Ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς «Ἑστίας», 18 Μαΐου 1919
Εἰς τά προχθεσινά ἐγκαίνια τοῦ Γαλλικοῦ Νοσοκομείου, τοῦ εὐτυχοῦς αὐτοῦ ἱδρύματος, ὅπου ἡ Γαλλική Ἐπιστήμη ἔρχεται νά δώσῃ τάς χεῖρας εἰς τήν Ἑλληνικήν, καί τοῦ οἴκου αὐτοῦ τῆς Γαλλίας, ὅπου οἱ Ἕλληνες πρέπει νά αἰσθάνωνται ἑαυτούς «σἄν στό σπίτι τους», κατά τήν ὡραίαν ἔκφρασιν τοῦ κ. Ντέ Μπιγύ, ὁ καθηγητής κ. Φωκᾶς ἔθιξεν ἕνα θέμα φιλοσοφικῆς, πράγματι, περιωπῆς καί ἕνα θέμα, τό ὁποῖον ἔκαμαν πολύ ἐπίκαιρον αἱ περιστάσεις.
Ἔχει λοιπόν πατρίδα ἡ Ἐπιστήμη; Αὐτή ὑπῆρξεν ἡ ἐρώτησις, τήν ὁποίαν ἔθεσεν εἰς τόν ἑαυτόν του ὁ Ἕλλην καθηγητής καί εἰς τήν ὁποίαν ἔσπευσε ν’ ἀπαντήσῃ ἐνώπιον τοῦ ἐκλεκτοῦ καί σοφοῦ ἀκροατηρίου του. Καί πρέπει νά ὁμολογήσωμεν, ὅτι τό θέμα δέν ὑπῆρξεν ἀνώτερον τοῦ ὁμιλητοῦ. Ὁ κ. Φωκᾶς δέν εἶνε ἕνας purus mathematicus. Διανοητικότης ἐκλεκτή, θρεμμένη ἀπό τό μάννα τῆς Γαλλικῆς Ἐπιστήμης, ἐπῆραν ἀπό τήν δευτέραν του πατρίδα τά δῶρα τῆς φιλοσοφικῆς διαθέσεως καί τῆς ὡραίας εὐγλωττίας, ποῦ εἶνε τά χαρακτηριστικά τῶν μεγάλων διδασκάλων τῆς Γαλλικῆς Ἰατρικῆς.
Δέν εἶχα τήν εὐτυχίαν νά τόν ἀκούσω. Καί ἡ ὁμιλία του ὑπῆρξε, φαίνεται, πολύ μακρά σχετικῶς, ὥστε νά περιληφθῇ εἰς τάς ἐφημερίδας, αἱ ὁποῖαι ἀτελεστάτην, ἀτυχῶς, ἔδωκαν περίληψιν τῶν κυριωτέρων σημείων της. Ἀλλά καί ἀπό τήν ἀτελῆ αὐτήν περίληψιν βλέπει κανείς πόσον στερεά ἔθεσε τό ζήτημά του ὁ κ. Φωκᾶς καί μέ πόσην εὐστροφίαν τό διεχειρίσθη. Διότι τό θέμα εἶνε, πράγματι, ἐξαιρετικῶς λεπτόν καί θά ἦτο ἐπικινδύνως εὔθραυστον εἰς ἀδεξίας χεῖρας.
Ὑπάρχουν μερικαί ἀλήθειαι βαθυτάτης οὐσίας, αἱ ὁποῖαι ἐγγίζουν κἄποτε τά ὅρια τοῦ παραδόξου. Καί ὅμως μεταξύ αὐτῶν εὑρίσκονται κἄποτε αἱ στερεώτεραι. Ἀλήθειαι μαχητικαί, θά ἠμποροῦσε νά εἰπῇ κανείς, διότι ἀντίμαχος εὑρίσκεται πάντοτε ἀπέναντί των ἡ Πρόληψις, ποῦ δέν εἶνε ἄλλο τίποτε παρά τό μακρόβιον ψεῦδος ὑπό τήν μορφήν τῆς ἀληθείας.
Ἡ Ἐπιστήμη δέν ἔχει πατρίδα –εἶνε τό στερεότυπον δόγμα, τό ὁποῖον ἐσυνηθίσαμεν νά ἐπαναλαμβάνωμεν. Ἡ Ἐπιστήμη εἶνε διεθνής, δέν ἀναγνωρίζει ὅρια, δέν ἔχει τόπον γεννήσεως καί δεσμούς πρός τό ἔδαφος, τήν ἀτμοσφαῖραν, τήν φυλήν, μεταξύ τῶν ὁποίων ὑπάρχει καί ζῇ ὅπως ἡ Τέχνη. Ἡ Ἐπιστήμη εἶνε ἡ μεγάλη κοσμοπολῖτις. Ἰδού ἡ σχεδόν γενική ἀντίληψις! Ἀλλά ἡ ἀντίληψις αὐτή ἀπορρέει προφανῶς ἀπό μίαν παρεξήγησιν τοῦ νοήματος τῆς Ἐπιστήμης. Διότι Ἐπιστήμη δέν εἶνε ἡ μία ἤ ἡ ἄλλη ἐπιστημονική ἀλήθεια. Μία μαθηματική ἀλήθεια π.χ. εἶνε ἡ αὐτή δι’ ὅλον τόν κόσμον. Δύο καί δύο κάμνουν τέσσερα εἰς πᾶσαν γῆν ὑπό τόν ἥλιον. Ἀλλά ἡ Ἐπιστήμη εἶνε συνθετική σκέψις, εἶνε ἀντιμετώπισις διανοητική πραγμάτων καί ἰδεῶν, εἶνε μέθοδος, εἶνε σύστημα, εἶνε σύνθεσις καί ἀνάλυσις μέσα εἰς τό ἀπόκρυφον χημεῖον μιᾶς ψυχῆς. Καί φέρει τήν σφραγῖδα τῆς ψυχῆς, ἀπό τήν ὁποίαν ἐκπορεύεται, ὅπως ἡ ψυχή πάλιν φέρει τήν σφραγῖδα τοῦ τόπου, εἰς τόν ὁποῖον ἐγεννήθη. Καί κατά τοῦτο δέν διαφέρει ἀπό τήν Τέχνην. Αὐτή ἔχει τήν «ἔμπνευσιν», ὅπως παρετήρησεν ὁ κ. Φωκᾶς, ἐκείνη τήν «ὑπόθεσεν».
Ὁ Ἀριστοτέλης εἶνε Ἕλλην ἐπιστήμων καί ἡ Ἐπιστήμη του εἶνε Ἑλληνική, ὅπως ὁ Αἰσχύλος εἶνε Ἕλλην ποιητής καί ἡ Ποίησίς του εἶνε Ἑλληνική. Μεταξύ τοῦ ἔργου τοῦ ἑνός καί τοῦ ἔργου τοῦ ἄλλου, τόσον ἀντιθέτων καί ἀσχέτων κατ’ ἐπιφάνειαν, ὑπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά, ἡ διαύγεια, ἡ λιτότης, ἡ ἀκρίβεια, τό «μέτρον», ἡ χάρις, δῶρα κοινά τῆς Ἑλληνικῆς γῆς, τοῦ Ἑλληνικοῦ οὐρανοῦ, τοῦ Ἑλληνικοῦ φωτός. Ἐάν λοιπόν ἡ Ἑλληνική Ἐπιστήμη καί ἡ Ἑλληνική Φιλοσοφία ἔχουν μίαν ἀνεγνωρισμένην πατρίδα, κάθε Ἐπιστήμη παντός τόπου καί χρόνου ἔχει τήν ἰδικήν της. Καί αὐτό ἠθέλησε ν’ ἀποδείξῃ ὁ κ. Φωκᾶς, πανηγυρίζων τούς γάμους τῆς Γαλλικῆς μέ τήν Ἑλληνικήν Ἐπιστήμην, τῶν ὁποίων τό πνεῦμα καί ἡ ἔκφρασις ὑπῆρξαν πάντοτε τόσον συγγενῆ καί τόσον σχεδόν ὄμαιμα.
«Αἱ μέθοδοι τῆς Ἐπιστήμης, εἶπεν ἐπί λέξει ὁ κ. Φωκᾶς, δέν εἶνε οὐσιαστικῶς διαφορετικαί ἀπό τάς μεθόδους τῆς Τέχνης, ἰδίως δέ εἰς τήν Ἰατρικήν καί τήν Χειρουργικήν, ὅπου ὁ σοφός, διαχειριζόμενος τήν ζῶσαν ὕλην, ἀναδεικνύεται συχνά ἕνας καλλιτέχνης. Δηλαδή ἕνας δημιουργός. Καλλιτέχναι λοιπόν εἶνε οἱ Δυπουιτρές, οἱ Λαρνέκ, οἱ Παστέρ, οἱ Βερτλό, οἱ Κιουρί, οἱ Μπροκά». Καί ἡ Ἐπιστήμη των ἑπομένως εἶνε μία ἐπιστήμη προσωπική, μία Ἐπιστήμη ἐθνική, μία Ἐπιστήμη φέρουσα τήν σφραγῖδα τῆς γῆς, εἰς τήν ὁποίαν ἐγεννήθη, τήν σφραγῖδα τῆς Γαλλικῆς Γῆς.
Πρέπει νά ὁμολογήσωμεν ὅτι τά συμπεράσματα, εἰς τά ὁποῖα κατέληξεν ὁ Ἕλλην καθηγητής, δέν τά ἔσυρεν ἀπό τήν κόμην οὔτε ἡ σοφιστεία τοῦ σοφοῦ, οὔτε ἡ εὐγλωττία τοῦ διδασκάλου. Εἶνε τά συμπεράσματα, εἰς τά ὁποῖα καταλήγει κάθε βαθεῖα ἀντιμετώπισις τῶν πραγμάτων. Ἡ Ἐπιστήμη ἔχει πατρίδα.
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ