῶν ἀθλημάτων πού ἔχουν τήν μαγική δύναμη νά μᾶς σηκώνουν σέ στάση προσοχῆς καί νά δακρύζουμε ἀκούγοντας τόν ἐθνικό μας ὕμνο! Καί μακάρι νά γίνει τί ἴδιο καί στούς ἐπερχόμενους Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες στό Παρίσι.
Θά πεῖ κάποιος τώρα ὅτι ἐάν κερδίσει ὁ Ὀλυμπιακός τό «Κόνφερενς Λήγκ» ἤ κάποιος ἀπό τούς Παναθηναϊκό καί Ὀλυμπιακό τήν «Εὐρωλήγκα», δέν θά πρόκειται γιά ἐθνική, ἀλλά γιά συλλογική ἐπιτυχία.
Μπορεῖ νά εἶναι ἔτσι. Ἀλλά, γιά σκεφθεῖτε ὅτι ὁ ἀθλητικός καί ὁ πολιτικός Τύπος, σέ πανευρωπαϊκό ἐπίπεδο, θά ἀναφέρεται ἐπαινετικά στήν Ἑλλάδα καί τόν ἑλληνικό ἀθλητισμό. Φυσικά καί εἶναι συλλογικό τό θέμα, ἀλλά ὅταν πρόκειται γιά τόσο ὑψηλή διάκριση (μακάρι νά γίνει τό ὄνειρο πραγματικότης), τό πρᾶγμα λαμβάνει καί –ἔστω περιορισμένες– ἐθνικές διαστάσεις. Ἔτσι καί ἐμεῖς, πού δέν εἴμαστε ὀπαδοί τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων συλλόγων τῆς χώρας, θά αἰσθανθοῦμε μεγάλη ἱκανοποίηση ἐάν κάποια ἀπό αὐτές κερδίσει ἕναν πανευρωπαϊκό τίτλο.
Στό κάτω-κάτω πόσες εὐκαιρίες ἔχουμε γιά νά χαμογελάσουμε, νά πανηγυρίσουμε, νά αἰσθανθοῦμε ὅτι «εἴμαστε οἱ καλύτεροι»;
Καί κάτι τελευταῖο. Αὐτό τό καλοκαίρι συμπληρώνεται μιά εἰκοσαετία ἀπό τίς δύο μεγάλες μας διακρίσεις τοῦ 2004.
Τό «Κύπελλο Εὐρώπης» καί τούς καλύτερους, ever, Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες. Γιατί δέν ἀκούγεται κάτι γιά ἕναν ἑορτασμό σέ ἐθνικό ἐπίπεδο;