Ὅσοι δέν ἔζησαν ἐκεῖνες τίς μέρες τοῦ Ἰουλίου τοῦ 1974…
… δέν μποροῦν νά ἀντληφθοῦν τί σημαίνει ἡ ἀπουσία τῆς πληροφορήσεως, ἡ ἄσβεστη δίψα γιά νά μάθεις τί συμβαίνει, τί γίνεται, τί μέλλει γενέσθαι…
«Φάγανε τόν Μακάριο!» ἦταν τό μήνυμα πού ἔφθασε στό μικρό μας γραφεῖο, στήν ὁδό Βησσαρίωνος, πίσω ἀπό τό Ὀφθαλμιατρεῖο, στήν μικρή νεανική δημοσιογραφική κυψέλη, πού εἶχε δημιουργήσει ὁ δαιμόνιος Γιάννης Παπαγεωργίου. Ἐκεῖ, κάποιοι νέοι, ἐπίδοξοι δημοσιογράφοι, μαθήτευαν δίπλα σέ «θηρία» τῆς ἐποχῆς. Δημήτρης Γιαννουκάκης, Ἀλέκος Σακελλάριος, Νῖκος Ροῦτσος, Νῖκος Βυζαντινός, Γιῶργος Κατσαμπῆς, Νῖκος Ἐπιτροπάκης, Γιῶργος Θίσβιος, ἦταν οἱ καθημερινοί ἐπισκέπτες, γιά νά ἀφήσουν τά χειρόγραφά τους, νά τούς πειράξει ὁ ἐκδότης, νά πειράξουν ἐκεῖνοι ἐμᾶς, τούς νεότερους…
Ἔτσι κυλοῦσε ὁ καιρός, στά γραφεῖα τοῦ περιοδικοῦ «Τράστ τοῦ γέλιου», πού εἶχε ἐκδώσει ὁ δαιμόνιος Παπαγεωργίου, ἀφοῦ εἶχε πλέον ὁριστικά ἀφήσει πίσω του τόν «Θησαυρό» ἀλλά καί τήν «Ἀθηναϊκή», τήν ἐφημερίδα πού λανσάρισε τά ἔγχρωμα σκίτσα τοῦ Χριστοδούλου καί τοῦ Ἀρχέλαου στήν πρώτη σελίδα!
«Φάγανε τόν Μακάριο!» ἦταν τό φοβερό νέο πού ἔφθασε τηλεφωνικά ἀπό τό Παρίσι, ἀπό τούς φίλους μέ τούς ὁποίους καθημερινά μιλοῦσε ὁ ἐκδότης. Καί μέσα σέ ἐλάχιστο χρόνο, ὁ ὄροφος γέμισε κόσμο! Κι ἄρχισαν οἱ φῆμες. «Κάψανε τό προεδρικό μέγαρο, ὁ Μακάριος ἔπεσε νεκρός ἀπό τά πολυβόλα τοῦ Ἰωαννίδη!» ἔλεγε ὁ ἕνας. «Τόν καταδιώκουν ἀπό χωρίο εἰς χωρίον» ἔλεγε ὁ δεύτερος, ἀνατρέχοντας στό «μοτίβο» πού ἀκουγόταν τό ’67, ὅταν ὁ Κωνσταντῖνος ἀπέτυχε νά ἀνατρέψει τόν Παπαδόπουλο… Κάποιοι παλαιοί βουλευτές τῆς Ἑνώσεως Κέντρου, ὁ δημοσιογράφος Γιῶργος Σπορίδης καί ὁ Κώστας Κύρκος, ἦταν ἀπό τούς πρώτους πού μετέφεραν πληροφορίες. Τό ἀπόγευμα εἶχε γίνει γνωστό τό σκηνικό. Ὁ Νῖκος Σαμψών, παλαιό στέλεχος τῆς ΕΟΚΑ, ἦταν ἐκεῖνος πού «ἔβγαινε μπροστά», ἀλλά ὁ Μακάριος δέν εἶχε δώσει σημεῖα ζωῆς! «Δέν τρώγεται εὔκολα ὁ παπᾶς!» ἔλεγε συνεχῶς ὁ Παπαγεωργίου, καί ὅταν ἔγινε γνωστό ὅτι ὁ Πρόεδρος τῆς Κύπρου εἶχε διασωθεῖ, ἄρχισαν νά ἀνθίζουν κάποια χαμόγελα στόν ὄροφο…
Ὅσο «ψαγμένοι» κι ἄν ἤμασταν ἐμεῖς ἡ «μαρίδα», δέν ἦταν δυνατόν νά φιλτράρουμε τά καταιγιστικά γεγονότα ὅπως οἱ ἐμπειρότεροι. Ἔτσι, σιωπηλοί, εἴχαμε ἁπλώσει τίς –ὅποιες– κεραῖες μας καί περιμέναμε νά πιάσουμε μηνύματα. Ὁ Σπορίδης, κοστουμαρισμένος «ἀ κάτρ ἐπένγκλ» καλοκαιριάτικα, μέ τήν ἀπαραίτητη «ποσέτ» στό λινό σακάκι καί παπούτσι θερινό, δίχρωμο, ἦταν κατηγορηματικός. «Νά ἀναμένωμεν τώρα τήν ἀντίδρασιν τοῦ τουρκικοῦ παράγοντος. Ἔστε βέβαιοι ὅτι ὁδεύομεν πρός ἐθνικήν τραγωδίαν»…
Τό ραδιόφωνο μετέδιδε «ποικίλη ἑλληνική μουσική», σκότος πλῆρες, σιγή ἀσυρμάτου. Γιά τήν Ἑλλάδα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, δέν εἶχε γίνει πραξικόπημα στήν Κύπρο, δέν εἶχαν βομβαρδίσει τά τεθωρακισμένα τό προεδρικό μέγαρο, δέν εἶχε διαφύγει ὑπό τά διασταυρούμενα πυρά ὁ νόμιμος πρόεδρος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας!
Κανείς μας δέν σκεφτόταν νά φύγει ἀπό τό γραφεῖο! Ἐκεῖ μαθαίναμε πράγματα σημαντικά καί τά μεταδίδαμε ἀπό τό τηλέφωνο στούς φίλους μας! Μέ σουβλάκια ἀπό τόν «Παρνασσό» στήν Ἱπποκράτους καί παγωμένες μπύρες, πέρασε ἡ μέρα. «Μπήκαμε σέ περιπέτεια» ἔλεγε ὁ Παπαγεωργίου. Ἡ ἐθνική τραγωδία μόλις ἄρχιζε…